Ρώμη: Τα καλύτερα σε... 24 ώρες!

Θέλετε να περάσετε ένα αξέχαστο εικοσιτετράωρο στη Ρώμη χωρίς να αυτοσχεδιάζετε ή ν’ ακολουθείτε την πεπατημένη των ”προγραμμάτων” των τουριστικών γραφείων; Πώς θα ήταν το τέλειο (ή σχεδόν τέλειο, για να μη λέμε υπερβολές) εικοσιτετράωρο στην Αιώνια Πόλη;

Η καλή μέρα ξεκινάει μ’ έναν καλό καφέ. Οι Ιταλοί τον πίνουν όρθιοι (την βρίσκουν έτσι) συνήθως πριν πάνε στη δουλειά τους. Εμάς μας αρέσει το αρχοντικό style, δηλαδή καθιστοί.

Όποιον και να ρωτήσετε (από τους μη Ρωμαίους) θα σας προσδιορίσει το μέρος όπου θα πιείτε τον καφέ σας στη Ρώμη στο φημιστό Cafe Greco στη Via Condotti, σ’ έναν από τους πιο φημισμένους εμπορικούς δρόμους της Ευρώπης. Μην τολμήσετε να πάτε!

Στο Cafe Greco όντως σερβίρουν καφέ (ποιότητας ”έτσι κι έτσι”), αλλά το μαγαζί πλησιάζει περισσότερο το τουριστικό αξιοθέατο παρά το καφενείο, με αποτέλεσμα το σέρβις να είναι κατώτερο των προσδοκιών και οι φρακοντυμένοι σερβιτόροι να μην έχουν χρόνο να εξυπηρετήσουν ανθρώπινα τον πελάτη.

Επιπλέον, ένας καλός καφές δεν πίνεται μονορούφι, αλλά πρέπει ν’ απολαμβάνεται σιγά σιγά, μαζί με χουζούρι και χάζι. Καλό καφέ θα βρείτε σε μικρά καφέ που υπάρχουν παντού στη Ρώμη. Με το σκεπτικό όμως ότι έχετε ένα εικοσιτετράωρο μπροστά σας, θα σας προτείναμε να περιοριστείτε αποκλειστικά στο ιστορικό κέντρο της πόλης.


Με τα πόδια λίγο μακρύτερα από τη Via Condotti είναι η Piazza del Popolo, μια ωραία πλατεία που τη στολίζει το Canova, ένα από τα πιο φημιστά (στους Ρωμαίους) καφέ της πόλης που το αγάπησε με το που πάτησε το πόδι του στη Ρώμη ο Φεντερίκο Φελίνι το 1938.

Εχει τραπεζάκια έξω στο πεζοδρόμιο για να κάνετε χάζι την κίνηση της πλατείας. Κρατήσεις ΔΕΝ δέχεται και, αν βρέχει, μέσα είναι θαύμα. Το όλο σκηνικό είναι ”Φελίνι Αρτ Ντέκο” και σίγουρα θα σας συναρπάσει. Μετά το Canova, ο χρόνος σας θα πρέπει να ξοδευτεί -πού αλλού;- στη…μόδα.

Φεύγοντας απ’ το καφέ, μη διασχίσετε την πλατεία, πάρτε τον δρόμο αριστερά (Via del Babuino) κατευθυνόμενοι προς την Piazza di Spagna. Μπροστά σας θα ξετυλιχτούν τουλάχιστον λίγες εκατοντάδες μαγαζάκια πριν φθάσετε στην γκλαμουριά της Via Condoti με τα επώνυμα εμπορεύματα. Ο χρόνος θα περάσει γρήγορα και πριν το καταλάβετε θα έρθει η ώρα για φαγητό. Πίσω και πάλι στην Piazza di Popolo. Κατευθείαν στο Dal Bolognese, απέναντι στην πλατεία από το Canova.

Το Dal Bolognese (+3906 3611426) είναι ανοιχτό όλες τις μέρες πλην της Δευτέρας και οι κρατήσεις είναι απαραίτητες (a must, που λένε). Κουζίνα από την Μπολόνια και την Εμίλια Ρομάνα. Το φθινόπωρο δοκιμάστε ταλιατέλες με άσπρη τρούφα από την Αλμπα. Θα… πάτε στον παράδεισο και θ’ αδιαφορήσετε για τον λογαριασμό έχοντας δοκιμάσει ένα από τα πιο αντιπροσωπευτικά και απλά εδέσματα της ιταλικής κουζίνας.

Δοκιμάστε την ποικιλία βραστών κρεάτων με τα λαχανικά μουστάρδες (!), αν είστε gourmet εκ πεποιθήσεως δοκιμάστε το steak tartare, τον κλασσικό ωμό κιμά με τα καρυκεύματα (που σας πάει επίσης στον Παράδεισο), συνοδεία κόκκινου κρασιού από την Τοσκάνη. Τελειώστε με άγριες φράουλες του δάσους με κρέμα γάλακτος ή σκέτη ζάχαρη. Καφέ πηγαίνετε να πιείτε στο αίθριο του Hotel de Russie στην Via Babuino (σχεδόν απέναντι απ’ το εστιατόριο που μόλις φάγαμε), το καλύτερο (και ακριβότερο) ξενοδοχείο της Ρώμης (αν καταφέρετε να κλείσετε ένα δωμάτιο της προκοπής για weekend… γράψτε μου!).

Αν έχει καλό καιρό απολαύστε τον καφέ σας (μέτριο σέρβις) στο αίθριο, ατενίζοντας την ανηφόρα των κήπων των Βοργία, που by the way, είναι και οι καλύτεροι κήποι της Ρώμης. Αν πάλι πιείτε τον καφέ σας μέσα, οι καναπέδες είναι αρκετά αναπαυτικοί, το traffic λιγοστό και μπορείτε να πάρετε μια εφημερίδα από το front desk και να την διαβάσετε μέχρι να σας πάρει ο… υπνάκος (πίσω από την εφημερίδα εννοείται). Το απόγευμα μια βόλτα προς την Piazza Navone θα σας έφερνε μπροστά από δεκάδες μικρές μπουτίκ δίνοντάς σας την ευκαιρία να χαζέψετε έξω από τις βιτρίνες (ακίνδυνο το σπορ - window shopping το λένε οι Αμερικάνοι, που στέλνουν έτσι για ψώνια τις γυναίκες τους χωρίς να τους δίνουν όμως το πορτοφόλι!).

Αν πάλι έχετε βαρεθεί το shopping, πηγαίνετε μια βόλτα από τη Fontana Di Trevi να ρίξετε κανά νόμισμα και να το παίξετε… βέρος τουρίστας.

Πάτε σινεμά στην Piazza Barberini (με τα πόδια από την Piazza Di Popolo). Αλλά επειδή δεν ήρθαμε στη Ρώμη για μια μέρα για να πάμε σινεμά, η πρόταση γίνεται πάραυτα deleted για χάρη της ιδέας.

Το κακό με τη Ρώμη είναι ότι οι επιλογές τα απογεύματα στενεύουν αφόρητα για τον τουρίστα προασφέροντας μόνο ψώνια, ψώνια, ψώνια (ο καφές δεν μετράει) και ενδεχομένως έναν υπνάκο στο ξενοδοχείο. Το βράδυ όμως καταφθάνει οσονούπω και θα πρέπει να φροντίσουμε εγκαίρως ώστε να ολοκληρώσουμε τη μέρα μας έτσι ώστε να μας μείνει αξέχαστη.

Dinner μακριά από την τουριστική πεπατημένη, στα παλιά σφαγεία της Ρώμης, μακριούτσικα από το κέντρο της πόλης, στο υψίστου ποιοτικού επιπέδου Cecchino dal 1887.

Κρατήσεις κι εδώ a must, κάτι που θα έπρεπε να είχαμε κάνει ΠΡΙΝ ξεκινήσουμε για τη Ρώμη (τηλ.: +3906 5743816). Δυο αδέλφια το έχουν το εστιατόριο κι αν καθήσετε σ’ ένα από τα τραπέζια που απλώνονται στην κύρια σάλα με το που θα μπείτε στο εστιατόριο, τότε οι πιθανότητες είναι μεγάλες να σας εξυπηρετήσει ένας εκ των αδελφών.

Το εστιατόριο φημίζεται για το αυθεντικό ρωμαϊκό φαγητό του στο σημείο που οι πελάτες του να είναι στη μεγάλη τους πλειοψηφία κάτοικοι της πόλης και όχι τουρίστες. Πολύ καλό σέρβις και ποιότητα φαγητού απαράμιλλη! Ως επί το πλείστον, κρέας. Δοκιμάστε κότσι, δοκιμάστε πατσά, δοκιμάστε (φθινόπωρο και χειμώνα) την εκπληκτική σαλάτα ”πουνταρέλε” με σάλτσα από αντζούγια πάνω από τα κριτσανιστά πράσινα βλασταράκια (ΔΕΝ τα έχουμε εν Ελλάδι!) Κι όλα αυτά με συνοδεία από κόκκινο εμφιαλωμένο κρασί που στο φέρνουν στο τραπέζι και το αδειάζουν σε καράφα (για να ζωντανέψει) και έρχεσαι σε εξαιρετικό mood.

Δοκιμάστε ένα από τα πιάτα με ζυμαρικά (από αραμπιάτα μέχρι μπολονιέζε) και για το τέλος αφήστε χώρο για τα τυριά. Από τις καλύτερες πιατέλες τυριών που είδαμε (χρόνια τώρα, δεν είμαστε δα χθεσινοί). Θα σας συναρπάσει (αν το έχουν) ένα κατσικίσιο τυρί που σερβίρεται πάνω από ροδέλες ξερού κρεμμυδιού με κόκκινο κρασόξιδο (όχι μπαλσάμικο).

Το τελευταίο δε που σας προτείνουμε για να ολοκληρώσεται απολαυστικά το εικοσιτετράωρό σας στη Ρώμη -χωρίς να… βογκάτε (!)- είναι ένα... ”Ζάντακ” (των 75) και κανά δυο Tums (τα παραπάνω από το φαρμακείο της γειτονιάς σας ΠΡΙΝ ξεκινήσετε τις γαστρονομικές αποδράσεις στη Ρώμη και κατόπιν της συμβουλής του γιατρού σας)...

(πηγή: www.in2life.gr, 13/1/2006)

Ιστορία του κρασιού - οδηγίες για όλα

Η λέξη "κρασί" αντικατέστησε τη λέξη "οίνος" στους βυζαντινούς χρόνους -η αντικατάσταση αυτή επιταχύνθηκε ίσως από το ότι ο "οίνος" (όπως και ο "άρτος") αποτελούσε πλέον όρο του χριστιανικού λειτουργικού-θρησκευτικού λεξιλογίου, μετατράπηκε δηλαδή σε "λέξη ταμπού". Η λέξη κατάγεται, με μεσολάβηση των τύπων κρασίν κρασίον, από τη λέξη κράσις = ανάμειξη, που με τη σειρά της είναι παράγωγο του ελληνικού θέματος κρα - < ινδοευρωπαϊκό θέμα kera - (πρβλ. το ρήμα κεράννυμι=αναμειγνύω και το ουσ. κρατήρ = σκεύος ανάμειξης). Η ετυμολογία της λέξης αντανακλά τη συνήθεια των αρχαίων Ελλήνων να πίνουν το κρασί τους ανακατεμένο με νερό.

Η λέξη "οίνος" μαρτυρείται στην ελληνική γλώσσα ήδη από τους μυκηναϊκούς χρόνους (στη γραμμική Β: wo-no, μεταγραφόμενο: Fοίνος), ωστόσο δεν είναι γνωστή η προέλευσή της. Η λέξη απαντάται σε όλες σχεδόν τις γλώσσες της Μεσογείου καθώς και στις περισσότερες της ινδοευρωπαϊκής οικογένειας. Οι τύποι των σημιτικών γλωσσών (εβρ. jajin, αραβ. wain) θεωρούνται δάνεια από γειτονικούς λαούς. Οι κελτικοί τύποι (αρχ. ιρλανδ. fin, γαλατ. gwin) θεωρούνται δάνειο από τη λατινική γλώσσα (vinum), κάτι που ορισμένοι δέχονται και για το γοτθικό-γερμανικό wein, από το οποίο με τη σειρά τους κατάγονται πιθανότατα οι τύποι των σλαβικών και βαλτικών γλωσσών. Υποστηρίχθηκε ότι η καταγωγή της λέξης είναι ινδοευρωπαϊκή, από τη ρίζα uei- ή wei- "κάμπτω, στρέφω" με αναφορά στη χαρακτηριστική μορφολογία της αμπέλου (πρβλ. λατιν. vitis=άμπελος, επίσης ελλ. ιτύς, λατιν. vitus και γερμ. weide=ιτιά). Πιθανότερη εκδοχή θεωρείται ωστόσο ότι η λέξη προήλθε από μια άγνωστη γλώσσα της περιοχής του νοτίου Καυκάσου-Εύξεινου Πόντου, από όπου επίσης δείχνει να κατάγεται η σύχρονη άμπελος.

Η διαδικασία παρασκευής του κρασιού είναι, στη θεωρία, πολύ πιο απλή από τις διαδικασίες παρασκευής μπίρας ή διαφόρων αποσταγμάτων (ουίσκι, βότκα, τσίπουρο κτλ.), που περιλαμβάνουν πολλά διαφορετικά και περίπλοκα στάδια. Πίσω, όμως, από αυτή τη φαινομενική απλότητα των διαδικασιών κρύβονται χιλιάδες μικρές -αλλά καθόλου ασήμαντες- λεπτομέρειες και μυστικά, που τελικά κάνουν όλη τη διαφορά ανάμεσα στους ποικίλους τύπους κρασιού και δίνουν στην οινοποιία το status μιας αναγνωρισμένης -πολύ ευρύτερα από την ζυθοποιία ή την ποτοποιία- επιστήμης. Επεται, λοιπόν, ότι στο παρόν άρθρο θα γίνει μια συνοπτική αναφορά σε γενικές αρχές, καθώς δεν μπορούμε να επεκταθούμε στις λεπτομέρειες που αφορούν κάθε κρασί, ούτε να δώσουμε οδηγίες για επίδοξους οινοποιούς -κάτι τέτοιο ξεφεύγει από τα όρια του εγχειρήματός μας και αποτελεί αντικείμενο πολλών και ευμεγέθων ειδικών συγγραμμάτων.

Εν αρχή ήν το αμπέλι. Το αμπέλι έχει, κατά τους παλαιοντολόγους, προϊστορία πολλών εκατομμυρίων χρόνων. Πριν από την εποχή των παγετώνων ευδοκιμούσε στην πολική ζώνη: στην Ισλανδία, τη Βόρεια Ευρώπη, τη βορειοδυτική Ασία, ακόμη και στην Αλάσκα. Οι παγετώνες όμως περιόρισαν την εξάπλωσή του και επέβαλαν γεωγραφική απομόνωση μεταξύ ποικιλιών, που τελικά εξελίχθηκαν σε διαφορετικά είδη: "απώθησαν" διάφορους πληθυσμούς άγριων αμπέλων προς θερμότερες ζώνες, όπως την κεντρική-ανατολική Ασία, (από όπου τελικά πέρασαν ευρασιατικά στελέχη και στην Αμερική), την κεντρική-νότια Ευρώπη, αλλά, το σημαντικότερο, προς την ευρύτερη περιοχή του νοτίου Καυκάσου. Εκεί, μεταξύ Ευξείνου Πόντου, Κασπίας θάλασσας και Μεσοποταμίας, γεννήθηκε το είδος Αμπελος η οινοφόρος (Vitis vinifera, υποείδος caucasica), που σχεδόν αποκλειστικά -σε διάφορες ποικιλίες και υβρίδια- καλλιεργείται σήμερα.

Κουκούτσια αγριοστάφυλων έχουν βρεθεί ακόμη και σε σπηλιές που κατοικήθηκαν από νομαδικά προϊστορικά φύλα. Η τέχνη της αμπελουργίας εικάζεται ότι ξεκίνησε με την αγροτική επανάσταση και τη σταθερή εγκατάσταση πληθυσμών με σκοπό την καλλιέργεια, γύρω στο 5000 π.Χ.. Από τους πρώτους γνωστούς αμπελοκαλλιεργητές θεωρούνται οι Αριοι (πρόγονοι των Ινδών που ζούσαν στην περιοχή Καυκάσου-Κασπίας), οι αρχαίοι Πέρσες, οι Σημιτικοί λαοί και οι Ασσύριοι. Κατόπιν η τέχνη της αμπελουργίας και οινοποιίας πέρασε στους Αιγύπτιους, τους λαούς της Παλαιστίνης-Φοινίκης και τους -μη Ελληνες εκείνα τα χρόνια- κατοίκους της Μικρασίας και του Ελλαδικού χώρου. Την ίδια εποχή πάντως το κρασί αναφέρεται και στην αρχαία Κίνα!

Η Αίγυπτος είχε μακρότατη παράδοση οινοποιίας, με τις αρχές της να χάνονται πριν το 4000 π.Χ.: αναφέρονται βασιλικοί αμπελώνες, απεικονίζονται ποικιλίες σταφυλιού διαφόρων αποχρώσεων, σκηνές αμπελουργίας και οινοποίησης (ακόμη και μηχανικά πιεστήρια!), ενώ βρέθηκαν αμφορείς της Νέας Δυναστείας (1600-1100 π.Χ.) στους οποίους αναγράφονται η προέλευση, η σοδειά και ο οινοποιός! Στην Μεσοποταμία πάλι, ο Βαβυλώνιος βασιλιάς Χαμουραμπί το 1700 π.Χ. είχε νομοθετήσει για την τιμή του κρασιού καθώς και για την περίοδο που έπρεπε να καταναλώνεται: μόνο την εποχή μετά τον τρύγο -η παλαίωση προφανώς δεν είχε εκτιμηθεί όσο έπρεπε. Παρά τη μακρά παράδοσή τους, οι λαοί αυτοί γρήγορα έχασαν τη φήμη των σπουδαίων οινοποιών -στην κλασσική εποχή, τα αιγυπτιακά κρασιά δε θεωρούνταν άξια λόγου. Αυτό οφείλεται εν πολλοίς σε γεωγραφικούς-κλιματικούς παράγοντες (το αμπέλι έδινε καλύτερες ποικιλίες στα μεσογειακά κλίματα, όπως της Φοινίκης και της Ελλάδος), σχετίζεται όμως πιθανόν και με την αγάπη των λαών αυτών για τη μπίρα (βλ. σχετικό άρθρο).

Οι Σημιτικοί λαοί της ανατολικής Μεσογείου ήρθαν νωρίς σε επαφή με το κρασί. Στην Παλαιά Διαθήκη οι αναφορές αφθονούν: Με το που στράγγισαν τα νερά του κατακλυσμού "ήρξατο Νώε άνθρωπος γεωργός γης και εφύτευσεν αμπελώνα" (Γένεσις, θ' 20). Οι Φοίνικες ήταν ξακουστοί οινοποιοί αλλά και έμποροι: φοινικικοί κρασοαμφορείς έχουν βρεθεί σχεδόν σε κάθε περιοχή της ανατολικής και κεντρικής Μεσογείου. Η Τύρος ήταν από τα πρώτα μεγάλα κέντρα θαλάσσιου οινεμπορίου.

Οι Ελληνες, οι οποίοι διέπρεψαν στην οινοποιία, μονοπωλώντας σχεδόν την αγορά για αιώνες, και με τους οποίους θα ασχοληθούμε εκτενέστερα, γνώρισαν το κρασί πιθανότατα από την αρχή της εγκατάστασής τους στο σημερινό τους τόπο, δηλαδή τουλάχιστον πριν το 1700 π.Χ. Δεν έχει διευκρινιστεί από πού διδάχθηκαν την οινοποιία: Σύμφωνα με μια θεωρία, έμαθαν το κρασί από τους ανατολικούς λαούς (Φοίνικες ή/και Αιγύπτιους), με τους οποίους τόσο οι Μυκηναίοι, όσο και οι προγενέστεροι -μη ελληνικής καταγωγής- Κυκλαδίτες και Μινωίτες είχαν ανεπτυγμένες εμπορικές σχέσεις. Η σχετική με το κρασί μυθολογία (διονυσιακοί, ορφικοί κ.α. μύθοι) είναι πλουσιότατη, δεν δίνει όμως συγκεκριμένες ενδείξεις. Αλλού το αμπέλι εμφανίζεται ξάφνης από μόνο του ή το χαρίζει ο θεός Διόνυσος στους ελλαδίτες (π.Χ. στην Αιτωλία), με τρόπο που δημιουργεί σκέψεις για παρουσία της αμπέλου στον ελλαδικό χώρο πολύ πριν την έλευση των Ελλήνων, αλλού το κρασί συνδέεται με την Κρήτη και τη Νάξο (μύθος "Διόνυσος και Αριάδνη"), ενισχύοντας την εκδοχή περί φοινικικής ή αιγυπτιακής προέλευσης, αλλού πάλι το αμπέλι φέρεται ερχόμενο από τη Θράκη, που σύμφωνα με κάποιες πηγές ίσως ήταν ο βασικός προμηθευτής των Ελλήνων στους Μυκηναϊκούς χρόνους (πρβλ. Ιλιάδος Ι 71-72) -άλλωστε η λατρεία του Διονύσου θεωρείται θρακικής-μικρασιατικής καταγωγής. Η τελευταία αυτή εκδοχή είναι μπερδεμένη από μόνη της: Οι Σκύθες και κάποια δακικά-βορειοθρακικά φύλα εμφανίζουν μια έκδηλη έχθρα προς το κρασί, ριζωμένη στις θρησκευτικές τους πεποιθήσεις, αλλά στα ομηρικά έπη (π.χ. Οδύσσειας ι 196-215, όπου ο ιερέας Μάρων χαρίζει δυνατό κρασί στον Οδυσσέα) οι Θράκες φέρονται ως δεινοί οινοπαραγωγοί. Η αντίσταση στη λατρεία του Διονύσου και οι δυσκολίες που συνάντησε αυτή μέχρι να καθιερωθεί στην Ελλάδα, αποτυπωμένες σε πολλούς μύθους, υποδηλώνουν ίσως μια αρχική καχυποψία απέναντι στο κρασί.

Οπως και αν έγιναν τα πράγματα, οι Ελληνες αγάπησαν το Διόνυσο και το κρασί, εκτιμώντας το γεγονός ότι τους βοηθούσε ανάλογα με την περίσταση να ξεχνούν τα βάσανα της ζωής, να έρχονται σε έκσταση ή να δημιουργούν ευχάριστη ατμόσφαιρα και κέφι στην συντροφιά. Το εκτιμούσαν λαός και άρχοντες, καθώς και οι φιλόσοφοι όλων -σχεδόν- των ρευμάτων, από τους Προσωκρατικούς και τους Ιδεαλιστές (Πλάτων, Σωκράτης κ.ο.κ.) μέχρι τους Επικούριους, ενώ και οι ποιητές δεν παρέλειψαν να το υμνήσουν. Πάντως δεν συνήθιζαν να μεθούν, ούτε είχαν εκτίμηση στους μεθύστακες. Το τελετουργικό του επίσημου συμποσίου, όπου ο "συμποσιάρχης", συχνά προϊστάμενος στρατιάς "κεραστών" και "οινοχόων", επέβλεπε τόσο το νέρωμα του κρασιού, όσο και την ποσότητα που θα έπινε ο κάθε συμπότης ανάλογα με την κατάστασή του, δηλώνει ότι η αποφυγή της μέθης και η διατήρηση πολιτισμένης ατμόσφαιρας ήταν σημαντική υπόθεση.

Οι πρόγονοί μας έπιναν το κρασί τους με διάφορους τρόπους. Γενικός κανόνας ήταν η ανάμειξη του κρασιού με νερό, σε αναλογία συνήθως 1:3 (ένα μέρος οίνου προς τρία μέρη νερού), 1:2 ή 2:3, είχαν δε ειδικά σκεύη τόσο για την ανάμειξη (κρατήρες και κύαθους, δηλ. μακριές, βαθειές κουτάλες) όσο και για την ψύξη του πριν την κατανάλωση (ψυκτήρες), αν και το έπιναν συχνά και ζεστό -η ψύξη του κρασιού με πάγο από τα βουνά ήταν μεγάλη πολυτέλεια. Η πόση ανέρωτου κρασιού ("άκρατου οίνου") θεωρείτο βαρβαρότητα -αναφέρεται μάλιστα ότι κάποιος νομοθέτης την είχε απαγορεύσει επί ποινή θανάτου- και συνηθιζόταν μόνο από αρρώστους ή κατά τη διάρκεια ταξιδιών ως τονωτικό-δυναμωτικό, περιστάσεις στις οποίες (καθώς και στα γεύματα) ήταν επίσης διαδεδομένη η κατανάλωση κρασιού με μέλι. Συχνά αρωμάτιζαν το κρασί τους με διάφορα μυρωδικά. Η προσθήκη αψίνθου στο κρασί (δηλ. η παρασκευή βερμούτ) ήταν γνωστή μέθοδος (αποδίδεται μάλιστα στον Ιπποκράτη και το βερμούτ της εποχής ονομαζόταν και "Ιπποκράτειος Οίνος"), καθώς και η προσθήκη ρητίνης (δηλ. η παρασκευή ρετσίνας) που γινόταν -αν και μάλλον σπάνια- όχι μόνο χάριν της ιδιάζουσας γεύσεως, αλλά και της συντήρησης. Ενίοτε προσέθεταν και άλλα μπαχαρικά, όπως π.χ. θυμάρι, μέντα, γλυκάνισο, πιπέρι ή σμύρνα.

Ο τρόπος παραγωγής του κρασιού δε διέφερε ουσιαστικά από αυτόν των ημερών μας. Η αμπελουργία είχε φτάσει σε υψηλά επίπεδα τέχνης, κυκλοφορούσαν δε και ειδικά βιβλία επί του θέματος. Από αυτό του Θεόφραστου, που σώθηκε ως τις μέρες μας, λαμβάνουμε ενδιαφέρουσες πληροφορίες, λόγου χάριν ότι οι Ελληνες (αντίθετα από τους Ρωμαίους) συνήθως καλλιεργούσαν το αμπέλι απλωμένο στη γη, χωρίς υποστηρίγματα -τεχνική που ακόμη και σήμερα είναι σε χρήση σε κάποιες περιοχές (π.χ. στη Σαντορίνη). Οι Ελληνες γνώριζαν την παλαίωση του κρασιού και την άφηναν να γίνει σε θαμμένα πιθάρια, σφραγισμένα με γύψο και ρετσίνι -ίσως έτσι, κατά τύχη, ανακαλύφθηκε η επίδραση της προσθήκης ρετσινιού. Το κρασί εμφιαλωνόταν, ανάλογα με το πόσο μεγάλο ταξίδι είχε μπροστά του μέχρι την κατανάλωση, σε ασκούς ή σε σφραγισμένους πήλινους αμφορείς, αλειμμένους με πίσσα (ή ρετσίνι) για τέλεια στεγανοποίηση, στους οποίους συχνά αναγράφονταν με μπογιά ή με σφραγίδα τα πλήρη στοιχεία του περιεχομένου οίνου: περιοχή προέλευσης, έτος παραγωγής, οινοποιός και εμφιαλωτής.

Το εμπόριο των ελληνικών κρασιών απλωνόταν σε ολόκληρη τη Μεσόγειο, μέχρι και την ιβηρική χερσόνησο (οι Ιβηρες και οι κάτοικοι της νότιας Γαλατίας μάλλον τότε πρωτοήρθαν σε επαφή με το κρασί), και φυσικά στον Εύξεινο πόντο, ήταν δε μία από τις σημαντικότερες οικονομικές δραστηριότητες των προγόνων μας. Σε πολλές πόλεις υπήρχαν ειδικοί νόμοι για να εξασφαλίζουν την ποιότητα του κρασιού, αλλά και "προστατευτικοί" ενάντια στον ξένο ανταγωνισμό και τις εισαγωγές - χαρακτηριστικό παράδειγμα η σχετική νομοθεσία της Θάσου, σύμφωνα με την οποία πλοία με ξένο κρασί που πλησίαζαν το νησί δημεύονταν! Από διάφορες πηγές μας έχουν διασωθεί τα ονόματα των οινοπαραγωγικών περιοχών και των κρασιών που έβγαζαν. Αρχικά, τα πιο ξακουστά κρασιά -διεθνώς!- ήταν αυτά του βορείου Αιγαίου: της Λήμνου, της Θάσου, της Λέσβου, της Χίου, της Ικαρίας, της Σάμου. Αργότερα, μετά την κλασσική εποχή, απέκτησαν μεγάλη φήμη και τα κρασιά της Ρόδου, της Κω και των λοιπών Δωδεκανήσων, της Θήρας, της Νάξου, της Κρήτης και της Κύπρου. Στην ελληνιστική εποχή μπήκε σε νέα βάση η οινοπαραγωγή της Αιγύπτου, με κύριο προϊόν τον Μαρεωτικό.

Οι Ρωμαίοι γνώρισαν το κρασί από τους Έλληνες αποίκους και τους γηγενείς Ετρούσκους (οι οποίοι το είχαν διδαχθεί έναν-δύο αιώνες νωρίτερα από τους Φοίνικες ή τους Ελληνες). Η ανάλυση του αρχέγονου πυρήνα της ρωμαϊκής μυθολογίας φανερώνει ότι οι Ρωμαίοι δεν είχαν επαφή με τη διονυσιακή λατρεία και το κρασί πριν τον 8ο π.Χ. αιώνα. Αγάπησαν ωστόσο το κρασί και επιδόθηκαν στην αμπελοκαλλιέργεια. Ξακουστά κρασιά τους ήταν ο Φαλέρνιος του Μόντε Κασσίνο και τα κρασιά των νοτίων Αλπεων. Οι Ρωμαίοι προσπάθησαν να εγκαταστήσουν αμπελοκαλλιέργειες στις κατακτήσεις τους (ακόμη και στη Βρετανία!), εισήγαγαν όμως -οι ευπορότεροι εξ αυτών- και ελληνικά κρασιά (όπως άλλωστε σχεδόν κάθε τι το ελληνικό). Τελικά διέπρεψαν στην παραγωγή (βελτίωσαν τις τεχνικές καλλιέργειας και οινοποιίας) και -ιδίως- στο εμπόριο, εκτοπίζοντας σταδιακά από την αγορά την παρακμάζουσα Ελλάδα και κυριαρχώντας στην αγορά μέχρι και το τέλος της αρχαιότητος.

Στους χρόνους μετά την κατάρρευση της Ρώμης, με τις μεταναστεύσεις των λαών και τις καθόδους διαφόρων νομαδικών φύλων στην Ευρώπη και τη Μεσόγειο, η αμπελουργία βρέθηκε σε μια περίοδο οπισθοδρόμησης. Ειδικά στη Δύση, με την αποδιάρθρωση του εμπορίου και της γεωργίας, μειώθηκαν τόσο οι καλλιεργούμενες εκτάσεις, όσο και η ποιότητα των κρασιών. Σε κάποιες περιοχές η αμπελουργία εγκαταλείφθηκε για αιώνες. Οι κληρικοί και μοναχοί, που χρειάζονταν το κρασί (και) για λειτουργικούς σκοπούς, ήταν σε πολλές περιπτώσεις αυτοί που συνετέλεσαν στη διατήρηση της οινοποιητικής παράδοσης των τέως Ρωμαϊκών κτήσεων, όπως η Γαλλία, η Ισπανία και η περιοχή του Ρήνου στη Γερμανία. Ακόμη και σήμερα μερικοί ξακουστοί γαλλικοί αμπελώνες ανήκουν σε μοναστήρια. (για το ρόλο των μοναχών στην ανάπτυξη της ζυθοποιίας *βλ. σχετικό άρθρο). Από τα χρόνια του Καρλομάγνου, κατά το ξεκίνημα του "κυρίως Μεσαίωνα" (δηλαδή της φεουδαρχικής εποχής), η τέχνη του κρασιού άρχισε σιγά-σιγά να παίρνει ξανά τα πάνω της. Ο ίδιος ο Καρλομάγνος όρισε την αμπελοφύτευση περιοχών της Γερμανίας και της Ελβετίας.

Στο Βυζάντιο, παρά τις όποιες ιστορικές αναταραχές και παρ' ότι η εγκατάλειψη ή απαγόρευση της διονυσιακής λατρείας ήταν ένα όχι ασήμαντο πλήγμα, τα πράγματα δεν ήταν τόσο τραγικά. Και εδώ οι μοναχοί διαδραμάτισαν σπουδαίο ρόλο, συν τοις άλλοις και για το λόγο ότι όλο και μεγαλύτερες καλλιεργήσιμες εκτάσεις περιέρχονταν στη μοναστηριακή και εκκλησιαστική περιουσία. Οι μοναχοί είχαν έτσι την άνεση να κατασκευάζουν μεγάλα, σύγχρονα για την εποχή οινοποιεία, να βελτιώνουν τις τεχνικές παραγωγής και την ποιότητα του κρασιού. Μεταξύ των πραγμάτων που άλλαξαν είναι και η συνήθεια της ανάμειξης του οίνου με νερό, που εγκαταλείφθηκε οριστικά. Κρασί παραγόταν σε όλη τη βυζαντινή επικράτεια, αλλά τα πιο ξακουστά κρασιά παρέμεναν αυτά των περιοχών που είχαν και στην αρχαία Ελλάδα αντίστοιχη φήμη. Νέο "αστέρι" της ελληνικής οινοποιίας αναδείχθηκε από εκείνα τα χρόνια και μέχρι τον 19ο αιώνα, με μεγάλη ζήτηση και στην Ευρώπη, ο "Μαλβαζίας" -το όνομά του το οφείλει μάλλον στη Μονεμβασιά, παραγόταν όμως κυρίως στην Κρήτη. Η περίοδος της τουρκοκρατίας, παρά τις δυσκολίες της -κυρίως την υψηλή φορολογία- δεν περιόρισε σημαντικά την ελληνική αμπελουργία. Και εδώ σχετικά ευνοημένα βρέθηκαν τα μοναστηρικά κτήματα, αλλά και οι νησιωτικές περιοχές, όπου η περίοδος της τουρκικής κυριαρχίας σε πολλές περιπτώσεις ήταν συντομότερη και η επιβολή φόρων κάπως πιο χαλαρή.

Την ίδια περίοδο στη Δύση, η τέχνη του κρασιού γνώρισε τη μεγάλη ανάπτυξη που οδήγησε στη σημερινή της ακμή. Από το 13ο αιώνα οι Αραβες(!) προώθησαν την αμπελουργία στην κατεκτημένη Ιβηρική χερσόνησο, έτσι το 16ο αιώνα έχει πλέον εξαπλωθεί σχεδόν παντού στην Ισπανία αλλά και τη Γαλλία, στην οποία η σημαντικότατη ανάπτυξη οδήγησε (το 1730) ακόμα και σε νόμους για τον περιορισμό της καλλιέργειας! Η εποχή αυτή έφερε αρκετές τεχνικές καινοτομίες, όπως τη χρήση της γυάλινης φιάλης και του φελλού (καθιερώθηκε μέσα στον 17ο αιώνα) και την παρασκευή σαμπάνιας, που αποδίδεται στον Γάλλο βενεδικτίνο μοναχό Περινιόν. Με την εξερεύνηση των θαλασσίων οδών από τους μεγάλους Ισπανούς και Πορτογάλους εξερευνητές, άνοιξαν νέοι ορίζοντες: Το εμπόριο συνέβαλε, όπως και παλαιότερα, στην ανάπτυξη της οινοποιίας (γεννήθηκαν νέοι τύποι, λ.χ. τα ενισχυμένα με μπράντι ή άλλο απόσταγμα Πόρτο, Σέρρυ, Μαδέρα), ενώ επιχειρήθηκε η αμπελοκαλλιέργεια στη Νότιο Αφρική, την Αυστραλία και το Νέο Κόσμο.

Το τελευταίο αυτό εγχείρημα είχε απρόβλεπτες συνέπειες, οφειλόμενες κυρίως σε ένα μικρό και άγνωστο μέχρι τότε έντομο, τη φυλλοξήρα, στον αμερικανικό περονόσπορο καθώς και στον επίσης αμερικανικής προέλευσης μύκητα ωίδιο: Η ευρωπαϊκή άμπελος (Vitis vinifera) δε μπορούσε να επιβιώσει στη νέα ήπειρο, ιδίως στο βόρειο τμήμα της. Αυτό ανάγκασε τους αποίκους να χρησιμοποιήσουν ενδημικά, ανθεκτικά αμερικανικά είδη (άγρια μέχρι τότε, καθώς οι ινδιάνοι ουδέποτε επιδόθηκαν στην αμπελουργία), όπως τα Vitis rotundifolia, V. labrusca, V. riparia κ.α., συνήθως μετά από υβριδισμό με ευρωπαϊκές ποικιλίες V. vinifera. Οταν, από το 18ο αιώνα και έπειτα, μεταφέρθηκαν τέτοιες υβριδικές ποικιλίες στην Ευρώπη, το ωίδιο και ο περονόσπορος προκάλεσαν μεγάλες καταστροφές στους Γαλλικούς αμπελώνες (μέσα 19ου αιώνα). Η εισαγωγή καθαρών αμερικανικών ποικιλιών για να αντιμετωπιστεί το κακό, συνοδεύτηκε από την εισαγωγή της φυλλοξήρας, που πλέον σχεδόν εξολόθρευσε τα γαλλικά αμπέλια -και όχι μόνο: στο πρώτο μισό του 20ού αιώνος έπληξε πολύ σοβαρά τη Βόρειο Ελλάδα. Τα προβλήματα αυτά λύθηκαν με τη μελέτη και καλλιέργεια "διηπειρωτικών" υβριδίων, ανθεκτικών μεν, αλλά με μορφολογία και καρπό όμοιο με των πατροπαράδοτων ευρωπαϊκών ποικιλιών.

Τέλος, αναφερόμενοι στα νεότερα ελληνικά πράγματα, να πούμε ότι η ελληνική αμπελουργία υπέστη σχεδόν ολοκληρωτική καταστροφή κατά την επανάσταση του 1821, αλλά κατόπιν γρήγορα οι καλλιεργούμενες εκτάσεις αποκαταστάθηκαν και μάλιστα αυξήθηκαν. Μεγάλο μέρος αυτών όμως, κυρίως στην Πελοπόννησο, φυτεύτηκε πλέον όχι με άμπελο για οινοποιία, αλλά με σταφιδάμπελο: η κορινθιακή σταφίδα ήταν το κύριο εξαγωγικό προϊόν και στύλος της εθνικής οικονομίας του νεοσύστατου κράτους, με ανοδικές τάσεις μέχρι και το τέλος του 19ου αιώνος. Ας σημειωθεί ότι η σταφίδα αυτή συνήθως προοριζόταν για παραγωγή ξηροσταφιδίτη οίνου στο εξωτερικό -κυρίως στη Γαλλία, που εκείνα τα χρόνια, όπως είδαμε, έχανε τα αμπέλια της από τη φυλλοξήρα. Σε αυτές και τις επόμενες δεκαετίες η αμπελουργία συνολικά αναπτύχθηκε και οι αντίστοιχες εκτάσεις στην ελληνική επικράτεια αυξήθηκαν, ειδικά με τις προσαρτήσεις της Θεσσαλίας, της Μακεδονίας και της Κρήτης. Eως τα μέσα όμως του 20ού αιώνα είχε επέλθει ξανά σημαντική πτώση, οφειλόμενη στην επιδημία φυλλοξήρας που έπληξε τη Μακεδονία, αλλά και στις πολυτάραχες ιστορικές συγκυρίες. Σημαντικό πάντως για την ελληνική οινοποιία από την επάνασταση και ένθεν είναι ότι στην περίοδο αυτή μπήκαν οι βάσεις της ελληνικής οινολογίας και της -επιστημονικού πλέον επιπέδου- παραγωγής κρασιού ελεγχόμενης και υψηλής ποιότητας, που ξέφυγε από τα δεδομένα του πατροπαράδοτου σπιτικού κρασιού και του -συχνά άθλιου εκείνα τα χρόνια- κρασιού των καπηλειών.

Η πρώτη ύλη
Εν αρχή ήν το σταφύλι. Οι ρώγες του περιέχουν σάκχαρα, που θα μετατραπούν με αλκοολική ζύμωση σε οινόπνευμα, καθώς επίσης οργανικά οξέα και νερό. Για την παραγωγή ερυθρού ή ροζέ οίνου τα σταφύλια κατά κανόνα είναι ερυθρά, ενώ για τους λευκούς οίνους, όπως θα δούμε παρακάτω, το σταφύλι μπορεί να είναι λευκό ή και ερυθρό. Σημαντική για το τελικό αποτέλεσμα είναι η περιεκτικότητα του σταφυλιού σε σάκχαρα και οξέα, η οποία εξαρτάται από την ποικιλία, το έδαφος, τις κλιματικές συνθήκες, αλλά και από την χρονική στιγμή του τρύγου, δηλ. την ωρίμανση του σταφυλιού: όσο πιο πολύ αφήνεται να ωριμάσει ένα σταφύλι, τόσο αυξάνονται τα σάκχαρά του εις βάρος των οξέων, ούτως ώστε να είναι κατάλληλο για γλυκά κρασιά, αλλά όχι για όξινα -και αντίστροφα. Το σταφύλι, λοιπόν, επιλέγεται, ανάλογα με το κρασί που θέλει να βγάλει κανείς, βάσει της ποικιλίας του αμπελιού, του τόπου και του τρόπου που καλλιεργείται. Οσο πιο ελεγχόμενης ποιότητας είναι ένα κρασί σύμφωνα με το νόμο, τόσο πιο αυστηρά είναι τα κριτήρια επιλογής του αμπελιού. Στους "Οίνους Ποιότητος Παραγόμενους σε Καθορισμένη Περιοχή" (V.Q.P.R.D.), λόγου χάριν, καθορίζονται αυστηρά η ποικιλία, η τοποθεσία, η καλλιεργητική τεχνική, ακόμη και η στρεμματική απόδοση του αμπελιού, ενώ οι απλοί "Επιτραπέζιοι Οίνοι" δεν υφίστανται τέτοιους νομικούς περιορισμούς και μπορούν να παράγονται από μη καθορισμένο χαρμάνι διάφορων σταφυλιών ή μούστων. Βέβαια, εκτός από τους νόμους, υπάρχει η παράδοση και το μεράκι του οινοποιού, που συχνά δίνει εκπληκτικά αποτελέσματα πέρα από κάθε κανονισμό και κατηγορία.
Γλευκοποίηση

Μετά τον τρύγο τα σταφύλια πρέπει να μεταφερθούν χωρίς καθυστέρηση στο "πατητήρι", όπου θα εξαχθεί το γλεύκος (κοινώς μούστος) από τις ρώγες. Η έκθλιψη του μούστου μπορεί να γίνει με διάφορες μεθόδους. Το παραδοσιακό πατητήρι όπου τα σταφύλια πατιούνται κυριολεκτικά από τους τρυγητές σχεδόν δεν χρησιμοποιείται πλέον. Τη θέση του έχουν καταλάβει διάφορα μηχανήματα ("σπαστήρες"), χειροκίνητα ή ηλεκτρικά, που συνήθως λειτουργούν συνθλίβοντας το σταφύλι ανάμεσα σε περιστρεφόμενους κυλίνδρους. Υπάρχουν μηχανήματα ("πιεστήρια") τα οποία, προκειμένου να παραχθεί λευκό κρασί, διαχωρίζουν αυτόματα το χυμό από τα στερεά συστατικά της ρώγας. Για το κόκκινο κρασί δεν χρειάζεται, παρά μόνο πολύ αργότερα, να γίνει αυτός ο διαχωρισμός -σε πρώτο στάδιο παίρνουμε το μούστο μαζί με τα στερεά συστατικά, δηλ. ολόκληρο το σταφυλοπολτό. Αυτό που είναι παντα επιβεβλημένο τόσο στη λευκή, όσο και στην ερυθρά οινοποίηση, είναι η αφαίρεση των κοτσανιών (αποβοστρύχωση), καθ' ότι αυτά είναι επιζήμια τόσο για τη γεύση του κρασιού, όσο και για την υγεία του καταναλωτή.

Ζύμωση
Το οινόπνευμα που περιέχει το κρασί παράγεται από τα σάκχαρα του μούστου -κυρίως γλυκόζη και φρουκτόζη- με την αντίδραση της αλκοολικής ζύμωσης, που επιτελείται από ειδικά ένζυμα ("ζυμάσες") των ζυμομυκήτων. Οι "πιο αποδοτικοί" μύκητες ανήκουν στο γένος Saccharomyces, στη διαδικασία όμως συμμετέχουν ενεργά και είδη των γενών Pichia, Kloeckera και Torulopsis. Ο οινοποιός, αντίθετα από τον ζυθοποιό, δεν χρειάζεται να εμβολιάσει το γλεύκος με καλλιεργημένους ζυμομύκητες. Οι ζυμομύκητες ήδη πριν τον τρύγο υπάρχουν αδρανοποιημένοι (αφού δεν έχουν πρόσβαση στα σάκχαρα του χυμού) στο φλοιό των σταφυλιών και "ενεργοποιούνται" κατά τη γλευκοποίηση: έρχονται σε επαφή με το μούστο, εκεί πολλαπλασιάζονται και επιτελούν τη ζύμωση, κατά την οποία εκτός από αιθυλική αλκοόλη παράγεται διοξείδιο του άνθρακα και θερμότητα -γι' αυτό κατά τη διάρκεια της ζύμωσης ο μούστος είναι ζεστός και "κοχλάζει". Η ζύμωση διαρκεί από 8-9 έως και 25 ημέρες, ανάλογα με την αρχική συγκέντρωση των σακχάρων, τη θερμοκρασία στην οποία πολλαπλασιάζονται και δρουν οι μύκητες, το οξυγόνο που έχουν στη διάθεσή τους και άλλους παράγοντες. Οσο πιο πολύ διαρκεί η ζύμωση, τόσο πιο πολλά "αρώματα ζύμωσης" θα πάρει το κρασί, γι' αυτό, ιδίως στα λευκά κρασιά, οι περισσότεροι οινοποιοί διατηρούν με τεχνητά μέσα χαμηλή (15-20 Κελσίου) τη θερμοκρασία ζύμωσης, μειώνοντας την ταχύτητά της. Στα κόκκινα κρασιά συχνά η ζύμωση γίνεται σε δύο φάσεις, μια πρώτη, σφοδρή και γρήγορη, στη διάρκεια της οποίας μέσα στο μούστο βρίσκονται και οι φλούδες ("στέμφυλα") των σταφυλιών, και μια δεύτερη πιο αργή, μετά την αφαίρεση των στέμφυλων. Η ζύμωση μπορεί να διακοπεί πριν την ολοκλήρωσή της με θέρμανση (>38-40 Κελσίου), με ψύξη (<6-7>

Το χρώμα του κρασιού
Στις παραπάνω παραγράφους αναφέραμε ποικίλες διαφορές, όσον αφορά την διαδικασία παραγωγής σε κάθε στάδιό της, ανάμεσα στα κόκκινα και τα λευκά κρασιά. Για την ακρίβεια, οι ειδήμονες μιλούν συνήθως για δύο διαφορετικές διαδικασίες, τη "λευκή οινοποίηση" και την "ερυθρά οινοποίηση". Για να κατανοήσουμε το ζήτημα, πρέπει να ξεδιαλύνουμε μια διαδεδομένη πλάνη: Πολύς κόσμος θεωρεί, πως το κόκκινο κρασί παράγεται από κόκκινα σταφύλια και το λευκό κρασί από λευκά. Αυτό ναι μεν συνήθως ισχύει, κάλλιστα όμως μπορεί να γίνει και το αντίστροφο- η ουσία δε βρίσκεται εκεί. Αν πάρουμε μια μαύρη και μια άσπρη ρώγα και τις στίψουμε ξεχωριστά, κρατώντας μόνο το ζουμί, θα δούμε πως έχει και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο (σχετικά ανοικτό) χρώμα. Η χρωστικές του σταφυλιού, που ονομάζονται ανθοκυάνες, δε βρίσκονται λοιπόν στο μούστο, αλλά στα στερεά μέρη της ρώγας (στέμφυλα). Αυτό που τελικά καθορίζει το χρώμα, είναι κυρίως το αν τα στερεά μέρη της ρώγας θα βρίσκονται ή όχι μέσα στο μούστο κατά τη ζύμωση, ούτως ώστε να γίνει εκχύλιση των χρωστικών τους. Έτσι: Στη λευκή οινοποίηση μπορούν να χρησιμοποιηθούν σταφύλια κάθε χρώματος, φτάνει κατά το πάτημα να ληφθεί σκέτος μούστος (δηλ. χυμός). Οι θερμοκρασίες κατά τη ζύμωση, όπως είδαμε παραπάνω, μπορούν να κρατηθούν χαμηλές για να καθυστερήσει η αντίδραση και να εμπλουτιστεί το κρασί με αρώματα ζύμωσης. Στην ερυθρά οινοποίηση είθισται να χρησιμοποιούνται κόκκινα σταφύλια, χωρίς να σημαίνει πως δε μπορούν να χρησιμοποιηθούν και πιο ανοικτόχρωμες ποικιλίες. Τα στερεά συστατικά της ρώγας παραμένουν στο μούστο κατά τη ζύμωση (όλα μαζί, μούστος και στέμφυλα, λέγονται σταφυλοπολτός) για διάστημα συνήθως 2 έως 18 ημερών ("διάρκεια εκχύλισης"), ανάλογα με την ποικιλία του σταφυλιού, το επιδιωκώμενο αποτέλεσμα από άποψης χρώματος και γεύσης κτλ. Τα στέμφυλα, χάρη στο διοξείδιο του άνθρακα που εκλύεται κατά τη ζύμωση, ανεβαίνουν στην επιφάνεια εν είδει κρούστας (λέγεται και "καπέλο"). Εδώ, τουλάχιστον στο πρώτο στάδιο της ζύμωσης, η υψηλή θερμοκρασία που αναπτύσσεται είναι επιθυμητή, γιατί διευκολύνει την εκχύλιση των χρωστικών και άλλων συστατικών από τα στερεά μέρη του σταφυλιού. Από τα "άλλα συστατικά", μεγίστης σημασίας είναι οι ταννίνες, οι ουσίες στις οποίες κυρίως οφείλουν τα κρασιά (ιδιαίτερα τα "μπρούσκα") τη στυφή-ξηρή συνισταμένη της γεύσης τους. Μετά την εκχύλιση, ο μούστος διαχωρίζεται και οδηγείται σε άλλη δεξαμενή για συνεχιστεί η ζύμωση. Τα στέμφυλα είτε "στίβονται" για να πάρουμε το μούστο που περιέχουν (περίπου 10% του συνόλου), κάτι που σπάνια γίνεται και μόνο για κρασιά παλαίωσης, είτε οδηγούνται στον άμβυκα για απόσταξη και παραγωγή τσίπουρου. Στα ερυθρά κρασιά επιδιώκουμε συνήθως και τη μηλογαλακτική ζύμωση, που είδαμε παραπάνω. Τα ροζέ κρασιά, όπως μπορεί πλέον να φανταστεί ο αναγνώστης, δεν παράγονται από "ροζέ σταφύλια". Η παρασκευή ροζέ κρασιού γίνεται από κόκκινα σταφύλια με βραχύτατη εκχύλιση, διάρκειας όχι πάνω από ένα εικοσιτετράωρο, ή, σπανιότερα, από λευκά σταφύλια με μακράς διάρκειας εκχύλιση.

Γλυκά και ημίγλυκα κρασιά
Τα κρασιά αυτά, χωρίς συνήθως να είναι μικρότερου αλκοολικού βαθμού, περιέχουν μη ζυμωμένα σάκχαρα, στα οποία οφείλουν τη γεύση τους. Αυτό, όπως είδαμε, μπορεί να επιτευχθεί με διακοπή της ζύμωσης, που συνήθως γίνεται με την προσθήκη οινοπνεύματος 95% καθαρού. Αλλη μέθοδος είναι η υπερωρίμανση σταφυλιών από συγκεκριμένες ποικιλίες, που δίνει μούστο με τόσο πολλά σάκχαρα, ούτως ώστε οι ζυμομύκητες "εξαντλούνται" (με την άνοδο της περιεκτικότητας σε οινόπνευμα) πριν τα ζυμώσουν όλα. Τα ημίγλυκα κρασιά επίσης μπορούν να παραχθούν σταματώντας τη ζύμωση με ψύξη του μούστου, με προσθήκη θειώδους ανυδρίτου (μια ακίνδυνη ουσία που χρησιμοποιείται σαν συντηρητικό -το μόνο επιτρεπόμενο- σε πάρα πολλά κρασιά) ή με αφαίρεση των ζυμομυκήτων με φιλτράρισμα.

Η ρετσίνα
Η διαδικασία παρασκευής της ρετσίνας δε διαφέρει από αυτήν ενός άλλου λευκού κρασιού, με τη μόνη διαφορά ότι κατά την έναρξη της ζύμωσης προστίθεται στο μούστο μικρή ποσότητα από ρετσίνι πεύκου (περίπου 1,5 γραμμ. για κάθε λίτρο). Η ρετσίνα ήταν γνωστή και στους αρχαίους Ελληνες, που μάλλον την ανακάλυψαν κατά λάθος, χρησιμοποιώντας ρετσίνι για να σφραγίσουν αμφορείς αεροστεγώς. Καλύτερο ρετσίνι θεωρείται μέχρι και σήμερα αυτό των πεύκων της Αττικής.
Αφρώδεις οίνοι

Τα αφρώδη κρασιά, με διασημότερο και ευγενέστερο εκπρόσωπο τη σαμπάνια (δηλ. τον αφρώδη οίνο της γαλλικής Καμπανίας), χαρακτηρίζονται από την ύπαρξη διοξειδίου του άνθρακα ("ανθρακικού") εντός της φιάλης, η οποία τελεί υπό πίεση. Στο διοξείδιο οφείλουν τον αφρό, τις φυσαλίδες, και τη δροσερή αίσθηση που αφήνουν στο στόμα. Το διοξείδιο αυτό δεν εισάγεται επιπρόσθετα στο μπουκάλι, όπως γίνεται στα αναψυκτικά -στα κρασιά αυτή η πρακτική απαγορεύεται διά νόμου. Το διοξείδιο των αφρωδών οίνων παράγεται κατά την αλκοολική ζύμωση και, για να μείνει εγκλωβισμένο στη φιάλη, χρησιμοποιούνται διάφορες μέθοδοι. Μία από αυτές συνίσταται στην εμφιάλωση του κρασιού πριν ολοκληρωθεί η ζύμωση, οπότε το διοξείδιο που παράγεται κατά τη συνέχεια της ζύμωσης μένει στο μπουκάλι. Στη σαμπάνια η μέθοδος είναι παρόμοια, μόνο που εδώ δεν πρόκειται για συνέχεια της ζύμωσης, αλλά για νέα, δεύτερη ζύμωση μετά την ολοκλήρωση της αρχικής. Για τη δεύτερη αυτή ζύμωση προστίθενται στη φιάλη σάκχαρα και ζυμομύκητες του γένους Saccharomyces. Αλλη τεχνική είναι η ολοκλήρωση της ζύμωσης σε αεροστεγείς δεξαμενές και, εν συνεχεία, η εμφιάλωση, υπό πίεση, του συνολικού περιεχομένου της δεξαμενής (κρασί συν διοξείδιο). Η τελευταία αυτή μέθοδος χρησιμοποιείται σε αφρώδη κρασιά μαζικής κατανάλωσης.

Ωρίμανση και παλαίωση
Θεωρείται από πολλούς αυτονόητο, ότι το κρασί όσο παλιώνει, τόσο καλύτερο γίνεται, καθώς και ότι κερδίζει από την παραμονή του σε ξύλινα βαρέλια. Τίποτε όμως από τα ανωτέρω δεν έχει γενική ισχύ. Το κρασί, ακόμη και στις πλέον σταθερές συνθήκες, υφίσταται αργές χημικές μεταβολές. Πρέπει να νοείται σαν ζωντανός οργανισμός: δεν έχει απεριόριστη διάρκεια ζωής, αλλά περνά φάσεις "νεότητος" και "ακμής-ωριμότητος" ώσπου τελικά να "γεράσει" και να "πεθάνει", δηλ. να λήξει η περίοδος στην οποία μπορεί να καταναλωθεί. Διαφορετικά είδη κρασιού έχουν διαφορετική διάρκεια ζωής κάτω από διαφορετικές ιδανικές συνθήκες παλαίωσης και συντήρησης. Αυτό που γενικά επιδιώκουμε, είναι να μην οξειδώνεται το κρασί, ή, καθώς αυτό είναι πρακτικά αδύνατο, να οξειδώνεται μόνο με πολύ αργό και ελεγχόμενο ρυθμό (εξαίρεση στον κανόνα αποτελούν τα ειδικά "κρασιά οξείδωσης", π.χ. τα ενισχυμένα με οινόπνευμα Sherry και Madeira, όπου η οξείδωση επιδιώκεται μεν, αλλά και πάλι με αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες και ρυθμό). Κατά την οξείδωση ενός κρασιού παράγεται ακεταλδεϋδη (προϊόν οξείδωσης της αιθανόλης), στην οποία οφείλεται το χαρακτηριστικό άρωμα οξείδωσης των χαλασμένων-κακοσυντηρημένων κρασιών. Οσον αφορά την ωρίμανση σε βαρέλι, αυτή βοηθά πολλά κρασιά να βελτιώσουν τους χαρακτήρες τους. Πολλά κόκκινα κρασιά δεν είναι κατάλληλα για κατανάλωση πριν "μαλακώσουν" στο βαρέλι: Μειώνεται η οξύτητα, σχηματίζονται πολύπλοκες ενώσεις που επιδρούν στη γεύση και τω άρωμα, εκχυλίζονται ουσίες του βαρελιού (για το οποίο χρησιμοποιείται αποκλειστικά ξύλο δρυός) και καθιζάνουν διάφορα ανεπιθύμητα συστατικά. Επίσης επιτρέπεται η πολύ αργή οξείδωση, που θα δώσει ουσίες, οι οποίες αργότερα, στο αεροστεγές περιβάλλον της φιάλης, αποκτούν αναγωγικό χαρακτήρα και αναπτύσσουν το "μπουκέτο" ενός κρασιού παλαίωσης. Η διάρκεια της ωρίμανσης στο βαρέλι ποικίλλει για κάθε κόκκινο κρασί και δεν ισχύει σε καμμία περίπτωση το "όσο περισσότερο, τόσο καλύτερα" -συνήθως μιλάμε για κάποιους μήνες έως και λίγα χρόνια στις ακραίες περιπτώσεις. Υπάρχουν πολλά κόκκινα κρασιά στα οποία η ωρίμανση στο βαρέλι δεν έχει τίποτε να προσφέρει, καθώς και άλλα που τα καταστρέφει, π.χ. κρασιά χωρίς έντονο άρωμα, που στο βαρέλι θα αποκτούσαν αμιγείς τους χαρακτήρες του ξύλου. Τα λευκά κρασιά συνήθως δεν χρειάζονται -ούτε και αντέχουν- την ωρίμανση στο βαρέλι, αν και κάποια μπορούν να εμπλουτιστούν σε γεύση και άρωμα, αποκτώντας πιο σύνθετο χαρακτήρα. Εδώ όμως η διαδικασία απαιτεί ακόμη περισσότερη τέχνη και προσοχή από τον οινοποιό. Μετά την ενδεχόμενη ωρίμανση στο βαρέλι ακολουθεί η παλαίωση στη φιάλη, που φυσικά συμβαίνει συνήθως με την ευθύνη όχι του οινοποιού, αλλά του αγοραστή-καταναλωτή. Εδώ σημαντική προϋπόθεση είναι η απουσία οξυγόνου (αεροστεγής φελλός και πλαγιασμένη φιάλη) και λοιπών οξειδωτικών συνθηκών (σχετικά χαμηλή θερμοκρασία, απουσία φωτός και λοιπές "συνθήκες κάβας"). Αυτή είναι η φάση όπου τα ποιοτικά κρασιά αποκτούν το χαρακτηριστικό τους "μπουκέτο". Και εδώ η διάρκεια της παλαίωσης ποικίλλει: ελάχιστα είναι τα κρασιά που αντέχουν μέχρι και έναν αιώνα, ενώ τα περισσότερα φτάνουν στην ποιοτική κορύφωση του χαρακτήρα τους μετά από λίγα χρόνια -αν αργήσουν κι άλλο να καταναλωθούν οδηγούνται στη "γήρανση".

Εστω, λοιπόν, ένα καλό, σωστά συντηρημένο κρασί που έχει εύστοχα επιλεγεί από την σπιτική μας κάβα για να συνοδεύσει συγκεκριμένο έδεσμα. Τα χρήματα, οι κόποι και η υπομονή που δαπανήθηκαν μέχρι το σημείο αυτό μπορούν να χαραμιστούν εξ' ολοκλήρου, αν το κρασί αυτό δεν φτάσει στο τραπέζι σερβιρισμένο με την ανάλογη φροντίδα. Χωρίς πολλή προσπάθεια (για την ακρίβεια χωρίς την παραμικρή) μπορούμε να καταδικάσουμε ένα κορυφαίο κρασί να μας προσφέρει την ίδια αισθητική απόλαυση με οποιοδήποτε "βιομηχανικό", μαζικής παραγωγής κρασί σε χαρτόκουτο από το ράφι του συνοικιακού σουπερμάρκετ.

Πρώτος και σημαντικότερος παράγων είναι η θερμοκρασία σερβιρίσματος. Η θερμοκρασία αυτή ποικίλλει για κάθε κρασί, ώστε να επιτρέπει την πλήρη ανάπτυξη των οργανοληπτικών -δηλ. γευστικών και αρωματικών- χαρακτήρων του. Ετσι, λ.χ. ένα κρασί με βαρύτερες (λιγότερο πτητικές) αρωματικές ουσίες, για να μπορέσουν οι ουσίες αυτές να εξατμιστούν μερικώς, να διαχυθούν στον αέρα και να φτάσουν στους υποδοχείς του οσφρητικού βλεννογόνου, πρέπει να σερβιριστεί σε μεγαλύτερη θερμοκρασία από ένα κρασί με πτητικότερα συστατικά. Αντίστοιχα, και η πρόσληψη γευστικών ερεθισμάτων εξαρτάται από τη θερμοκρασία, π.χ. οι ταννίνες ενός "μπρούσκου" σε χαμηλές θερμοκρασίες δίνουν μια πικρή, δυσάρεστη για τον ουρανίσκο γεύση.
Ποιά είναι η κατάλληλη θερμοκρασία για κάθε κρασί; Καταρχήν να θυμίσουμε ότι πολλές φορές οι παραγωγοί προτείνουν στην ετικέττα της φιάλης την κατά τη γνώμη τους αρμόζουσα θερμοκρασία -κάτι ξέρουν, οπότε, αν δεν έχετε βάσιμες αντιρρήσεις, ακολουθήστε τις συμβουλές τους. Ελλείψει σύστασης εκ μέρους των παραγωγών, υπάρχουν μερικοί σχετικά ασφαλείς κανόνες, αλλά και μερικές κοινά διαδεδομένες πλάνες που πρέπει να προσέξετε.
Η ευρύτερα διαδεδομένη πλάνη είναι ότι "τα κόκκινα κρασιά σερβίρονται σε θερμοκρασία δωματίου". Αυτός ο κανόνας είναι πολύ παλιός για να είναι λανθασμένος, με τη διαφορά όμως ότι δεν αναφέρεται στο σύγχρονο ελληνικό σπίτι των 25-30°C: διατυπώθηκε στην κατά τι βορειότερη Γαλλία σε καιρούς χαλεπούς, όταν, με τα μέσα θέρμανσης της εποχής, η θερμοκρασία δωματίου σε μια αγροικία ή μια αρχοντική έπαυλη δεν ξεπερνούσε τους 18°C. Ομως, ακόμη και αυτή η θερμοκρασία δεν αφορά όλα τα κόκκινα. Επίσης, η κοινή δοξασία ότι τα λευκά κρασιά "μπαίνουν στο ψυγείο" και σερβίρονται απευθείας από εκεί δεν έχει βάση, καθώς συχνά οι θερμοκρασίες των οικιακών ψυγείων είναι αρκετά χαμηλές: όλα τα κρασιά -με εξαίρεση τα αφρώδη και κάποια γλυκά-ημίγλυκα- κάτω από τους 8°C μοιάζουν με νερό και οι γευστικές-αρωματικές τους ουσίες δεν "αποδίδουν", ενώ και η ίδια η γλώσσα "μουδιάζει", μη επιτρέποντας ισορροπημένη λειτουργία της γεύσης. Ετσι, οι ενδεδειγμένες θερμοκρασίες κατανάλωσης έχουν γενικά ως εξής:

* 6-9°C για τα αφρώδη, τα ημίγλυκα και τα λευκά γλυκά κρασιά
* 9-12°C για τα λευκά ξηρά και για τα ροζέ
* 12-16&degC για τα νεώτερα κόκκινα ξηρά -αλλά και για τα "κίτρινα" (Vins Jaunes)
* 16-18°C για τα ερυθρά κρασιά παλαίωσης

Οι παραπάνω θερμοκρασίες αφορούν τη στιγμή της κατανάλωσης. Ομως, όπως είπαμε, σε ένα σύγχρονο σπίτι ή χώρο εστίασης έχουμε συνήθως θερμοκρασίες της τάξης των 25°C, που ισχύουν για όλο το χώρο, των ποτηριών συμπεριλαμβανομένων. Αυτό σημαίνει πως ένα λευκό κρασί που φτάνει στο τραπέζι με θερμοκρασία 11°C και σερβίρεται στα ποτήρια, σε λίγα λεπτά θα έχει θερμανθεί στους 13-14°C. Ετσι, το σωστό σερβίρισμα γίνεται με το κρασί να φτάνει στο τραπέζι σε θερμοκρασία λίγο χαμηλότερη από την ενδεδειγμένη θερμοκρασία κατανάλωσης (κατά 1-2°C για τα ερυθρά, 3°C για τα λευκά).

Πώς και με τί μέσα επιτυγχάνεται η ψύξη; Ο άριστος τρόπος είναι, φυσικά, ένα ειδικό ψυγείο με θερμοστάτη ρυθμισμένο στην κατάλληλη θερμοκρασία, κάτι που ελάχιστοι διαθέτουν. Για την περίπτωση που το κρασί φυλάσσεται σε θερμοκρασία "σύγχρονου" δωματίου, ένας καλός τρόπος είναι η σαμπανιέρα με πάγο και νερό στην οποία τοποθετούμε το κρασί για ανάλογο διάστημα μέχρι να βρεί τη σωστή του θερμοκρασία. Ενα θερμόμετρο κρασιού για να την παρακολουθούμε δεν είναι ακριβή αγορά. Τέλος, αν ένα κρασί φυλάσσεται στο ψυγείο, θα πρέπει να τοποθετείται στο διαμέρισμα με τη λιγότερη ψύξη (π.χ. στη "φρουτιέρα") και να βγαίνει έγκαιρα πριν το σερβίρισμα για να πιάσει την κατάλληλη θερμοκρασία -ειδικά αν μιλάμε για κόκκινο, ακόμη και μία ώρα πριν!

Δεύτερο ζήτημα που χρήζει προσοχής είναι η παρουσίαση του κρασιού στο τραπέζι. Είθισται στις μέρες μας το κρασί να σερβίρεται απευθείας από τη φιάλη στην οποία ωρίμασε, χωρίς τη μεσολάβηση κανάτας. Η μετάγγιση σε κανάτα έχει νόημα μόνο σε κόκκινα κρασιά παλαίωσης με πολύ ίζημα στη φιάλη. Αν η ποσότης του ιζήματος είναι μικρή, αρκεί να τοποθετήσουμε τη φιάλη σε όρθια θέση μισή με μία ημέρα πριν την κατανάλωση, για να κατακαθήσουν τα ιζήματα στον πάτο της φιάλης, οπότε μπορούμε να σερβίρουμε απευθείας από τη φιάλη χωρίς να τα μεταφέρουμε στο ποτήρι.
Ανοίγουμε τη φιάλη με προσοχή, δημιουργώντας όσο λιγότερα τρίμματα φελλού γίνεται: κεντράρουμε σωστά το τιρμπουσόν και φυσικά δεν τρυπάμε το φελλό πέρα ως πέρα. Μετά το άνοιγμα, με ένα καθαρό μαντήλι σκουπίζουμε το λαιμό της φιάλης από μέσα και από έξω, για να εξαφανίσουμε τυχόν υπολείμματα φελλού, ιζήματος ή σκόνης. Κατόπιν σερβίρουμε στα ποτήρια -πρώτα στο δικό μας, καθώς επιβάλλουν οι καλοί τρόποι, ούτως ώστε ακόμα και τα ελάχιστα των ως άνω υπολειμμάτων να μη φτάσουν στους συμπότες μας- από χαμηλό ύψος (αποφεύγοντας να ακουστεί ήχος "κελαρύσματος"), αλλά και δίχως ο λαιμός της φιάλης να αγγίξει το χείλος του ποτηριού. Γεμίζουμε μέχρι το 1/2 έως και 2/3 της χωρητικότητος του ποτηριού και ύστερα, για να μη στάξει η γνωστή σταγόνα που λερώνει το τραπεζομάντηλο, περιστρέφουμε τη φιάλη λίγο γύρω από τον επιμήκη άξονά της καθώς τη σηκώνουμε.

Το είδος του ποτηριού που χρησιμοποιούμε μπορεί να ποικίλλει ανάλογα με το κρασί καθαυτό ή απλά την παράδοση που το συνοδεύει. Ετσι υπάρχουν λ.χ. ειδικά ποτήρια για τη σαμπάνια και το κονιάκ, των οποίων το σχήμα σχετίζεται άμεσα με το είδος του περιεχομένου και την καλύτερη απόλαυσή του, αλλά υπάρχουν και τα παραδοσιακά κρασοπότηρα της ταβέρνας για τη ρετσίνα, που είναι μετεξέλιξη της κούπας, και επέζησαν λόγω ευκολίας και χαμηλού κόστους, ή τo κλασσικό ποτήρι του Ρήνου με την πράσινη βαθμιδωτή κολώνα, με σχήμα δοχείου ανάμεσα στην "τουλίπα" και στο "μπαλονάκι" που δεν διαφέρει αισθητά από αυτό άλλων κοινών τύπων ούτε έχει κάποια ειδική επίδραση στο περιεχόμενο.

Η ουσία κρύβεται στα εξής σημεία: Καταρχήν το ποτήρι πρέπει να έχει κολώνα (και να το πιάνουμε από αυτήν) για να μην θερμαίνουμε με τα χέρια μας το κρασί. Καλό θα ήταν τα ποτήρια να είναι σχετικά λεπτά, διαφανή και χωρίς υπερβολικά διακοσμητικά σχέδια, για να διατηρείται η οπτική επαφή με το περιεχόμενο. Για τα γλυκά κρασιά χρησιμοποιούνται ποτήρια κάπως μικρά και με στενό στόμιο. Επειτα, το ποτήρι των λευκών κρασιών, που όπως είδαμε καταναλώνονται -όπως άλλωστε και τα γλυκά ανεξαρτήτως χρώματος- σε πιο χαμηλές θερμοκρασίες, οφείλει να είναι κατά τι μικρότερο (σε σχέση με αυτό των ερυθρών), ούτως ώστε να αδειάζει και να ξαναγεμίζει σε τακτά διαστήματα, χωρίς να προλάβει το περιεχόμενο να ζεσταθεί. Αντιθέτως, για τους ερυθρούς ξηρούς οίνους παλαίωσης προτιμώνται τα κάπως μεγαλύτερα ποτήρια, γιατί τα κρασιά αυτά χρειάζονται χρόνο επαφής με τον αέρα για να αναπτύξουν πλήρως το μπουκέτο τους.

(πηγή: www.hungry.gr)

Ημαθία

Ο Νομός Ημαθίας αποτελεί το κέντρο του μακεδονικού πολιτισμού. Αλλά δεν είναι μόνο τα ιστορικά μνημεία, ολόκληρος ο νομός, με πανέμορφες εξοχές, γραφικές πόλεις και άριστη τουριστική υποδομή, σας προσκαλεί σε ένα αξέχαστο ταξίδι.

Γνωριμία με τη Βέροια
Ξεκινήστε το οδοιπορικό σας από την πρωτεύουσα του νομού, την όμορφη Βέροια. Η πόλη είναι αρχαιότατη, αφού η ύπαρξή της αναφέρεται από το 1000 π.Χ. Χτισμένη στους πρόποδες του Βερμίου, διατηρεί σε μεγάλο βαθμό το παραδοσιακό της χρώμα και αυτό θα το διαπιστώσετε περνώντας από την πλατεία Ωρολογίου, τόπο συγκέντρωσης των Βεροιωτών, την εβραϊκή συνοικία Μπαρμπούτα, τις όχθες του Τριπόταμου και την Κυριώτισσα. Εκεί θα δείτε μερικά υπέροχα δείγματα μακεδονίτικης αρχιτεκτονικής. Περάστε και από το ιστορικό κέντρο για να δείτε τη γραφική παλιά αγορά, δίπλα στη Μητρόπολη. Κατά την περιήγησή σας θα συναντήσετε 51 βυζαντινούς ναούς. Αξίζει να επισκεφτείτε το αρχαιολογικό μουσείο, καθώς και το κάστρο, στην είσοδο της πόλης, με την πανέμορφη θέα. Πανόραμα θα απολαύσετε και από το πάρκο της Ελιάς στην τοποθεσία Πασά Κιόσκι. Λίγο πιο έξω από την πόλη, στη γέφυρα του Αλιάκμονα, σώζεται και ένας μακεδονικός τάφος σε σχήμα ναού. Έξω από το χωριό Καστανιά, δείτε το Μοναστήρι της Παναγίας Σουμελά με τη θαυματουργή εικόνα.

Στη Βεργίνα
Επιβάλλεται να κάνετε μία ξενάγηση στην ιστορική Βεργίνα, που απέχει 12 χλμ. από τη Βέροια. Η Βεργίνα είναι το κατεξοχήν αρχαιολογικό αξιοθέατο της Μακεδονίας. Περιηγηθείτε στους τεράστιους χώρους για να δείτε τα ανάκτορα των βασιλέων, την ακρόπολη, το θέατρο, το θρόνο, την αυλή, τα ψηφιδωτά καθώς και το βυθισμένο νεκροταφείο, όπου θα θαυμάσετε το λαμπρότερο εύρημα των ανασκαφών: το χρυσοστόλιστο τάφο του Φιλίππου.

Στην όμορφη Νάουσα
Φεύγοντας από τη Βεργίνα ανηφορίστε προς τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη του νομού, τη Νάουσα, η οποία διασχίζεται από το ποτάμι Αραπίτσα και είναι γεμάτη πράσινο. Το καλύτερο μέρος για να κάνετε τη γνωριμία σας μαζί της είναι το πανέμορφο πάρκο της, με τεχνητές λίμνες, παιδικές χαρές και ζωολογικό κήπο. Να πάτε και στις γραφικές συνοικίες Αλώνια και Μεταμόρφωση, όπου υπάρχουν παραδοσιακά σπίτια και αρχοντικά. Δείτε το Μουσείο Λαϊκής Τέχνης στο Λύκειο Ελληνίδων της πόλης, περάστε και από την πλατεία των Εθνομαρτύρων, όπου οι Τούρκοι έσφαξαν δεκάδες κατοίκους. Αξίζει να κάνετε και μία επίσκεψη στα οινοποιεία Μπουτάρη που ιδρύθηκαν το 1879. Θα σας ξεναγήσουν στο παλιό οινοποιείο και θα σας δώσουν να δοκιμάσετε μερικά από τα καλύτερα κρασιά!

Σπορ
Φυσικά να εξορμήσετε και στα δύο πολύ καλά χιονοδρομικά κέντρα του νομού πάνω στο Βέρμιο: το Σέλι και τα Τρία-Πέντε Πηγάδια. Το Σέλι είναι το μεγαλύτερο και απέχει 24 χλμ. από τη Βέροια, σε υψόμετρο 1.520 μ. Τα Τρία-Πέντε Πηγάδια βρίσκονται πιο κοντά στη Νάουσα, σε μαγευτική τοποθεσία με πλούσια βλάστηση και πολλά νερά.

Πληροφορίες
Μετάβαση: Από την Αθήνα η Βέροια απέχει 510 χλμ. και η Νάουσα 528 χλμ. (ΚΤΕΛ Αθηνών, τηλ.: 210-5152548). Από τη Θεσσαλονίκη η Βέροια απέχει 68 χλμ. (ΚΤΕΛ Θεσ/νίκης, τηλ.: 2310-595432). Υπάρχει και η λύση του τρένου (ΟΣΕ Αθηνών, τηλ.: 210-5297777 και ΟΣΕ Θεσ/νίκης, τηλ.: 2310-517517).

Χρήσιμα: Βέροια: Κωδικός κλήσης: 23310. Δήμος: 59505. Αστυνομία: 76643. ΚΤΕΛ: 22342. Νάουσα: Κωδικός κλήσης: 23320. Δήμος: 53000. Αστυνομία: 52560. Χιονοδρομικά: Σέλι: 23310-49226 και 3-5 Πηγάδια: 23320-44464.

Φαγητό: Βεροιώτικες σπεσιαλιτέ: «προεδρικό», γκιουβέτσι, μοσχάρι με χυλοπίτες και φασουλονταβά. Για το περίφημο ραβανί περάστε από του Χουχλιούρου, στην παλιά αγορά. Στη Νάουσα δοκιμάστε πέστροφα, σαρμάδες, λαχανοσαρμάδες και φασολάδα. Θαυμάσιες κομπόστες, φρούτα και γλυκό σομλόι.

Διασκέδαση: Στο κέντρο της Βέροιας θα βρείτε ωραία μπαράκια. Στη Νάουσα τα καλά μαγαζιά βρίσκονται στον πεζόδρομο Μπιγκάνου.

Αγορές: Από την αγορά της Βέροιας θα ψωνίσετε τοπικά προϊόντα, ενώ από τη Νάουσα να πάρετε χαλιά, υφαντά και κουβέρτες καθώς και καλό κρασί, φρούτα και κομπόστες.

(πηγή: www.7merestv.gr)

Μαδέιρα

Το εξωτικό στολίδι του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού είναι γεμάτο από αξιοθέατα και σίγουρα θα σας κατακτήσει!

H Μαδέιρα είναι το ένα -και πιο διάσημο- από ομάδα νησιών που βρίσκονται στη μέση σχεδόν του βόρειου Ατλαντικού Ωκεανού και ανήκουν στην Πορτογαλία. Δημοφιλής τουριστικός προορισμός σε όλη τη διάρκεια του χρόνου, φημίζεται για το ομώνυμο, παγκοσμίως διάσημο, κρασί της.

Η Μαδέιρα ήταν αρχικά γνωστή στους Ρωμαίους ως Πορφυρά Νήσος. Μαζί με το Πόρτο Σάντο είναι τα μόνα κατοικημένα νησιά του αυτόνομου πορτογαλικού αρχιπελάγους στο βόρειο Ατλαντικό Ωκεανό. Από τα μέσα του 19ου αιώνα μέχρι σήμερα, η Μαδέιρα αποτελεί έναν από τους πιο γνωστούς τουριστικούς προορισμούς στην Ευρώπη. Διάσημη για τα πολύχρωμα και σπάνια λουλούδια της, τα εξωτικά φρούτα που παράγει, το ήπιο κλίμα και το κρασί της, είναι ένας μικρός παράδεισος όπου είναι βέβαιο ότι θα ζήσετε ξεχωριστές εμπειρίες!

Το 1419 ο Πορτογάλος εξερευνητής Γιοχάο Γκονκάλβες και το πλήρωμά του, επιστρέφοντας από την Ακτή της Γουινέας στη χώρα τους, διέκριναν στον ορίζοντα μια μάζα από συμπυκνωμένα σύννεφα και αποφάσισαν να τα πλησιάσουν, παραβλέποντας τις διαμαρτυρίες εκείνων που ισχυρίζονταν ότι αυτά τα σύννεφα σχημάτιζαν το τέλος του κόσμου και το μόνο που θα έκαναν θα ήταν να πλεύσουν εκεί όπου ξεκινάει το... χάος. Κάτω από αυτά τα σύννεφα όμως, ανακάλυψαν ένα ακατοίκητο νησί καλυμμένο με δέντρα και το ονόμασαν Μαδέιρα, που στα πορτογαλικά σημαίνει δέντρο.

Στα εδάφη του άγνωστου αυτού νησιού συνέρρευσαν αργότερα και άλλοι εξερευνητές όπως ο Χριστόφορος Κολόμβος, ο Κάπτεν Κουκ και ένας νεαρός Σκοτσέζος ονόματι Γουίλιαμ Ρέιντ, ο οποίος θέλησε να χτίσει εκεί ένα ξενοδοχείο, που θα γινόταν γνωστό στα πέρατα του κόσμου. Το ξενοδοχείο αυτό είναι το διάσημο πλέον Reid's Palace Hotel, που είναι χτισμένο σε ένα λόφο πάνω από το Φουνχάλ, την πρωτεύουσα του νησιού, και αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά αξιοθέατά του. Εκεί έγραψε τα απομνημονεύματά του ο Ουίνστον Τσόρτσιλ, εκεί κατέφθασε η αυτοκράτειρα της Αυστρίας Ελισάβετ για να πνίξει τον πόνο της μετά την αυτοκτονία του μονάκριβου γιου της, εκεί έμειναν ο Τζον Χιούστον και ο Γκρέγκορι Πεκ όταν γύριζαν την ταινία «Μόμπι Ντικ», εκεί κάνουν κράτηση σήμερα οι σταρ που σκοπεύουν να περάσουν τις διακοπές τους στο νησί. Η Μαδέιρα διεκδικεί δικαίως τον τίτλο του νησιού που προτιμούν οι εκλεκτοί.

Γνωριμία με την πόλη
Μια συγκλονιστική εμπειρία είναι να φτάσετε στο Φουνχάλ με το τομπογκάν, ένα παραδοσιακό μέσο μεταφοράς που μοιάζει με άμαξα, μόνο που κινείται από ανθρώπους. Παλιά οι κάτοικοι του νησιού το χρησιμοποιούσαν για όλες τις μετακινήσεις τους, σήμερα όμως χρησιμοποιείται μόνο για τη διαδρομή από το λόφο του Μόντε έως το Φουνχάλ. Εάν μάλιστα ταξιδεύετε με το ταίρι σας, θα είναι μια μοναδική ρομαντική βόλτα που θα σας μείνει αξέχαστη. Κατηφορίζοντας το λόφο θα απλωθεί μπροστά στα μάτια σας το γραφικό λιμάνι του Φουνχάλ με τη μαρίνα, όπου αγκυροβολούν πολυτελή γιοτ. Μέσα στην πόλη θα δείτε τον καθεδρικό ναό του 16ου αιώνα και θα περιπλανηθείτε στους πανέμορφους κήπους και τα πάρκα, όπως το Κουίντα Ντεάο, το Κουίντα ντα Βίτσια και το Κουίντα Μπιάνκι. Μην παραλείψετε να κάνετε μια βόλτα στην υπαίθρια αγορά, όπου γυναίκες με παραδοσιακά κόκκινα φορέματα πουλούν σπάνια είδη λουλουδιών και φρούτων, τα οποία μάλιστα μπορείτε να δοκιμάσετε επιτόπου.

Εκδρομές
Στην ενδοχώρα η βλάστηση οργιάζει! Μια από τις πιο χαρακτηριστικές δραστηριότητες των τουριστών, που πρέπει κι εσείς να κάνετε, είναι οι εκδρομές στα «λεβάντα». Έτσι λέγονται τα ρυάκια και τα ποτάμια που μεταφέρουν το νερό της βροχής από τα βουνά στα καλλιεργημένα εδάφη και διασχίζουν όλο το εσωτερικό του νησιού. Τα πιο όμορφα «λεβάντα» βρίσκονται κοντά στο χωριό Ριμπέιρο Φρίο. Μια άλλη ενδιαφέρουσα πρόταση είναι ο γύρος του νησιού με το πλοίο «Σάντα Μαρία», το οποίο αποτελεί αντίγραφο του ιστορικού καραβιού που ανήκε στον Χριστόφορο Κολόμβο. Το πλοίο φεύγει από τη μαρίνα του Φουνχάλ δύο φορές την εβδομάδα και το θέαμα που προσφέρει είναι συγκλονιστικό! Αφού γνωρίσετε τη Μαδέιρα είτε διά ξηράς είτε διά θαλάσσης, αξίζει να επισκεφθείτε στη συνέχεια το κοντινό νησάκι Πόρτο Σάντο. Eκεί θα δείτε μια από τις ωραιότερες παραλίες της Ευρώπης -πέντε χιλιόμετρα σχεδόν ανέγγιχτη αμμουδιά- και το σπίτι όπου έμενε ο Χριστόφορος Κολόμβος, το οποίο σήμερα έχει μετατραπεί σε μουσείο.

(πηγή: www.7merestv.gr)

Σκύρος

Ένα νησί με μεγάλο ενδιαφέρον, ποικιλία τοπίου και ζωντανή παράδοση που προσφέρεται για ενδιαφέρουσες διακοπές.

Στο νότιο μέρος των Βόρειων Σποράδων, απέναντι από την Κύμη, βρίσκεται ένα από τα πιο ενδιαφέροντα νησιά του Αιγαίου, η Σκύρος. Γνωστή για τις πεντακάθαρες παραλίες, τα καταπράσινα δάση, τους παραδοσιακούς οικισμούς με την ιδιόμορφη αρχιτεκτονική, τις βυζαντινές εκκλησίες και τα μοναδικά στο είδος τους σκυριανά αλογάκια, η Σκύρος μοιάζει με ζωγραφιά φτιαγμένη από τα καλύτερα υλικά της ελληνικής φύσης. Το νησί, όπου σύμφωνα με τη μυθολογία διάλεξε η Θέτις για να κρύψει το γιο της Αχιλλέα, ώστε να τον εμποδίσει να πολεμήσει στην Τροία, είναι ένας μοναδικός τόπος με αρμονικές αντιθέσεις.

Γνωριμία με την πόλη
Η πρωτεύουσα του νησιού είναι η Σκύρος ή Χώρα, χτισμένη αμφιθεατρικά στην πλαγιά του λόφου του Κάστρου. Περπατώντας στα δαιδαλώδη στενά σοκάκια της, την προσοχή σας θα τραβήξει η αρχιτεκτονική των σκυριανών σπιτιών. Κατάλευκοι μικροί κύβοι με τα χαρακτηριστικά «φρύδια» στο τελείωμά τους, παραταγμένα πολύ κοντά το ένα στο άλλο γύρω από το Κάστρο, από το φόβο των πειρατικών επιδρομών στο παρελθόν, και διακοσμημένα με οροφές και δοκάρια, αποτελούν το καθένα ξεχωριστά ένα μικρό λαογραφικό μουσείο. Αν μπείτε σε κάποιο από αυτά, θα θαμπωθείτε από τον πλούσιο εσωτερικό τους διάκοσμο: ξυλόγλυπτα, κεραμικά, μπακίρια, κεντήματα και υφαντά, γνήσια δείγματα της σκυριανής λαϊκής τέχνης, που θα βρείτε και στα μαγαζιά και τα εργαστήρια ξυλογλυπτικής στον κεντρικό δρόμο της αγοράς αλλά και στο δημοτικό «Σκυριανό Σπίτι» που έχει μετατραπεί σε μουσείο.
Ανηφορίζοντας προς το Κάστρο, θα συναντήσετε πολλές βυζαντινές εκκλησίες. Σταθείτε κυρίως στην Αρχοντοπαναγιά, την Αγία Τριάδα και την Παναγία την Ελεημονήτρα. Στην πλατεία Ελευθερίας θα δείτε το Αγαλμα της Αιώνιας Ποίησης, αφιερωμένο στον Αγγλο ποιητή Ρόμπερτ Μπρουκ, και ακριβώς δίπλα το θέατρο της πόλης που κάθε καλοκαίρι φιλοξενεί πολιτιστικές εκδηλώσεις. Σε πολύ κοντινή απόσταση θα συναντήσετε το Αρχαιολογικό Μουσείο και στο άλσος των Σκυριτών το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο του Μάνου Φαλτάιτς, όπου θα δείτε αναπαράσταση σκυριανού σπιτιού με το αλώνι του, παραδοσιακές φορεσιές, κεντήματα, ιστορικά έγγραφα και βιβλία.
Τέλος, θα ανεβείτε στο Κάστρο όπου σώζονται τμήματα από τα τείχη των ιστορικών χρόνων και η είσοδος, που στολίζεται με μαρμάρινο λιοντάρι-δράκο. Όσο για τη θέα από εκεί πάνω, είναι υπέροχη! Πολύ κοντά στο Κάστρο θα δείτε την Επισκοπή, ερείπια του ναού της Παναγίας, ενώ μετά την είσοδο του φρουρίου θα βρεθείτε μπροστά στο Μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου που έφτιαξαν ο Νικηφόρος Φωκάς και ο Ιωάννης Τσιμισκής, με τις σπάνιες αγιογραφίες και το ξυλόγλυπτο χρυσοβαμμένο τέμπλο που του δίνει ξεχωριστή αρχοντιά.
Κάτω από τη Χώρα θα συναντήσετε το δεύτερο κέντρο ζωής του νησιού, την περιοχή του Μώλου και των Μαγαζιών, με το λιμανάκι γεμάτο βάρκες και σκάφη αναψυχής. Εκεί μπροστά απλώνεται και η μεγαλύτερη παραλία για να απολαύσετε το μπάνιο σας.

Οδοιπορικό
Το πλοίο της γραμμής θα σας αφήσει στο λιμάνι του νησιού, τα Λιναριά, ένα γραφικό οικισμό με τη δική του ζωή, που συνωστίζεται γύρω από τον κλειστό όρμο. Από πάνω δεσπόζει η μεγαλόπρεπη εκκλησία του Αγίου Νικολάου. Αυτό που αξίζει να κάνετε είναι να πάρετε το καραβάκι που θα σας πάει στις περίφημες Σπηλιές. Η πιο εντυπωσιακή είναι η Πεντεκάλη με τους εκπληκτικούς σταλακτίτες και τον πράσινο βυθό που θα σας ανατριχιάσει! Κοντά στα Λιναριά θα κάνετε μπάνιο στις Αχερούνες και την Καλαμίτσα, μια πλατιά παραλία με βότσαλα, όπου θα δείτε και τη Δωρική Κολόνα, άλλο ένα αξιοθέατο. Οι αρχαιολογικοί θησαυροί του νησιού, που χρονολογούνται από το 2500 π.Χ., βρίσκονται στο Παλαμάρι, σε απόσταση μόλις 12 χλμ. από τη Χώρα.
Αξίζει, επίσης, να επισκεφτείτε την Ατσίτσα, μια θαυμάσια πευκόφυτη περιοχή με εντυπωσιακά βράχια και καταγάλανα νερά για κολύμπι, καθώς και τον παραθαλάσσιο οικισμό Ασπούς, με γραφικά σπίτια σκορπισμένα στον κάμπο με τα οπωροφόρα δέντρα. Πολύ κοντά θα δείτε τον ιστορικό όρμο Αχίλλι, όπου θρυλείται ότι ο Αχιλλέας έριξε τα πλοία του. Ο χαρακτήρας του τοπίου εδώ έχει αλλοιωθεί, αφού έχει μετατραπεί σε μαρίνα σκαφών αναψυχής.

Εκδρομές
Στο νότιο τμήμα του νησιού, στο Βουνό, απλώνεται ένας εκτεταμένος υπέροχος βοσκότοπος όπου ζουν τα σκυριανά αλογάκια, αυτά τα σπάνια κοντόσωμα που πολλοί συγχέουν με τα πόνι της Βόρειας Ευρώπης. Αξίζει, επίσης, να κάνετε βόλτες στο πανέμορφο πευκοδάσος, στη βόρεια πλευρά του νησιού, σε ένα μέρος ιδανικό για ξεκούραση, χαλάρωση, αλλά και εξερεύνηση στη φύση.

Πληροφορίες
* Μετάβαση: Μπορείτε να πάτε οδικώς μέχρι την Κύμη μέσω Χαλκίδας και Αλιβερίου και στη συνέχεια να περάσετε στο νησί με το φέρι. Αν δεν διαθέτετε δικό σας μεταφορικό μέσο, μπορείτε να συνδυάσετε ΚΤΕΛ και πλοίο (τηλ. ΚΤΕΛ: 210-8317153, τηλ. Λιμεναρχείου Κύμης: 22220-22606). Πιο σύντομος τρόπος είναι να πάτε με αεροπλάνο (τηλ. ΟΑ: 210-9666666).
* Χρήσιμα τηλέφωνα: Κωδικός κλήσης: 22220, Λιμεναρχείο: 93475, Δήμος: 91929, Αστυνομία: 91274, Ταξί: 91666.

Φαγητό - Διασκέδαση - Αγορές
* Τα must του νησιού είναι η αστακομακαρονάδα, το κατσικάκι του βουνού μαγειρεμένο παραδοσιακά, και, βεβαίως, τα φρέσκα ψάρια. Πολύ καλές ταβέρνες είναι η Γαλήνη ανάμεσα στη Χώρα και το λιμάνι, το Πέρασμα στο Τραχύ και ο Μπαρμπα-Μήτσος στο Πεύκο για μαγειρευτά. Στην Καλαμίτσα δοκιμάστε νόστιμα πιάτα στις Μουριές και στα Μαγαζιά καθίστε στον Στέφανο.
* Τα περιποιημένα, γραφικά μπαράκια που κοσμούν τον κεντρικό δρόμο της Χώρας είναι ιδανικά για να κλείσετε τη βραδιά σας.
* Στα καταστήματα λαογραφικής τέχνης θα βρείτε εκπληκτικά σκυριανά διακοσμητικά αντικείμενα, ποικιλία κεραμικών με τα γνωστά σκυριανά μοτίβα, τσεβρέδες, κεντήματα, υφαντά και βεβαίως καταπληκτικά σκυριανά σκαλιστά έπιπλα.

(πηγή: www.7merestv.gr)

Μαλαισία

Μια εξωτική χώρα που ανεβαίνει ραγδαία στις προτιμήσεις των τουριστών, και όχι άδικα!

Το διαφημιστικό σλόγκαν της εξωτικής αυτής χώρας μέσω του οποίου προβάλλεται στα έντυπα και τις τηλεοράσεις όλου του κόσμου είναι: «Malaysia... Truly Asia» («Μαλαισία... Αληθινή Ασία»)! Μια χώρα από τις λίγες μουσουλμανικές στη Νοτιοανατολική Ασία που άνοιξε τους ορίζοντές της τα τελευταία χρόνια στον τουρισμό.

Γνωριμία με την Κουάλα Λουμπούρ
Η Μαλαισία είναι η πατρίδα... του γνωστού τοις πάσι προγόνου μας, του Homo Sapiens. Ανασκαφές στα σπήλαια Νiah του Sarawak αποκάλυψαν ότι άνθρωποι της Παλαιολιθικής εποχής ζούσαν εκεί πριν από 40.000 χρόνια. Η πρωτεύουσα της χώρας, Κουάλα Λουμπούρ -η ονομασία της σημαίνει συμβολή δύο λασπωμένων ποταμών-, άρχισε να κατοικείται το 1857, όταν μία ομάδα από μεταλλοδίφες έφτασε στην περιοχή αναζητώντας κοιτάσματα κασσίτερου. Πρωτεύουσα του κράτους έγινε το 1896. Σήμερα την κατοικούν περίπου 1.500.000 άνθρωποι.
Φτάνοντας θα προσγειωθείτε σε ένα από τα πιο σύγχρονα αεροδρόμια του κόσμου. Αυτή την αίσθηση του σύγχρονου θα την έχετε σε κάθε βήμα σας στην εντυπωσιακή μεγαλούπολη, η οποία χρόνο με το χρόνο αποχαιρετά το παρελθόν της και μετατρέπεται σε μια υπερμοντέρνα ασιατική μητρόπολη. Παρά τη ραγδαία ανάπτυξή της σώζονται μέχρι σήμερα εντυπωσιακά αποικιοκρατικά κτίρια δίπλα στα μοντέρνα ισλαμικά αριστοτεχνήματα. Επισκεφτείτε τους Δίδυμους Πύργους της Πετρόνα στο κέντρο της πρόκειται για το σήμα κατατεθέν της πόλης. Δίπλα τους ένας άλλος ουρανοξύστης είναι ο τέταρτος υψηλότερος πύργος τηλεπικοινωνιών στον κόσμο. Περπατήστε στο υπερσύγχρονο κέντρο και κάντε μία στάση για βόλτα στα θαυμάσια πάρκα και τους τροπικούς κήπους. Και φυσικά, ανακαλύψτε αυτό που κρύβεται πίσω από τη σύγχρονη όψη της πόλης, τα γοητευτικά απομεινάρια της παλιάς Κουάλα Λουμπούρ: την Τσαϊνατάουν με τα πολύβουα νυχτερινά παζάρια και τη Μικρή Ινδία, με τις έντονες μυρωδιές των μπαχαρικών να σας τρυπούν τη μύτη.
Μερικές βόλτες ακόμη θα σας φέρουν στους κήπους Lake Gardens, στις σπηλιές Batu, στη ζούγκλα Templer και στο ζωολογικό κήπο Negara. Σε όλα αυτά τα αξιοθέατα θα δείτε απίθανα ζώα, πουλιά και παρθένα τροπική φύση.

Λανγκάουι και Πενάνγκ
Μία ώρα πτήση βορειοδυτικά της Κουάλα Λουμπούρ και θα βρεθείτε στα εξωτικά νησιά Λανγκάουι. Πρόκειται για εκατόν έναν μικρούς τροπικούς παραδείσους πνιγμένους στο πράσινο, με ατελείωτα χιλιόμετρα κατάλευκης παραλίας (σκέφτεστε τίποτα καλύτερο στην προοπτική του χειμώνα που πλησιάζει στη χώρα μας;). Η περιοχή είναι ιδανική για μπάνιο, αλλά και για να κάνετε θαλάσσια σπορ. Βέβαια, πρόκειται πλέον για νησιά με μεγάλη τουριστική προσέλευση και με πολυτελή ξενοδοχειακά συγκροτήματα, εστιατόρια και δεκάδες μπαρ. Αυτό όμως δεν έχει να κάνει με τη θαυμάσια σμαραγδιά θάλασσα και την εξωτική φύση που τα περιβάλλει, στοιχεία που εξακολουθούν να διατηρούνται ανέπαφα από τη ραγδαία τουριστική ανάπτυξη. Πηγαίνοντας εκεί, λοιπόν, θα συνδυάσετε ξεκούραση, σπορ και διασκέδαση.
Εκατόν δώδεκα χιλιόμετρα νοτιότερα θα βρείτε το Πενάνγκ, με τη διάσημη παραλία του. Είναι ένα νησί-χερσόνησος που συνδέεται με μια εντυπωσιακή γέφυρα με την ξηρά. Σίγουρα θα σας εντυπωσιάσει με τις τροπικές θάλασσές του και την εξωτική ατμόσφαιρά του. Το Πενάνγκ προσήλκυε ανέκαθεν διανοούμενους, ονειροπόλους, καλλιτέχνες αλλά και ανθρώπους της μεγάλης περιπέτειας. Η πρωτεύουσα του νησιού, το Τζορτζ Τάουν, είναι μια πραγματική κινεζική πόλη όπου το ρολόι του χρόνου μοιάζει να έχει σταματήσει τουλάχιστον 50 χρόνια πριν, θυμίζοντας έντονα παλιές γειτονιές του Χονγκ Κονγκ. Επισκεφτείτε οπωσδήποτε το Μουσείο Πενάνγκ καθώς και την εντυπωσιακή εκκλησία του Αγίου Γεωργίου, που χτίστηκε το 1818. Φυσικά, μην παραλείψετε και επισκέψεις στο τζαμί Καπιτάν Κέλινγκ και στους Βοτανικούς Κήπους, οκτώ χιλιόμετρα έξω από την πόλη.

Πληροφορίες

Χρήσιμα: Κωδικός: 0060 Νόμισμα: RM, αλλά γίνονται και συναλλαγές με ευρώ ή δολάρια. Ώρα: 6 ώρες μπροστά από την Ελλάδα. Αστυνομία: 999 Τουριστικές πληροφορίες: 03-2496590
Κλίμα: Ζεστό και υγρό. Θερμοκρα-σία: 21-32 βαθμοί Κελσίου

Φαγητό - Διασκέδαση - Αγορές
Η κουζίνα της Μαλαισίας είναι μια ενδιαφέρουσα μίξη πολλών ασιατικών τρόπων μαγειρικής. Προσοχή: είναι πολύ καυτερή. Εξαιρετικά πιάτα θα δοκιμάσετε στην Κουάλα Λουμπούρ στα: Monte s Restaurant & Wine Bar, Seri Ang Kasa, Goreng Kuey Teow Tong Shin.
Η Κουάλα Λουμπούρ είναι μια πόλη που ποτέ δεν κοιμάται. Οι φίλοι του κλάμπινγκ σίγουρα δεν θα μείνετε παραπονεμένοι. Στο Bangsar θα βρείτε εξαιρετικά μαγαζιά, όπου θα πιείτε και θα χορέψετε. Το Hard Rock Cafe, το Planet Hollywood, το Atmosphere και το Back Room σας περιμένουν για αξέχαστες νύχτες.
Αξίζει να αγοράσετε σερβίτσια από κασσίτερο, ξύλινα και ψάθινα διακοσμητικά, κινεζικούς δράκους και αετούς, καθώς επίσης και μπαχαρικά.

(πηγή: www.7merestv.gr)

Μόσχα

Η δημοφιλής πρωτεύουσα «πασών των Ρωσιών» είναι μια ιστορική πόλη γεμάτη μνήμες, μνημεία και επιβλητικότητα.

Η Μόσχα ιδρύθηκε ως πόλη το 1147 μ.Χ. Στην αρχή χτίστηκε ένα μικρό ξύλινο φρούριο στην όχθη του ποταμού Μόσκοβα. Εξαπλώθηκε αργότερα επάνω σε μια λοφώδη περιοχή και καθώς ήταν προστατευμένη από πυκνά δάση, αποτέλεσε πόλο έλξης για τον πληθυσμό, ενώ σημείωσε αξιόλογη πολιτική, οικονομική και πολιτιστική ανάπτυξη.

Γνωριμία με την πόλη
Σήμερα πρόκειται για μια από τις μεγαλύτερες πόλεις του κόσμου (30 χλμ. από δυτικά στα ανατολικά και 40 χλμ. από βορρά προς νότο!), πρωτεύουσα πλέον της Ρωσικής Ομοσπονδίας, με 9 εκατ. κατοίκους. Ο ρωσικός λαός είναι αξιοπρεπής και φιλόξενος, παρ' όλα τα οικονομικά του προβλήματα. Θα το διαπιστώσετε σε κάθε βήμα σας, σε κάθε συναναστροφή σας. Όμως, η εξέλιξη –με την κακή της έννοια– και ο δυτικός τρόπος ζωής που έχουν εισβάλει και εκεί, επηρέασαν τον κόσμο (κυρίως τους νέους), ενώ η μαφία βρήκε έδαφος να δράσει…

Οδοιπορικό
Καρδιά της Μόσχας είναι η Κόκκινη Πλατεία και το Κρεμλίνο, ένα εντυπωσιακό αρχιτεκτονικό σύνολο. Η Κόκκινη Πλατεία αποτελούσε ανέκαθεν το κέντρο της πολιτικής ζωής. Θαυμάστε τον καθεδρικό ναό του Αγίου Βασιλείου, κόσμημα και καμάρι της ρωσικής μπαρόκ αρχιτεκτονικής, που χτίστηκε το 1555 μ.Χ. με εντολή του τσάρου Ιβάν του Τρομερού.
Στο Κρεμλίνο βρίσκονταν οι κατοικίες των τσάρων. Περιβάλλεται από τείχη με πυργίσκους. Σήμερα σώζονται μόνο 20, με τον πύργο της Αγίας Τριάδας να ξεχωρίζει. Μέσα από τα τείχη θα δείτε την πλατεία των ναών, το καμπαναριό Ιβάν Βελίκι, το Παλατάκι, την εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου, όπου γίνονταν οι στέψεις των τσάρων, το ναό του Αρχάγγελου Μιχαήλ, αναγεννησιακής αρχιτεκτονικής, και άλλα παλάτια. Οι χρυσοί τρούλοι με τους σταυρούς και τα χρώματα θα σας εντυπωσιάσουν. Γι’ αυτό, να έχετε το κεφάλι ψηλά!
Συνεχίζοντας, επισκεφθείτε το πολύ ενδιαφέρον Θησαυροφυλάκιο, το παλαιότερο μουσείο της Ρωσίας, με τεράστια συλλογή κοσμημάτων, στεμμάτων, ρούχων των αυτοκρατόρων, αλλά και εικόνων. Κάντε μετά τις βόλτες σας γύρω από την Κόκκινη Πλατεία, όπου σε μικρή ακτίνα θα συναντήσετε το διάσημο Θέατρο Μπαλσόι, το Πανεπιστήμιο Λεμονόσοβ, πολλά όμορφα κτίρια και πλατείες.
Αξίζει να περπατήσετε στο Πάρκο της Νίκης, αφιερωμένο στα θύματα του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου. Επισκεφθείτε και την ιστορική Μονή Νοβοντέβιτσι στο ποτάμι. Επίσης, δύο διάσημοι και κεντρικοί δρόμοι που πρέπει να διασχίσετε και να χαζέψετε είναι η οδός Γκόρκι και η λεωφόρος Μαρξ. Κάντε μια βόλτα με καραβάκι στον ποταμό Μόσκοβα^ θα έχετε μία εντελώς διαφορετική εικόνα της πόλης, κυρίως το βράδυ, όταν τα μνημεία είναι φωτισμένα.

Δείτε οπωσδήποτε
Χρησιμοποιήστε το μετρό της Μόσχας ή έστω επισκεφθείτε τους σταθμούς του. Πρόκειται για πραγματικά σαλόνια! Τα τρένα μπορεί να μην είναι σπουδαία, αλλά οι σταθμοί με τους πολυελαίους, τα σκαλίσματα, τις κολόνες, τους πίνακες, τα μάρμαρα, τα μωσαϊκά και τις τοιχογραφίες δίνουν την εντύπωση παλατιού!

Πληροφορίες
Χρήσιμα: Κωδικός κλήσης: 007 095. Ώρα: 1 ώρα μπροστά. Νόμισμα: Ρούβλι, αλλά θα συναλλαγείτε με ευρώ ή δολάρια. Αμεση Ανάγκη: 02 Ελληνικό Προξενείο στη Μόσχα: 2021640. Ρωσικό Προξενείο στην Αθήνα: 210 6728849. Βίζα: Απαραίτητη για να ταξιδέψετε στη Ρωσία.

Διασκέδαση - Φαγητό – Αγορές
Δείτε κλασικές παραστάσεις θεάτρου, όπερας, μπαλέτου και μουσικής. Μπορείτε να κάνετε κράτηση στο τηλέφωνο: 927-6982. Από μπαρ προτείνουμε το Hungry Duck, με ζωντανή μουσική τα: Arbat Blues Club, Citadel, και Armadillo, αλλά και την ντίσκο Utopia. Πιροσκί, κρέπες, μπορς και άλλες σούπες, κρέατα με εξαιρετικές σάλτσες, ψάρια και χαβιάρι είναι μερικά που θα φτάσουν στο πιάτο σας. Για αυθεντική ρωσική κουζίνα να πάτε στα εστιατόρια: Sudar, Babochka, Fyodor και Yar. Κατά τ' άλλα, θα βρείτε πολλά εστιατόρια με αμερικανικό μενού.a Γκραβούρες και γενικώς παλιά αντικείμενα θα βρείτε γύρω από το Θέατρο Μπαλσόι. Στα πολυκαταστήματα Tsum και Gum θα αγοράσετε από κρύσταλλα μέχρι τις ξύλινες κούκλες ματριόσκα.

(πηγή: www.7merestv.gr)