Σοβαρά προβλήματα για το μέλλον της ελληνικής τουριστικής οικονομίας εγείρει η ανάπτυξη νέων τουριστικών προορισμών σε Ευρώπη, Μεσόγειο και Ασία, τονίζει το Ινστιτούτο Τουριστικών Ερευνών και Προβλέψεων.
Αυτά τα προβλήματα διογκώνονται από τη μονοσήμαντη στήριξη του ελληνικού τουριστικού τομέα (σε ποσοστό 91%) στη δυναμική της δυτικοευρωπαϊκής οικονομίας, την τουριστική ωρίμανση της Δυτικής Ευρώπης, τη μειωμένη εισοδηματική δυναμική και την πληθυσμιακή στασιμότητα των μέχρι τώρα κυριοτέρων τουριστικών προελεύσεων.
Το ΙΤΕΠ σημειώνει ότι «η τουριστική πολιτική δεν μπορεί πλέον να είναι ελλειμματική, όπως επί μακρόν χρόνο υπήρξε, ούτε να τρέχει πίσω από τα γεγονότα. Οι προτεραιότητες πρέπει να αναδιαταχθούν. Χωρίς να υποβαθμιστεί ο ρόλος των δυτικοευρωπαϊκών προελεύσεων, η δυναμική των οποίων δεν είναι πλέον ικανή να εξασφαλίσει μακροπροθέσμως ένα ικανοποιητικό ρυθμό τουριστικής ανάπτυξης, η τουριστική πολιτική οφείλει να αξιοποιήσει στον μέγιστο δυνατό βαθμό την μακροπρόθεσμη δυναμική τόσο των νέων ευρωπαϊκών προελεύσεων, όσο και των υπερπόντιων».
»Μόνο πολιτική με τέτοιες προτεραιότητες είναι εφικτό να καταστήσει δυνατή τη συντήρηση της δυναμικής του τομέα σε μακρά περίοδο χρόνου. Αποτελεί ύψιστη προτεραιότητα η αναζήτηση και ενεργοποίηση νέων ακόρεστων πηγών προελεύσεων με ισχυρή αναπτυξιακή δυναμική και πληθυσμιακή βάση αρκετά μεγάλη, ώστε να εξουδετερώνει τις απώλειες από τη φθίνουσα δυναμική των παραδοσιακών προελεύσεων» υπογραμμίζει
Κατά την περίοδο 2000-2005, ο μέσος ετήσιος ρυθμός αύξησης των αφίξεων από τις δέκα κυριότερες προελεύσεις -οι εννέα εκ των οποίων είναι ευρωπαϊκές- ήταν μόλις 1,5%.
Μελέτη της τουριστικής ζήτησης με δυτικοευρωπαϊκή προέλευση δείχνει δραματική μείωση του δυναμισμού της (Γερμανία, Βρετανία, Γαλλία, Ιταλία), σύμφωνα με το ΙΤΕΠ. Η μείωση αυτή δεν φαίνεται ότι μπορεί να εξουδετερωθεί από αξιοποίηση των λοιπών δυτικοευρωπαϊκών προελεύσεων, με δεδομένο τον υψηλό βαθμό κορεσμού που τις χαρακτηρίζει και τους χαμηλούς βαθμούς ανάπτυξης.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτο, το μερίδιο της Ανατολικής και ΝΑ Ασίας και των λοιπών υπερπόντιων χωρών θα ήταν εφικτό να αυξηθεί στον εισερχόμενο τουρισμό στη χώρα μας στο 15-20% αντί του σημερινού 9%, σε συνθήκες μέσου ρυθμού αύξησης 5% του συνόλου των αφίξεων μεσομακροπρόθεσμα, αλλά και με αντίστοιχη αύξηση των συναλλαγματικών εισροών.
Σε αντίστοιχη ανάλυση για τις χώρες της Δυτ.Ευρώπης προέκυψε ότι επίτευξη μέσου ρυθμού αύξησης των αφίξεων της τάξεως του 3%-3,5% βρίσκεται στο πεδίο του εφικτού. Ο ρυθμός αυτός αντιστοιχίζεται με μέσο ετήσιο ρυθμό 1-1,5% την περίοδο 2000-2006.
Από τις μέχρι τώρα ενδείξεις, κατά το ΙΤΕΠ, διαπιστώνεται υψηλός βαθμός προτίμησης για την Ελλάδα, έναντι των λοιπών ευρωπαϊκών μεσογειακών χωρών, τουριστών με προέλευση τις χώρες του ανατολικού συνασπισμού.
Για την περίοδο 2003 - 2006 ο μέσος ρυθμός αύξησης αφίξεων από τις χώρες της κεντρικής-ανατολικής Ευρώπης στην Ελλάδα ήταν 10,1% έναντι αντίστοιχου ρυθμού 4% για το σύνολο των τουριστικών αφίξεων.
Για τις χώρες τις τέως Σοβιετικής Ένωσης συνάγεται ότι η μεσομακροπρόθεσμη δυναμική για το ευρωπαϊκό τουριστικό προϊόν είναι πολύ ισχυρότερη σε σύγκριση με εκείνη των χωρών της κεντρικής-ανατολικής Ευρώπης. Η ταχύτερη ανάπτυξη, οι κλιματολογικές συνθήκες αλλά και η χαμηλότερη βάση εκκίνησης συνηγορούν υπέρ μιας τόσο αισιόδοξης πρόβλεψης.
Κατά την περίοδο 2000-2006 οι αφίξεις από τη Ρωσία αυξήθηκαν με μέσο ετήσιο ρυθμό της τάξεως του 17%.
Πρόβλεψη αφίξεων στην Ελλάδα από ευρωπαϊκές προελεύσεις 2005-2017:
Προελεύσεις 2005 2017 Ποσοστό αύξησης
1. Δυτική Ευρώπη 10.620 16.000 3,5%
2. Κεντρ. & Ανατ. Ευρώπη 1.360 3.200 7,5%
3. Χώρες τ. Σοβ. Ενώσεως 224 2.060 20%
Μερικό Σύνολο 12.204 21.260 4,8%
Υπερπόντιοι (μη ευρωπαϊκοί) 1.083 5.440 14,4%
Σύνολο 13.287 26.700 6%
(πηγή: www.in.gr, 20/6/2008)
Ελληνική τουριστική οικονομία
Ετικέτες απόψεις - σχόλια
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου