Άνγκορ Βατ

Ο πόνος είναι μια από τις τρεις αλήθειες της βουδιστικής σκέψης. Πόνος που συνοδεύει τη γέννηση του ανθρώπου, την αρρώστια, το γήρας, το θάνατο. Πόνος και η αγάπη με όλες τις μορφές της, πόνος και η έλλειψη κάθε τι επιθυμητού. Μυστήριο πως πετά ο νους μακριά σε συλλογισμούς ατελείωτους και φιλοσοφικούς, όταν ο άνθρωπος είναι μονάχος και έχει χρόνο για ξόδεμα άπλετο. Και τι όμορφα που νοιώθει όταν αυτή τη μοναξιά τη σπαταλά στάλα στάλα σε ενδοσκόπιση, σε ερωτήματα για την απλή αλήθεια του καθημερινού του μικρόκοσμου. Κάπως έτσι γέννησε το Θεό. Και αιώνες τώρα τον γεννά και τον υψώνει κάθε φορά που βάζει με το νου του τέτοια θαυμαστά ερωτήματα και παλεύει να το λύσει όπως και εγώ τώρα που περπατώ τυλιγμένος σε χοντρό πανωφόρι, αξημέρωτα ακόμα, παράπλευρα του δρόμου που οδηγεί στους ναούς. Πως συλλογίστηκα τον πόνο όμως; Ίσως από τα πόδια μου που από το περπάτημα αρχίζουν να γίνονται βαριά ή ίσως εξαιτίας της περιοχής που βρίσκομαι. Γιγάντια δέντρα καμπόκ, θάμνοι, ινδικές συκιές, οργιώδες πράσινο που με περιβάλει από παντού. Το τροπικό δάσος αφουγράζεται μαζί μου τους τριγμούς της νύκτας που φεύγει καθώς ο ήλιος ετοιμάζεται να ανατείλει μέσα από απειλητικά σύννεφα. Βαδίζω στο δρόμο που οδηγεί στο Άνγκορ Βατ, το μεγαλύτερο κέντρο λατρείας της Καμπότζης και αναλογίζομαι πάλι τα παλαιά. Την αγωνία και το φόβο των Ερυθρών Χμερ, τα ρημαγμένα κορμιά από τις νάρκες των δρόμων, την πείνα και εξαθλίωση για χάρη των ιδεών. Κυρίως η ύπαρξη του πόνου είναι τυπωμένη στην ανατολή του Ανγκόρ, του πόνου που είναι μια από τις τρεις Αλήθειες της βουδιστικής σκέψης καθώς έλεγα.


Ο Γάλλος Henri Mouhot έταξε σκοπό της ζωής του να ανακαλύψει τα μυστικά του νότου της Ασίας. Στα 1860 μετά από πολλά βάσανα έφτασε στο Άνγκορ Βατ στη χώρα των χρυσών οριζόντων. Εκεί αντίκρυσε τους ναούς και ρώτησε τους χωρικούς για τον κτίστη τους. Ποιός άλλος από τον γίγαντα των ουρανών του απάντησαν. Η μυθική πρωτεύουσα του βασιλείου των Χμερ στην Καμπότζη είναι ένα από τα ωραιότερα αρχαιολογικά συγκροτήματα του κόσμου με πλήθος ναούς και μνημεία χαμένα στη ζούγκλα. αμέτρητες παγόδες, απάτητες ζούγκλες και άγριες φυλές, Αν ταξιδέψετε για την Καμπότζη πάρτε μια πρωινή πτήση. Η γωνιά αυτή της Νοτιοανατολικής Ασίας προσφέρει τα πάντα. Καθώς ο ήλιος θα ανατέλλει θα βουλιάζει η ματιά σας σε πράσινες θάλασσες, σε ορίζοντες γεμάτους ρυζοχώραφα, σε απάτητες ζούγκλες στον βορρά με φυλές που δεν έχουν υποταχθεί ακόμα στην εξουσία της κεντρικής κυβέρνησης, θα δείτε άγρια ζώα να κυνηγούν στις όχθες των ποταμών ή σε απέραντες φυτείες με φοίνικες στο δέλτα των ποταμών και εξωτικές παραλίες στον ωκεανό. Η καλύτερη περίοδος για να επισκεφθεί κανείς την Καμπότζη είναι τον Ιανουάριο ή το Φεβρουάριο, όταν η υγρασία γίνεται ανεκτή και είναι μάλλον απίθανο να βρέξει. Από τον Μάρτιο αρχίζει να ζεσταίνει πολύ και ο Απρίλιος είναι ανυπόφορα ζεστός. Από τον Απρίλιο ως και τον Οκτώβριο οι βροχές είναι πολλές. Ωστόσο αυτή είναι η καλύτερη εποχή για να επισκεφθείτε το Ανγκόρ, αφού οι τάφροι είναι γεμάτες νερό και η φύση ιδιαίτερα πράσινη. Οι περισσότεροι επισκέπτες έχουν δεί φωτογραφίες ή έχουν διαβάσει περιγραφές των ναών πριν την επίσκεψή τους. Η Ανγκόρ ήταν πρωτεύουσα του βασιλείου των Χμερ που ο πολιτισμός του άκμασε από τον 9ο ως τον 15 αιώνα και καταλάμβανε όλη τη Νοτιοανατολική Ασία από τη σημερινή Μιανμάρ (Βιρμανία) βόρεια, ως τη θάλασσα της Κίνας νότια, από την Ταιλάνδη μέχρι το Βιετνάμ. Οι Σιαμέζοι κατέλαβαν τη χώρα των Χμερ στα μέσα του 15ου αιώνα και οι ναοί θάφτηκαν μέσα στη ζούγκλα ως τα τέλη του 19ου αιώνα, όταν το ενδιαφέρον της Δύσης άρχισε να τους ξεσκεπάζει. Ετσι ένα από τα πιο ωραία αρχαιολογικά συγκροτήματα του κόσμου, μια μυθική πόλη, έγινε γνωστή. Από τα γραπτά μνημεία της σώζονται μόνο σκόρπιες αινιγματικές επιγραφές σε πέτρα, ενώ οι πλούσιες βιβλιοθήκες της με χειρόγραφα σε φύλλα φοίνικα ή δέρματα ζώων χάθηκαν εδώ και αιώνες. Οι απέραντες ξύλινες πολιτείες της σάπισαν από τα νερά αφήνοντας μόνο σίγουρο σημάδι για τι θέση τους το θρύλο και τη λησμονιά. Μόνοι οι πέτρινοι ναοί επιβίωσαν λεηλατημένοι και αυτοί. Ο μεγαλύτερος από τους ναούς, ο Άνκορ Βατ έγινε βουδιστικό μοναστήρι. Χοάνη του Ινδουισμού, Βουδισμού και του ιθαγενούς πολιτισμού των Χμέρ το Άνγκορ γνωρίζει σήμερα τις επιδρομές των τουριστών μιας και δεν υπάρχει άλλο ιστορικό μνημείο στη Νοτιοανατολική Ασία που να συγκρίνεται με τη μεγαλοπρέπεια αυτού του αρχαίου συγκροτήματος, ενώ βορειότερα του Άνγκορ στην καρδιά της ζούγκλας καραδοκεί η ελονοσία και δάση με δρόμους αδιάβατους γεμάτους νάρκες, ληστές, ζώα και φυλές που δεν έχουν συναντήσει ποτέ δυτικούς ανθρώπους.

Έφυγα από την Πνομ Πενχ μετά από ένα τελευταίο περίπατο στους ομοεπαγγελματικούς δρόμους, στενά δηλαδή όπου όλα τα μαγαζιά πωλούν τα ίδια τρόφιμα, ρούχα, χειροτεχνήματα. Ακολούθησα κατεύθυνση προς βορρά με αυτοκίνητο. Ο κύριος εθνικός αυτοκινητόδρομος, με αριθμό 6 περικλείεται από δάση καουτσοκόδεντρων. Το οδόστρωμα γεμάτο λακούβες και άσφαλτο ταλαιπωρημένη από τις υγρασίες. Το σαράβαλο τζιπ που με μεταφέρει έχει ανάγκη ειδικής φροντίδας κάθε είκοσι χιλιόμετρα. Με ταλαιπωρεί η υγρασία και τα μικρά έντομα, η ζέστη και ένα αίσθημα απώλειας προσανατολισμού. Μια πράσινη θάλασσα, αδιαπέραστο τοίχος γύρω από το δρόμο, τα δέντρα. Θα μπορούσα να διαλέξω και το αεροπλάνο βέβαια. Πριν καιρό την πτήση εκτελούσε στρατιωτικό αεροπλάνο όπου ταξίδευες ανάμεσα σε αποσκευές και σε κοτόπουλα, σήμερα η πολιτική αεροπορία έχει αναλάβει το ρόλο της αφήνοντας την μαγεία της περιπέτειας μακριά. Καλύτερα οδικώς και ας κουνά το κεφάλι του όποτε με βλέπει να σφουγκίζω τον ιδρώτα μου ο οδηγός μου. Ευτυχώς που δεν έχει νάρκες πλέον πάνω στο δρόμο, παραδίπλα όμως ούτε συζήτηση. Τα χιλιόμετρα λιγοστεύουν και η μικρή πόλη Σιαμ Ρεπ, λίγα χιλιόμετρα μακριά από τους ναούς της Ανγκόρ με υποδέχετε ένα σούρωπο. Δεν πάνε πολλά χρόνια από τότε που όλη η περιοχή ελεγχόταν από τους Ερυθρούς Χμερ και οι εφημερίδες δημοσίευαν ειδήσεις για ξένους επισκέπτες που κατακρεουργήθηκαν από τους Ερυθρούς Χμερ καθώς δεν πτοούνταν στην επιθυμία τους να επισκεφθούν την Ανγκόρ. Εχει πια νυχτώσει και ο φωτισμός της πόλης είναι ανύπαρκτος όταν προχωρώ προς το ξενοδοχείο. Στην υποτυπώδη αίθουσα υποδοχής ο χωρικός ξενοδόχος με ρωτά με βλέμμα που σπίθηζε: Νίγιακ ντα; (πέτρες των προγόνων). Μπαάτ (ναι) του απαντώ και αμέσως αρχίζει ένας χείμερος ενημέρωσης για τους οδηγούς ξεναγούς που μπορεί να μου διαθέσει για να γνωρίσω τον τόπο του για μερικές δεκάδες ριέλ που στο κάτω κάτω τι αξία μπορεί να έχουν για ένα δυτικό που έρχετε από τόσο μακριά. Πάντα στην ιστορία οι δυτικοί έρχονταν και δεν έφευγαν εύκολα, όχι χωρίς άδεια χέρια τουλάχιστον. Την επομένη άγριο χάραμα φθάνω στον Ανγκόρ Βατ, έναν από τους μνημειακότερους ναούς που χτίστηκαν από τον Σουργιαβαρμάν 2ο προς τιμήν της θεότητας Βίσνου και ο οποίος έγινε τόπος συνύπαρξης θρησκειών, του ινδουισμού και κυρίως του βουδισμού. Ο ναός δεσπόζει σ΄ ένα ξέφωτο του δάσους έξι περίπου χιλιόμετρα από την πόλη Σιαμ Ρέπ. Περιμένω την ανατολή και σκέφτομαι, θυμάμαι τα λόγια μιας άλλης επισκέτριας που πριν χρόνια έγραψε γι’ αυτή την ανατολή: Όλες οι θρησκείες έχουν γεννηθεί στην ασιατική ήπειρο, στην ήπειρο απ' όπου ανατέλει ο ήλιος και όλες έχουν γεννηθεί μέσα στο χρυσάφι. Γιατί η Ανατολή είναι χρυσός. Αυτή η χρυσαφένια ανατολή ξεπροβάλλει κάθε πρωί στα θρησκευτικά καταφύγια: στο Σινά για τον χριστιανισμό, στον Γάγγη για τον ινδουισμό και στην Ανγκόρ για το βουδισμό. Και δεν είναι καθόλου τυχαίο ότι η ανατολή στα μέρη αυτά είναι συνδεδεμένη με τη θρησκεία. Γιατί και η θρησκεία είναι, όπως η ανατολή, πλούτος πνευματικός, είναι χρυσός. Τρεις ανατολές, τρεις θρησκείες. Τρεις ανατολές διαφορετικές η μία από την άλλη όσο διαφορετικές είναι και οι θρησκείες μεταξύ τους. Τρεις ανατολές που δείχνουν τις αρχέγονες παιδαγωγικές της κάθε θρησκείας γιατί εκεί είναι καθαρές, μακριά από κάθε σημερινή μεταφυσική παρέμβαση και μυθολογία. Η ανατολή στην Ανγκόρ είναι απειλητική και συγχρόνως φοβισμένη, ερημική. Η ανατολή στον Γάγγη ήρεμη, χαρούμενη, υδάτινη. Η ανατολή στο Σινά φοβερή και ανελέητη, βροντώδης, υπερουράνια.

Τι ακριβώς ήταν το Άνγκορ των ναών; Σύμφωνα με ένα ιεραπόστολο του 17ου αιώνα το Άνγκορ Βατ ήταν για τους ανθρώπους της νοτιοανατολικής Ασίας ότι η Ρώμη για τους Χριστιανούς. Μια Ρώμη της Ανατολής που μεγάλωσε σιγά σιγά, ξεπήδησε από τις υγρασίες των μουσόνων, από τη δροσοσταλιά των φυλωμάτων του δάσους. Εκεί στη καρδιά της χώρας που σήμερα ονομάζουμε Καμπότζη, στις όχθες της Τόνλε Σαπ, της μεγάλης κεντρικής λίμνης, άρχισε να σχηματίζετε και να μεγαλώνει η δύναμη του νέου βασιλείου. Η λίμνη ήταν για τους Χμερ ότι ο Νείλος για τους Αιγύπτιους. Ο πληθυσμός που συγκεντρώθηκε στις όχθες της κατασκεύασε έργα. Έργα υδραυλικά για να τιθασεύσει το νερό, να αυξήσει την παραγωγή του ρυζιού που έπρεπε να φτάσει για όλους. Και ο λαός κατασκεύαζε όλο και μεγαλύτερα υδραυλικά έργα. Όλα αυτά απαιτούσαν μια ισχυρή κεντρική εξουσία, γιατί αλλοιώς μεγάλα έργα δεν φτιάχνονται. Η βελτίωση της οργάνωσης και των τεχνικών απέδωσε υψηλότερη παραγωγή και απελευθέρωσε εργατικά χέρια που ο μεγάλος απόλυτος μονάρχιος βασιλιάς – Θεός μπορούσε να διαθέσει για την ανέγερση ναών μνημείων δόξας για τον οίκο του και το βασίλειο. Γύρω από το παλάτι εκατοντάδες χιλιάδες οι κάτοικοι σε ξύλινα σπίτια που απλώνονταν όσο άπλωνε το βλέμα. Τον 12 αιώνα το Άνγκορ είχε πληθυσμό ενός εκατομυρίου όταν το Παρίσι μόνο 30.000 ψυχές. Σ’ αυτή την πρωτεύουσα της ζούγκλας ορθώθηκαν δεκάδες ναοί, κάθε μέλος της βασιλικής δυναστείας προσέθετε τον δικό του. Οι βασιλιάδες των Χμερ καθαγίαζαν την εξουσίας τους χτίζοντας ναούς, ως τμήμα ενός ευρύτερου σχεδίου που υλοποιούσαν επι πολλές γενιές. Ένα δίκτυο από κανάλια και τεχνητές λίμνες συγκέντρωνε τα νερά που κυλούσαν στους γύρω λόφους, εξασφαλίζοντας στους Χμερ πλούσια συγκομιδή ρυζιού. Οι τεχνιτές λίμνες συμβόλιζαν τους ωκεανούς του σύμπαντος. Όμως ένας ήταν ο κυρίαρχος ναός. Το Άνγκορ Βατ. Συμβουλεύομαι τις σελίδες των οδηγών και διαβάζω. Για τους αρχαίους Χμερ ήταν ναός, ιερό, μαυσωλείο, αστεροσκοπείο, ένα δημόσιο έργο πηγή υπερηφάνειας. Ήταν μια φυσική αναπαράσταση της ινδουιστικής κοσμολογίας. Οι κεντρικοί πύργοι συμβολίζουν της μυθικές κορυφές του όρους Μερού, κέντρου του σύμπαντος και κατοικία των Θεών. Το εξωτερικό τείχος αντιπροσωπεύει την άκρη του κόσμου ενώ η τάφρος τους ωκεανούς. Αφιερωμένος όλος ο ναός στο Θεό Βισνού δόξαζε τον Θεό στα μάτια του ανθρώπου. Οι ιερείς που ανέβαιναν από τον κεντρικό άξονα δεν εισέρχονταν μόνο σ’ ένα ιερό χώρο αλλά βιούσαν όλη την ιστορία του κόσμου, μια επιτομή της κοσμοθεωρίας τους από πέτρα. Όταν οι αρχαίοι Χμερ ασπάστηκαν τον Ινδουισμό επέλεξαν να συμβολίσουν με το Άνγκορ τη νέα τους πίστη. Οι λόφοι κοντά στο Άνγκορ συμβόλιζαν τα Ιμαλάια, τα νερά του Καμπόλ τον ιερό Γάγγη.

Η ατμόσφαιρα μυρίζει άρωμα λωτού και καμμένου ξύλου, βουδιστές μοναχοί με πορτοκαλιά ράσα κατηφόριζαν το μονοπάτι που με έφερε εδώ για να ζητήσουν προσφορές από το κοντινό χωριό. Μπρός μου κίονες, στοές, λιθόστρωτα, σκαλιστά θηριά, φίδια πολυκέφαλα, γυναίκες θεοί, φοβεροί δαίμονες. Το περπάτημά μου αργό για να συγχρονίζεται με τις προσευχές των πιστών του Βούδα. Η ατμόσφαιρα έντονα συγκινησιακή όσο και εξωτική. Περιδιαβάζω με τις ώρες θαυμάζοντας τα αριστουργήματα της τέχνης με τις πολλαπλές στέγες τα αμέτρητα αγάλματα του Βούδα και άλλων μικρότερων θεοτήτων. Έρχοντια πιστοί και προσεύχονται επί ώρες. Τηρώντας την παράδοση οι προσκηνυτές προσφέρουν άνθη λωτού στους βούδες των ναών και άλλοι αρωματικά κεριά. Ευχαριστώ από καρδιάς το Θεό που με αξίωσε να επισκεφθώ αυτόν τον ευλαβικό τόπο προσκυνήματος των πιστών του βουδισμού. Την πέτρα των ναών τη νιώθω σαν ένα γραπτό ντοκουμέντο, διότι από το παρελθόν της Ανγκόρ δεν σώζεται κανένα αρχείο. Η μόνη μαρτυρία της ύπαρξής της είναι τα μνημεία της, κυρίως ναοί, ανάγλυφες παραστάσεις και στήλες με επιγραφές. Και οι ναοί της δεν είναι ελεύθεροι, αλλά αιχμάλωτοι. Αιχμάλωτοι στις ρίζες της ινδικής συκιάς όπως ο Τα Προμ που οι ρίζες των αιωνόβιων δένδρων δεν ζουν στο χώμα αλλά ανάμεσα στα ερείπια του ναού. Κοντά και οι γιγάντιες ρίζες των καπόκ που τρυπούν τις πέτρες, τις σφίγκουν σε σκληρό και ατελείωτο εναγκαλισμό. Οι κορμοί των δένδρων έγιναν ένα με τις πέτρες σε σχέδια ενός φαινομενικά παράφρονα αρχιτέκτονα που τόλμησε τέτοιες μίξεις υλικών. Επισκέφθηκα πλήθος ναούς, καθένας με το δικό του σχεδιασμό, όλοι αφιερωμένοι σε θεούς, ήρωες, γκουρού, μέλη της οικογένειας των βασιλιάδων Χμερ. Επισκέφθηκα και τον ναό Preah Khan όπου ζούσαν εκείνη την εποχή χορευτές, ιερείς και δούλοι του ναού. Καθώς και τους Baphuon, Pre Rup, Preah Neak Pean, Banteay Kdei και άλλους πολλούς, τι αχόρταγο που είναι το βλέμμα και πόσο γρήγορα κοπιάζουν τα πόδια σε παρόμοιες εξερευνήσεις. Βόρεια του Άνγκορ Βατ κτίστηκε το Άνγκορ Τομ, η μεγάλη Πολιτεία, οχυρωμένη με ναούς, λίμνες και χιλιάδες κατοίκους δημιουργία του βασιλιά Τζαγιαβαρμάν 7ου, με τα ερείπια των βασιλικών ανακτόρων, τη βασιλική εξέδρα, την εξέδρα των ελεφάντων απ' όπου οι βασιλείς παρακολουθούσαν διάφορες εκδηλώσεις και την εξέδρα του Λεπρού Βασιλιά, που χρησίμευε για αποτέφρωση λεπρών. Μέσα στα ερείπια της Ανγκόρ Τομ στο κέντρο της ο επίσημος ναός του κράτους, το Μπαγιόν. Το Μπαγιόν είναι γεμάτο φιδογυριστά σοκάκια, πέτρινους κίονες που θυμίζουν δάσος. Πενήντα τέσσερις πύργοι υψώνονται από τις επάλξεις τους με τέσσερα γιγάντια ανάγλυφα πρόσωπα ο καθένας. Σε αντίθεση με το Άνγκορ Βατ, το Μπαγιόν αποτυπώνει στις γλυπτές αναπαραστάσεις του τον τρόπο ζωής των κατοίκων με χιούμορ και ζωντάνια και γλυπτά που μεταφέρουν εικόνες της καθημερινής ζωής. Πέντε μνημειακές πύλες διαθέτει ο ναός που την είσοδό τους φύλαγα δύο σειρές από γίγαντες, θεούς και δαίμονες. Κάθε πύλη φτιαγμένη από τέσσερα ανθρώπινα χαμογελαστά πρόσωπα, σε γιγάντιες διαστάσεις στραμμένα προς τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα μπερδεμένα με πανύψηλα δένδρα. Ο ναός Μπαγιόν ήταν η αίθουσα της Συνέλευσης των Θεών όπου συγκεντρώνονταν όταν ήθελαν, ενώ ο Βράχμα πολλαπλασίαζε την εικόνα τους για να τιμήσει κάθε έναν από αυτούς.

Λένε πως όλα τα θαύματα διαρκούν λίγο. Και το θαύμα του Άνγκορ δεν κράτησε αιώνια. Μετά την εισβολή των Σιαμέζων το 1431 και την εγκατάληψή της η ζούγκλα αναδείχθηκε ο μεγάλος νικητής πνίγοντας στην πράσινη αγκαλιά της τα πέτρινα μνημεία που σταμάτισαν να χρυσίζουν όλο τον ορίζοντα και σβήνουν από τα μάτια όλα τα άλλα χρώματα όταν τους φώτιζε ο ήλιος της δύσης. Το απόγευμα της τρίτης μέρας περιήγησης μέσα στα χαλάσματα και τους μεγάλους τοίχους των ναών με βρήκε στο Σιαμ Ρεπ να ετοιμάζω το σακίδιο για την επιστροφή. Στο νου μου η ιδέα να προχωρήσω βορειότερα ζωηρεύει όμως η φωνή της λογικής επαναστατεί. Δύσκολα και αδιάβατα τα περάσματα, μόνο συμμορίες διασχίζουν τους δρόμους. Συμμορίες αρχαιοκαπήλων. Το μεγάλο άγος του Άνγκορ. Πλήθος αγάλματα και ολόκληροι τοίχοι έχουν αποσυναρμολογηθεί και πουληθεί με τις παραστάσεις και τα γλυπτά τους σε συλλέκτες του εξωτερικού. Ταλαίπωρο αυτό το μέρος. Μετά την πτώση και την λησμονιά στην πράσινη ζούγκλα ήρθε η μανιά του πολέμου. Κατά την εποχή των Ερυθρών Χμερ πολλές φορές οι ναοί στάθηκαν πεδία μάχης και σφαίρες, οβίδες και νάρκες έσκασαν τραυματίζοντας την πέτρα. Μετά τον πόλεμοι άλλες χειρότερες καταστροφές ήρθαν με την ειρήνη. Λεηλασίες. Σήμερα ελάχιστα είναι τα αγάλματα που δεν είναι αποκεφαλισμένα από αρχαιοκάπηλους. Η κυβέρνηση μετέφερε πολλά γλυπτά σε αποθήκες στο Σιαμ Ρεπ αλλά και εκεί έγιναν στόχος επιθέσεων από ένοπλες συμμορίες. Σε μια χώρα που η ειρήνη δυναμώνει μέρα με τη μέρα τα προβλήματα δε λείπουν. Κάθε αγρότης ή υπάλληλος του κράτους ξέρει πως η κεφαλή ενός γλυπτού αν πωληθεί στον αρχαιοκάπηλο θα εξασφαλίσει την τροφή της οικογένειας για πολλά χρόνια. Το δέλεαρ είναι πολύ μεγάλο ειδικά σε χρονιές που η παραγωγή ρυζιού είναι μικρή και ο κόσμος πεινά. Οι αγοραστές των αρχαίων μεταφέρουν τα καλλιτεχνήματα προς βορρά. Η δύναμη των όπλων τους δεν αρκεί μιας και η φύση είναι εχθρική, στα σύνορα με την Ταιλάνδη τα γλυπτά λαθραία αλλάζουν γρήγορα χέρια και άλλες συμμορίες τα διοχετεύουν νότια πλέον στην Μπανγκόκ. Στα παλαιοπωλεία της κεφαλές βούδα και άλλων μελών του λατρευτικού πάνθεου κτυπούν τιμές ευκαιρίας χιλιάδων δολλαρίων, στην Ευρώπη και την Αμερική οι συλλέκτες πληρώνουν περισσότερα για ένα πολιτισμό που ξεπουλιέται πέτρα πέτρα.

Τη σημασία των γλυπτών του Άνγκορ είχα εκτιμίσει χρόνια πρίν στο Μπεγκάν της Βιρμανίας, μια άλλη Ασιατική νεκρόπολη με πάνω από 2.000 τέμπλα σπαρμένα σε έναν απέραντο ορίζοντα. Πρόκειται για ένα αληθινό μνημείο της ανθρωπότητας το οποίο από πλευράς εντυπώσεων παραλληλίζεται με τις πυραμίδες της Αιγύπτου. Κυρίαρχη παγόδα στο συγκρότημα εκείνων των ναών η παγόδα Mahamuni. Ο μεγάλος θησαυρός της όμως βρίσκεται σε μια αίθουσάς όπου φυλάσσονται έξι χάλκινα αγάλματα από τους ναούς του Ανγκόρ τα οποία θεωρούνται μοναδικά αριστουργήματα. Τα αγάλματα βρέθηκαν εκεί μετά από αρπαγή τους στα 1431 από Ταϊλανδούς και κατόπιν στα 1599 από τους Βιρμανούς. Η ιστορία των αγαλμάτων ήρθε στο νου μου κατά την επιστροφή στην πρωτεύουσα Πνομ Πενχ όπου επισκέφτηκα το Εθνικό Μουσείο για να θαυμάσω μεταξύ άλλων και το άγαλμα του μεγάλου βασιλιά Τζαγιαβαρμάν του 7ου. Ηταν ο σημαντικότερος βασιλιάς των Χμερ που κυνήγησε τους Σιαμέζους και εξάπλωσε το κράτος του περισσότερο από κάθε άλλο βασιλιά της χώρας. Στην ανάμνηση εκείνου κτίστηκαν ναοί στο Άνγκορ και είναι ακόμα και σήμερα όνομα σεβαστό μεταξύ των σύγχρονων Χμερ.

Το τελευταίο απόγευμα στην Καμπότζη αφέθηκα στις μυρωδιές των λωτών και των αρωματισμένων κεριών του ιερού Wat Lang Ka. Θυμήθηκα και πάλι των ανατολή του Ανγκόρ και τις Νίγιακ ντα, τις πέτρες των προγόνων του ξενοδόχου της Σιαμ Ρεπ και χωρίς να το καταλάβω δάκρυσα, τελικά ο πόνος δεν είναι μόνο στην ανατολή αλλά σε όλη την ουσία του Ανγκόρ, ένας πόνος καθαρμού που δεν πρέπει να το αποφύγουμε, ίσως αυτή να είναι η κληρονομιά των αρχαίων Χμερ στο σύγχρονο κόσμο μας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: