Οι επιθέσεις στη Βομβάη επιδεινώνουν ένα πρόβλημα που ήδη υπήρχε στην Ινδία

Οταν μιλάμε για τις χώρες όπου είναι πιο έντονο το πρόβλημα της τρομοκρατίας, συνηθίζουμε να αναφερόμαστε στο Ιράκ, το Αφγανιστάν και το Πακιστάν. Εδώ και πολύ καιρό, όμως, σε αυτή την κατηγορία περιλαμβάνεται και η Ινδία. Χρειάζεται βέβαια να συμβαίνουν επιθέσεις όπως αυτές της Βομβάης για να το καταλάβουμε. Κι όμως, φέτος γίνονται στην Ινδία κάπου 100 τρομοκρατικές επιθέσεις τον μήνα. Ορισμένους μήνες, μάλιστα, ο αριθμός των επιθέσεων ήταν μεγαλύτερος από εκείνον που σημειωνόταν την ίδια περίοδο σε άλλες χώρες.

Οπως γράφει στην Ελ Παϊς ο Φερνάντο Ρεϊνάρες, διευθυντής του Προγράμματος για την Παγκόσμια Τρομοκρατία στο Real Instituto Elcano της Μαδρίτης, οι τελευταίες επιθέσεις αποτελούν ουσιαστικά μια ενισχυμένη έκδοση επιθέσεων που σημειώνονταν ήδη στην Ινδία στο παρελθόν. Στις περισσότερες περιπτώσεις χρησιμοποιούνταν βόμβες, αλλά δεν ήταν λίγες οι φορές που οι επιθέσεις γίνονταν με αυτόματα όπλα ή χειροβομβίδες και συνοδεύονταν από απαγωγές.

Οκτώ στα δέκα θύματα αυτών των επιθέσεων είναι άμαχοι, ποσοστό που μεγαλώνει ακόμη περισσότερο αν λάβουμε υπόψη μας τους τραυματίες. Είναι σαφές ότι οι τρομοκρατικές οργανώσεις που δρουν στην Ινδία αποτελούν ένα πολύ ετερογενές σύνολο. Υπάρχουν μαοϊκοί και αυτονομιστές, υπάρχουν ισλαμιστές και «τζιχαντιστές», αλλά και οργανώσεις που συνδυάζουν αυτές τις ιδιότητες. Σε άλλες περιπτώσεις ο χαρακτήρας τους είναι ενδογενής και σε άλλες οι τρομοκράτες έχουν σχέση με τις γειτονικές χώρες, και ιδιαίτερα το Μπανγκλαντές και το Πακιστάν.

Παρόλο που για τέσσερις από τις οργανώσεις που ανήκουν στη δεύτερη κατηγορία υπάρχουν ενδείξεις ότι συνδέονται με την αλ-Κάιντα, δεν είναι εξακριβωμένο ότι το τρομοκρατικό αυτό δίκτυο έχει δική του παρουσία στο ινδικό έδαφος.

Ένα κομμάτι αυτής της τρομοκρατίας, και ιδιαίτερα οι ισλαμιστές και οι «τζιχαντιστές», εξελίσσεται με τρόπο που διαφεύγει από τον έλεγχο των δυνάμεων ασφαλείας. Πολλές από τις οργανώσεις αυτές συνδέονται με τους Ινδούς Μουτζαχεντίν, που εμφανίστηκαν για πρώτη φορά τον Νοέμβριο του 2007 με μια σειρά επιθέσεων σε τρεις πόλεις του Ουτάρ Πραντές. Στη συνέχεια, θεωρήθηκαν υπεύθυνοι για επιθέσεις στο Τζαϊπούρ (Μάιος, 60 νεκροί), στο Αχμενταμπάντ (Ιούλιος, 50 νεκροί) και στο Δελχί (Σεπτέμβριος). Στις τρεις αυτές περιπτώσεις, οι τρομοκράτες χρησιμοποίησαν ως πρόσχημα τις διακρίσεις του δικαστικού συστήματος εναντίον τους, χωρίς αυτό να οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η «ατζέντα» τους έχει αποκλειστικά εθνικό χαρακτήρα. Το πρώτο από τα ανακοινωθέντα τους άλλωστε, που εκδόθηκε πριν από ένα χρόνο, ξεκινούσε ως εξής: «Ο πόλεμος των πολιτισμών μεταξύ μουσουλμάνων και απίστων άρχισε στο έδαφος της Ινδίας».

Ο σχεδιασμός και η εκτέλεση των επιθέσεων στη Βομβάη δεν παραπέμπουν πάντως λογικά σε μια συγκεκριμένη τρομοκρατική οργάνωση. Ισως το όνομα με το οποίο ανέλαβαν την ευθύνη να κρύβει ένα μίγμα εξτρεμιστών, από τους Μουτζαχεντίν της Ινδίας μέχρι την οργάνωση Λασκάρ-ε-Ταϊμπα (με έδρα το Πακιστάν) ή τη Χαρκάτ ουλ Τζιχάντ ουλ Ισλάμι (με έδρα το Μπανγκλαντές).

Στην Ινδία οξύνεται ένα πρόβλημα που ήδη υπήρχε. Η κυβέρνησή της πρέπει τώρα να λύσει σοβαρά προβλήματα στους τομείς της εθνικής αντικατασκοπείας και της αστυνομικής συνεργασίας, που υπονομεύουν την πρόληψη και τη μάχη κατά της τρομοκρατίας. Και αυτό είναι πολύ σημαντικό αν λάβουμε υπόψη μας ότι η Ινδία είναι μια πυρηνική χώρα. Το πρόβλημα πρέπει επίσης να αντιμετωπιστεί σε περιφερειακό επίπεδο, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά το Πακιστάν, άλλη μια πυρηνική χώρα.

Οι ινδικές αρχές, καταλήγει ο αρθρογράφος, θα πρέπει να καταλάβουν ότι η μουσουλμανική κοινότητα της χώρας είναι κι αυτή ευάλωτη στη διαδικασία βίαιης ριζοσπαστικοποίησης που λαμβάνει χώρα ήδη σε αντίστοιχες κοινότητες άλλων χωρών. Δεν είναι περίεργο ότι οι τρομοκράτες έχουν επικαλεστεί για κάποιες από τις επιθέσεις τους αυτά που συμβαίνουν στην Τσετσενία.

(πηγή: www.flash.gr, 28/11/2008)

Δεν υπάρχουν σχόλια: