Μια παλιά σερβική παροιμία λέει: όταν το σπίτι σου βρίσκεται σε σταυροδρόμι, τότε όλοι θέλουν να μπουν μέσα. Και η ιστορική διαδρομή της πόλης του Βελιγραδίου (Beograd = Aσπρη Πόλη), που βρίσκεται στις όχθες του Σάββα, παραπόταμου του Δούναβη, μιας πόλης που βίωσε τις συγκρούσεις στον Α και Β Παγκόσμιο Πόλεμο αλλά και στον τελευταίο εμφύλιο της πρώην, ενιαίας, Γιουγκοσλαβίας, την επιβεβαιώνει: 39 φορές καταστράφηκε στο ρου της ιστορίας (σ.σ. πρόκειται για μια από τις παλαιότερες ευρωπαϊκές πόλεις, χτισμένη από τους Κέλτες τον 3ο αιώνα π.Χ.) και 40 αναγεννήθηκε από τις στάχτες της. Κατέχει δε τον τίτλο της ευρωπαϊκής πόλης που βομβαρδίστηκε πιο πολλές φορές.
Άλλωστε, τα διαλυμένα από τους βομβαρδισμούς (το 1999) πρώην κυβερνητικά κτίρια, όπως το τότε υπουργείο ’μυνας, αποτελούν τρανή απόδειξη της πολυτάραχης ιστορίας του Βελιγραδίου.
Μια πόλη που ζει 24 ώρες το 24ωρο κάθε άλλο παρά βαρετή είναι, όπως και οι κάτοικοί της, οι οποίοι όταν σου μιλούν σε κοιτούν στα μάτια και αν και κουβαλούν στα γονίδιά τους τα σημάδια των πολέμων, χαμογελούν, γιορτάζουν τη ζωή και συνήθως, όταν βρεθείς μαζί τους σε παραδοσιακά εστιατόρια σε κερνούν διότι είσαι Έλληνας.
Αν και μέχρι πρόσφατα, το Βελιγράδι αποτελούσε και για τους Έλληνες σημείο διέλευσης και όχι προορισμό, ο Οργανισμός Τουρισμού της πόλης του Βελιγραδίου (ΤΟΒ) επιχειρεί να δώσει στους Έλληνες επισκέπτες μια άλλη οπτική για να καταστήσει την πόλη ως προορισμό city break (τουρισμός πόλης).
Στα ιστορικά και θρησκευτικά μνημεία, πρωταγωνιστεί το παλιό οθωμανικό φρούριο Καλεμέγκνταν, σύμβολο της παλιάς πόλης: Χτισμένο ακριβώς πάνω στη συμβολή των δύο ποταμών (Δούναβη και Σάββα), στα χρόνια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, ως οχύρωση της πόλης για την προστασία από τους εχθρούς, σήμερα είναι βασικός πόλος έλξης για τους επισκέπτες.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό σημείο της πόλης, για τους Έλληνες -και όχι μόνο- επισκέπτες είναι ο πύργος Νεμπόισα, στον οποίο δολοφονήθηκε (το 1798) ο Ρήγας Φεραίος, ο οποίος θα συντηρηθεί και θα επαναλειτουργήσει με δωρεά της Ελλάδας, ύψους 1,5 εκ. ευρώ, προκειμένου να φιλοξενήσει μουσείο αφιερωμένο στον Ρήγα.
Η πόλη πέρασε από τα χέρια Σλάβων, Βυζαντινών, Αυστρο-ούγγρων και Τούρκων κατακτητών, με τους τελευταίους να έχουν αφήσει μάλλον την πιο έντονη επιρροή, ενώ η εικόνα της πόλης εκτός από τα νεοκλασικά κτίρια περιλαμβάνει και ουρανοξύστες, ενθύμια της κομμουνιστικής, πρώην ενιαίας Γιουγκοσλαβίας.
Ο πεζόδρομος Κνεζ Μιχάιλοβα, το επίκεντρο των γεγονότων της πόλης με τα αρχιτεκτονικά κτίρια - αριστουργήματα που καθηλώνουν τους επισκέπτες, οδηγεί στην κεντρική πλατεία της Δημοκρατίας (σ.σ.φιλοξένησε στο παρελθόν και διαδηλώσεις υπέρ του καθεστώτος Μιλόσεβιτς), μπροστά στο άγαλμα του πρίγκιπα Μιχάιλο Ομπρένοβιτς, στο κέντρο της πόλης, δίπλα στα πιο σημαντικά πολιτιστικά ιδρύματα, το Εθνικό Μουσείο και το Εθνικό Θέατρο, άλλα δύο γοητευτικά χαρακτηριστικά της πόλης.
Εκτός από το Μουσείο του Νίκολα Τέσλα, το Λευκό Παλάτι (κατοικία της βασιλικής οικογένειας) και το Σπίτι των Λουλουδιών (μουσείο και παλιά κατοικία του Γιόσιπ Μπροζ Τίτο, ιδρυτή του μεταπολεμικού γιουγκοσλαβικού κράτους), το Βελιγράδι έχει και άλλη όψη: Εκατό μέτρα μόλις από το κέντρο της πόλης, η συνοικία Σκαντάρλια, με πλακόστρωτα δρομάκια, παραδοσιακά εστιατόρια και καφετερίες αποτελεί ένα τουριστικό hot spot της σερβικής πρωτεύουσας.
Στα τέλη του 19ου αιώνα καθιερώθηκε ως το στέκι των ηθοποιών, εξαιτίας της γειτνίασης με το Εθνικό Θέατρο και την ίδια εποχή άρχισαν στην Σκαντάρλια να συχνάζουν οι ποιητές.
Τις καλοκαιρινές νύχτες γινόταν δημόσιες απαγγελίες ποιημάτων πριν ακόμη φτάσουν στο πιεστήριο για εκτύπωση και στα εστιατόρια έχουν φάει σημαντικές πολιτικές προσωπικότητες απ όλο τον κόσμο.
Στο γαστριμαργικό πεδίο πάλι, η Ταβέρνα προκαλεί, όπως το όνομά της, ερωτηματικά στους επισκέπτες. Η Ταβέρνα χτίστηκε, όπως μας είπαν οι ιδιοκτήτες και θαμώνες της που συναντήσαμε εκεί, το 1823 από Έλληνες μάστορες.
Το κτίσμα ήταν ιδιοκτησία του πρίγκιπα Μίλος Ομπρένοβιτς, ο οποίος το δώρισε σε ένα φίλο του και το 1826 άρχισε στο ισόγειο να λειτουργεί καφενείο.
Το 1878 άλλαξαν ιδιοκτήτες και ονόμασαν το καφενείο στον ποιμένα και αργότερα, το 1892 μετονομάστηκε σε καφενείο στον καθεδρικό Ναό (λόγω του ναού που βρίσκεται απέναντι).
Το καφενείο έγινε στέκι ποιητών, συγγραφέων, ζωγράφων, ηθοποιών και γενικά καλλιτεχνών, ενώ το όνομα του ενόχλησε την εκκλησία που ζήτησε από το δήμο να το κλείσει. Μεταξύ των μποέμ κυκλοφορούσε ότι, οι παπάδες θέλουν να κλείσουν το καφενείο γιατί τους κλέβει την πελατεία.
Ο ιδιοκτήτης του προκειμένου να μην το κλείσουν έσβησε τον επιγραφή και προσωρινά μέχρι να αποφασίσει πως θα το ονόμασε, έβαλε ένα ερωτηματικό που έμεινε μέχρι σήμερα. Στο καφενείο αυτό σύχναζε ο Βουκ Κάρατζιτς και από το 1834 ήταν το πρώτο δημόσιο αναγνωστήριο εφημερίδων.
Στα θρησκευτικά μνημεία ξεχωρίζει ο Ναός του Αγίου Σάββα, ο μεγαλύτερος ορθόδοξος ναός στα Βαλκάνια, που βρίσκεται στο πάρκο του Καραγιώργη (karadjordjev Park). Ο ναός χτίστηκε στο χώρο όπου οι Τούρκοι έκαψαν τα οστά του Αγίου Σάββα. Η απόφαση για την ανέγερση του ναού λήφθηκε το 1894 και η κατασκευή του άρχισε το 1939. Ο πόλεμος σταμάτησε την ανέγερση και αργότερα το καθεστώς του Τίτο αρνήθηκε να χρηματοδοτήσει το έργο και έτσι έμεινε στα θεμέλια. Πολύ αργότερα το 1984 συγκεντρώθηκαν κάποια χρήματα και ξανάρχισαν οι εργασίες, αλλά εξελίσσονταν αργά.
Μετά την πτώση του Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς ο πρωθυπουργός, Ζόραν Τζίντζιτς, ανέλαβε επικεφαλής της επιτροπής για την ανέγερση του ναού και κατάφερε να συγκεντρώσει τα χρήματα (από δωρεές) για να ολοκληρωθεί η ανέγερση του. Σήμερα, οι εργασίες συνεχίζονται στο εσωτερικό και βρίσκεται σε εξέλιξη η αγιογράφηση του ναού.
Σύμφωνα με τα στελέχη του ΤΟΒ, χρήματα για την ανέγερση του ναού προσέφερε και η Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία, ενώ το λευκό μάρμαρο, με το οποίο ντύθηκαν οι εξωτερικοί τοίχοι του ναού προήλθε από την Ελλάδα.
Λίγα χιλιόμετρα έξω από το Βελιγράδι, το εθνικό πάρκο ’ντα Τσιγκάνλια - Ada ciganlija, έκτασης 8.000 στρεμμάτων τέθηκε το 1821 με πρωτοβουλία του πρίγκιπα Μίλος Ομπρένοβιτς υπό την προστασία του κράτους (οθωμανική αυτοκρατορία) και στα τέλη του 19ου αιώνα, όταν συστάθηκε το σερβικό κράτος, χαρακτηρίστηκε Εθνικό Πάρκο.
Το 1967 δημιουργήθηκε, με τη φραγή του δεξιού βραχίονα του ποταμού, μια τεχνητή λίμνη μήκους 4,2 χιλιομέτρων, όπου χρησιμοποιείται για πλαζ. Τα καλοκαίρια καθημερινά επισκέπτονται το πάρκο 500.000 άνθρωποι. Η Άντα είναι το μεγαλύτερο ανοιχτό αθλητικό κέντρο, υπάρχουν δεκάδες γήπεδα για διάφορα αθλήματα, ποδηλατοδρόμιο κ.α.
Βέβαια, στα ατού της σερβικής πρωτεύουσας περιλαμβάνεται και ο ποταμός Δούναβης, πηγή ζωής όχι μόνο για την πόλη, αλλά και για τις δέκα ευρωπαϊκές χώρες τις οποίες διασχίζει ή αποτελεί σύνορο (Γερμανία, Αυστρία, Σλοβακία, Ουγγαρία, Κροατία, Σερβία, Βουλγαρία, Ρουμανία, Μολδαβία και Ουκρανία) και ο παραπόταμός του Σάββα, στους οποίους οι κρουαζιέρες με τα ποταμόπλοια, ιδίως τις βραδινές ώρες γεννούν νοσταλγία, αρμονία και μια σπίθα στη ψυχή του επισκέπτη για να μην πει αντίο στο Βελιγράδι, αλλά εις το επανειδείν.
(πηγή: www.flash.gr, 1/12/2008)
Η ψυχή του Βελιγραδίου γοητεύει και πάλι τους επισκέπτες
Ετικέτες Σερβία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου