Τουριστική Επιστημονική Επιθεώρηση : 1η έκδοση - Ιανουάριος 2004
Κοινωνιολογική προσέγγιση.
Πρόγραμμα Κατάρτισης Ανέργων – Εργαζομένων και Αυτοαπασχολούμενων με θέμα «Πολιτιστικός Θρησκευτικός Τουρισμός». Τήνο 18.10-22.12.2004
Δρ. Πολυξένη Μοίρα
Επίκουρος Καθηγήτρια και Προϊσταμένη του Τμήματος Διοίκησης Τουριστικών Επιχειρήσεων του Παραρτήματος Ηγουμενίτσας του Τ.Ε.Ι. Ηπείρου
Περίληψη
Η αναζήτηση του θείου ή του υπέρτατου όντος, απετέλεσε από την αρχαιότητα κίνητρο μετακίνησης των ανθρώπων στο χώρο. Σήμερα, αυτή η μετακίνηση για την εκδήλωση της πίστης πλαισιώνεται από ένα μεγάλο φάσμα τουριστικών δραστηριοτήτων που χαρακτηρίζουν το φαινόμενο αυτό ως θρησκευτικό τουρισμό.
Η μελέτη αυτή επιχειρεί να προσεγγίσει κοινωνιολογικά και να διαφοροποιήσει την έννοια του προσκυνητή από αυτή του θρησκευτικού τουρίστα, λαμβάνοντας υπόψη τη σημασία που έχει στις σύγχρονες κοινωνίες το θρησκευτικό στοιχείο.
1. Η θρησκευτική έκφραση ως λόγος μετακίνησης
Το θρησκευτικό φαινόμενο είναι συνυφασμένο με την ανθρώπινη παρουσία στη γη. Δεν υπήρξε λαός που να μην είχε κάποια μορφή θρησκείας ή λατρείας προς κάποιο ή κάποια υπέρτατα όντα. Ο άνθρωπος είναι από τη φύση του ον θρησκευτικό (homo religiosus). Η θρησκεία, ως πανανθρώπινο φαινόμενο, διαδραματίζει σημαντικότατο ρόλο στην πνευματική ζωή του ανθρώπου. Επηρεάζει βαθύτατα και διαμορφώνει τον ανθρώπινο πολιτισμό. Η επικοινωνία με το ιερό/θείο, ο περιορισμός της απόστασης ανθρώπου και Θεού, ικανοποιεί ένα πλήθος συναισθημάτων και καλύπτει ένα πλήθος ψυχικών και συναισθηματικών αναγκών, που συνδέονται άμεσα με την ίδια την ύπαρξη του ανθρώπου.
Ένας τρόπος προσέγγισης του ανθρώπου με το Θείο είναι το προσκύνημα. Το προσκύνημα υπήρξε ανέκαθεν και εξακολουθεί να είναι ένα ταξίδι στο άγνωστο. Η αρχική πράξη του προσκυνήματος είναι να θέσει ο άνθρωπος τον εαυτό του στα χέρια της θεότητας. Μέσα από αυτή την εκδήλωση πίστης, ο προσκυνητής αναζητά τη θεότητα, μακριά από τις δομές της καθημερινής ζωής. O προσκυνητής επιδιώκει τη σωτηρία της ψυχής του μέσω της πραγματοποίησης ενός «φυσικού ταξιδιού», με κυρίαρχο το πνευματικό στοιχείο, την αγάπη για το θείο και την απομάκρυνση από το χώρο των υλικών αναγκών. Το προσκύνημα προϋποθέτει τη μετάβαση του πιστού στο χώρο που θεωρείται ιερός. Είναι ένα ταξίδι τόσο εξωτερικό, προς το ιερό μέρος, όσο και εσωτερικό, προς την πνευματική ανύψωση.
Σε όλες τις περιόδους της ιστορίας, από την αρχαιότητα, το προσκύνημα αποτελούσε κίνητρο μετακίνησης των ανθρώπων και κατ΄ επέκταση αιτία δημιουργίας «τουριστικού» ρεύματος. Ο Ηρόδοτος περιέγραψε στις «Ιστορίες» του τη μετακίνηση χιλιάδων Αιγυπτίων, οι οποίοι έπλεαν το Νείλο με τις φελούκες τους με σκοπό να μεταβούν στο ναό της Μέμφιδος για προσκύνημα. Οι αρχαίοι Έλληνες επισκέπτονταν τους Δελφούς για να ζητήσουν το χρησμό από το Μαντείο του Απόλλωνα και την Επίδαυρο για να θεραπευθούν στο ναό του Ασκληπιού. Οι κάτοικοι του Μεξικού αναζητούσαν τη λύτρωση στο ναό του Quetzal, οι κάτοικοι του Περού στο Κούζκο και οι Βολιβιανοί στη λίμνη Τιτικάκα (Baiffal, 1906:112-20). Από την εποχή του Μεσαίωνα χιλιάδες πιστοί συνέρεαν για προσκύνημα στον αγιο Ιάκωβο της Κομποστέλα (Sandiago de Compostela) ή τη Μέκκα. Σ΄ αυτό συνηγορούσε, επίσης, το γεγονός ότι όλα τα θρησκευτικά κείμενα των γνωστών θρησκειών παροτρύνουν τους πιστούς στην αναζήτηση της θεότητας μέσω του προσκυνήματος.
Οι δυσκολίες και οι αντιξοότητες του φυσικού ταξιδιού, ανάλογα βέβαια με την ιστορική περίοδο στην οποία λάμβανε χώρα, βοηθούσαν τον πιστό να παραμένει στο χώρο της πειθαρχίας, της ευλάβειας και της εγκράτειας που επιβάλλει το πνευματικό ταξίδι του προσκυνήματος. Σε προηγούμενες περιόδους το προσκύνημα ήταν ψυχική ανάγκη και η πραγματοποίησή του θεωρείτο λυτρωτική πράξη. Οι Χριστιανοί προσκυνητές μετέβαιναν στους Άγιους Τόπους με κάθε μέσο, στερούμενοι συχνά ακόμα και την τροφή, υπομένοντας όλες τις κακουχίες του ταξιδιού προκειμένου να προσκυνήσουν στον ιερό τόπο. Σήμερα, όμως, από τις συνθήκες, υπό τις οποίες γίνεται το ταξίδι, προκαλούνται ερωτηματικά για το κατά πόσο πρόκειται πραγματικά για προσκυνητές, με την ουσιαστική έννοια του όρου. Έτσι διαμορφώνεται και επικρατεί η έννοια του Θρησκευτικού Tουρίστα (Homo Touristicus Religiosus) ο οποίος αντιδιαστέλλεται από τον προσκυνητή (pilgrim) (Vukonic, 1996:68).
Ο Rinschede (1992) θεωρεί ότι θρησκευτικός τουρισμός είναι η μορφή του τουρισμού, του οποίου οι μετέχοντες κινούνται είτε εν μέρει είτε αποκλειστικά από θρησκευτικούς λόγους. Μάλιστα θεωρεί ότι ο θρησκευτικός τουρισμός είναι υποκατηγορία του πολιτιστικού τουρισμού, από το γεγονός ότι οι μετέχοντες σε οργανωμένα προσκυνήματα διαθέτουν συχνά μια μέρα επιπλέον για επίσκεψη σε επιλεγμένα τουριστικά αξιοθέατα (π.χ. από τη Λούρδη στην Ανδόρα ή τα Ισπανικά Πυρηναία, ή από τη Φατίμα στις ακτές του Ατλαντικού ή κάποια γειτονική πόλη με πολιτιστικό ενδιαφέρον).
O Robichaud (1999:2) θεωρεί ότι ο θρησκευτικός τουρίστας βρίσκεται ανάμεσα στον τουρίστα και στον προσκυνητή. Είναι αυτός που ταξιδεύει για θρησκευτικούς σκοπούς αλλά δεν γνωρίζει με ποιο τρόπο να αγγίξει τον πνευματικό του στόχο, καθώς περιβάλλεται από επαγγελματίες ταξιδιωτικούς συμβούλους, εντάσσεται σε προκαθορισμένα προγράμματα ταξιδιού, συμμετέχει σε οργανωμένα ομαδικά γεύματα και ακολουθεί τυποποιημένες διαδρομές, χάνοντας τον πραγματικό θρησκευτικό / πνευματικό του στόχο. Μπορεί το ταξίδι του να ονομάζεται προσκύνημα, στην πραγματικότητα όμως ο ταξιδιώτης αυτός αλλοτριώνεται και καθίσταται από προσκυνητής απλά και μόνο τουρίστας. Η ευμάρεια, οι ανέσεις, το κοσμοπολίτικο περιβάλλον των ταξιδιών και της διαμονής σε πολυτελή ξενοδοχεία, οι φωτογραφικές μηχανές και οι κάμερες που συνοδεύουν πολλούς ταξιδιώτες, η εμπορευματοποίηση των ιερών αντικειμένων, οι ανάγκες για καταλύματα, γεύματα, οργανωμένες εκδηλώσεις κ.λπ. αφαιρούν από το προσκύνημα το στοιχείο της πνευματικότητας και το περιορίζουν στο τουριστικό στοιχείο. Ο Robichaud (1999), επισημαίνει ότι το σύγχρονο προσκύνημα στο Βατικανό «έχει υποβαθμισθεί» και εστιάζεται σε δύο σημεία, "α) να δούμε τον Πάπα και β) να γιορτάσουμε ομαδικά επισκεπτόμενοι πολλές και διαφορετικές εκκλησίες" (Robichaud, 1999: 3). Ο Vukonic (1996) υποστηρίζει ότι ο θρησκευτικός τουρίστας όταν εκπληρώσει τις θρησκευτικές του ανάγκες, συμπεριφέρεται κατά τα λοιπά, ως τουρίστας, εννοώντας ότι έχει ανάγκη για κατάλυμα, γεύματα, να αγοράσει ενθύμια κ.λπ. Oι Turner και Terner (1978:20) υποστηρίζουν ότι «ο θρησκευτικός τουρίστας είναι κατά το ήμισυ προσκυνητής και κατά το ήμισυ τουρίστας».
Σε ορισμένες θρησκείες, όπως το Ισλάμ, ο όρος θρησκευτικός τουρισμός θεωρείται απαράδεκτος. Το προσκύνημα στον ιερό τόπο είναι καθήκον του πιστού. Κυριαρχεί μόνο το πνευματικό στοιχείο. Οι Ρωμαιοκαθολικοί είναι ανεκτικοί στην ιδέα του θρησκευτικού τουρισμού, ούτε τον δέχονται ούτε τον απορρίπτουν, ίσως διότι το φαινόμενο είναι ισχυρό και έχει τεράστιες οικονομικές διαστάσεις.
2. Τα κέντρα προσκυνημάτων ανά τον κόσμο.
Σήμερα υπάρχουν στον κόσμο πολλές διαφορετικές θρησκείες. Σύμφωνα με στοιχεία οι Χριστιανοί το 2000 ανέρχονταν στο 1.999.566.000 και οι μη Χριστιανοί στα 4.055.483.000 άτομα. Από το σύνολο των Χριστιανών τα 1.056.920.000 είναι Καθολικοί, τα 215.129.000 είναι Ορθόδοξοι και τα 342.035.000 είναι Προτεστάντες. Από τους μη Χριστιανούς το 1.188.240.000 είναι Μουσουλμάνοι, τα 811.337.000 είναι Ινδουιστές και τα 359.982.000 είναι Βουδιστές.
ΠΗΓΗ:International Bulletin of Missionary Research, USA (January 2000), PANORAMA OF RELIGIONS IN THE WORLD. Επεξεργασία/παρουσίαση: Π. Μοίρα, 2002
Οι σημαντικότερες μονοθεϊστικές θρησκείες είναι ο Χριστιανισμός, με τις διαφορετικές εκκλησίες (Ρωμαιοκαθολικοί, Ορθόδοξοι, Λουθηριανοί κ.λπ.), ο Ισλαμισμός, ο Βουδισμός, και ο Ιουδαϊσμός. Παράλληλα, όπως φαίνεται και από τον παραπάνω πίνακα, υπάρχει και ένα μεγάλος αριθμός από πίστεις, λατρείες, μύθους, ομάδες, αιρέσεις κ.λπ. κυρίως μεταξύ των κατοίκων των υπό ανάπτυξη κρατών.
Οι μονοθεϊστικές θρησκείες επικεντρώνονται γύρω από μια θεότητα ή προφήτη / απεσταλμένο της θεότητας και το προσκύνημα των πιστών συνήθως κατευθύνεται στα σημεία όπου η θεότητα ή ο απεσταλμένος της, γεννήθηκε, έζησε ή έφυγε από τον κόσμο. Ιδίως ο Βουδισμός και ο Μωαμεθανισμός είναι θρησκείες που κατευθύνουν τους πιστούς σε τέτοια μέρη π.χ. τεράστιος αριθμός ανθρώπων κατευθύνεται στο Kapilavastu όπου ο Γκαουντάμα/Βούδας άρχισε τη ζωή του, το Μπεναρές (Βαρανάσι) όπου άρχισε την ιερή αποστολή του και την Kasinagara όπου πέθανε, ενώ οι Μουσουλμάνοι κατευθύνονται στα ιερά μέρη όπου γεννήθηκε και έζησε ο Μωάμεθ, στη Μέκκα και τη Μεδίνα. Οι Χριστιανοί κατευθύνονται κυρίως στην Ιερουσαλήμ αλλά και στο Βατικανό.
Τα κυριότερα θρησκευτικά κέντρα είναι γνωστά ως «ιερά μέρη» προσκυνητών. Τα κέντρα αυτά αναπτύσσονται σε δύο βασικές κατευθύνσεις:
α) ως κλειστά κέντρα, τα οποία είναι προσιτά μόνο σε ιερείς και άλλους θρησκευτικούς διδασκάλους και
β) ως μέρη προσκυνήματος για μεγάλο αριθμό ανθρώπων / πιστών.
Και στις δύο περιπτώσεις, τα θρησκευτικά κέντρα μπορούν περαιτέρω να διακριθούν, ανάλογα με τη σπουδαιότητά τους σε :
α) θρησκευτικά κέντρα παγκόσμιας και διεθνούς σημασίας, συνήθως είναι ένα για κάθε θρησκεία (π.χ. Μέκκα για τους Μουσουλμάνους, Ιερουσαλήμ για τους Χριστιανούς και τους Εβραίους, Βατικανό για τους Καθολικούς κ.λπ.) και
β) σε θρησκευτικά κέντρα περιφερειακής ή τοπικής σημασίας, από τα οποία μπορεί να υπάρχουν δεκάδες για κάθε μια θρησκεία (π.χ. Φατίμα, Λούρδη για τους Καθολικούς, Μεδίνα και Τέμενος του Ομάρ για τους Μουσουλμάνους, Τήνος για τους Ορθόδοξους κ.λπ.).
Α. Τα γνωστότερα παγκόσμιου ενδιαφέροντος προσκυνηματικά κέντρα αποτελούν η Ιερουσαλήμ, το Βατικανό και η Μέκκα.
Η Ιερουσαλήμ.
Είναι η πρωτεύουσα του Ισραήλ. Είναι κτισμένη ανάμεσα σε λόφους και κοιλάδες μεταξύ της Μεσογείου και της Νεκράς θάλασσας, περίπου 93 χλμ. ανατολικά του Τελ Αβίβ – Γιάφα. Η Ιερουσαλήμ αποτελεί ιερή πόλη για τρεις μεγάλες θρησκείες, την Ιουδαϊκή, τη Χριστιανική και την Ισλαμική. Η πόλη αποτελεί ένα συναρπαστικό συνονθύλευμα από καλοδιατηρημένα ιστορικά μνημεία και κτίρια. Η μεγαλύτερη όμως συγκέντρωση θρησκευτικών και ιστορικών κτιρίων βρίσκεται στην Παλιά Πόλη, που περικλείεται από ένα τείχος, το οποίο κατασκευάσθηκε το 1538 από το Σουλεϊμάν το Μεγαλοπρεπή.
Η παλιά πόλη αποτελεί ιερό τόπο και για τις τρεις μεγάλες θρησκείες, καθώς, για τους Εβραίους ταυτίζεται με τα πάτρια εδάφη, όπου υπήρξε η πρωτεύουσα του πρώτου ιουδαϊκού βασιλείου, για τους Χριστιανούς αποτελεί τον τόπο, όπου ο Χριστός πέρασε τις τελευταίες μέρες του στη γη και για τους Μουσουλμάνους είναι ο τόπος απ΄ όπου ο προφήτης Μωάμεθ ανέβηκε στον ουρανό.
Στην περιοχή διατηρούνται σημαντικά κτίρια / σημεία θρησκευτικού ενδιαφέροντος, όπως η βασιλική του Πανάγιου Τάφου (Holy Sepulchre), που χρονολογείται από τον 4ο αιώνα και ανεγέρθηκε πάνω από τον τάφο του Χριστού και το Ιουδαϊκό Δυτικό Τείχος που ονομάζεται και Τείχος των Δακρύων (Western Wall or Wailing Wall). Το τείχος αποτελεί ένα από τα ιερότερα μέρη για τους Ιουδαίους. Είναι ό,τι απέμεινε από το Δεύτερο Ναό του Σολομώντα που καταστράφηκε από τους Ρωμαίους το 70 μ.Χ. Για χιλιάδες χρόνια οι Ιουδαίοι από ολόκληρο τον κόσμο επισκέπτονται το Τείχος για να προσευχηθούν.
Σημαντικό είναι και το τζαμί του Θόλου του Βράχου (of Dome of the Rock) ή Τέμενος του Ομάρ ή Al Aqsa, που αναγέρθηκε πάνω από το σημείο, απ΄ όπου, λέγεται ότι ανέβηκε ο Μωάμεθ στον ουρανό. Ο χρυσός θόλος που αποτελεί και το κυριότερο χαρακτηριστικό του κτίσματος, στηρίζεται στο οκταγωνικό κτίριο, στο οποίο φυλάσσονται ιερά κειμήλια των μουσουλμάνων μεταξύ των οποίων και ο βράχος επάνω στον οποίο ο Αβραάμ επρόκειτο να θυσιάσει τον υιό του στο θεό (Μοίρα, 2000 : 214).
Εκτός όμως από τα μνημεία και τους τόπους που έχουν καθαρά θρησκευτικό ενδιαφέρον, ο περιηγητής μπορεί να επισκεφθεί το Ισραηλινό μουσείο, το Ιουδαϊκό Πανεπιστήμιο και άλλα σημεία που έχουν πολιτιστικό ενδιαφέρον.
Στην ευρύτερη περιοχή, η οποία είναι συνδεδεμένη με τη ζωή, τα θαύματα και τις τελευταίες ημέρες του Χριστού, χιλιάδες περιηγητές μπορούν να επισκεφθούν τη Ναζαρέτ, τη γενέθλια πόλη του Χριστού, τη θάλασσα της Γαλιλαίας, την Καισάρεια, τη Βηθλεέμ, τη Σαμάρια, την Καπερναούμ, κ.λπ.
Σύμφωνα με στοιχεία του Υπουργείου Τουρισμού του Ισραήλ, το 1996 επισκέφθηκαν τη χώρα 2.764.700 τουρίστες, από τους οποίους το 71% επισκέφθηκαν την Ιερουσαλήμ. Σ’ αυτούς δεν συνυπολογίζονται τα 3.159.200 Ισραηλινοί και οι 16.145.700 ημερήσιοι επισκέπτες.
Το Βατικανό.
Το κράτος του Βατικανού είναι ανεξάρτητο κρατίδιο, μέσα στην πόλη της Ρώμης. Έχει έκταση μόλις 0,44 τ.χλμ. και είναι το μικρότερο ανεξάρτητο κράτος στον κόσμο. Ιδρύθηκε το 1929 με τη συνθήκη του Λατερανού (μεταξύ του Πάπα και της Ιταλικής Κυβέρνησης), με την οποία αναγνωρίσθηκε το κράτος του Βατικανού, ως η Αγία Έδρα της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, υπό την απόλυτη κυριαρχία του Πάπα. Η πόλη βρίσκεται στο λόφο του Βατικανού, στη βορειοδυτική πλευρά της Ρώμης, δυτικά του ποταμού Τίβερη. Το Βατικανό πέρα από έδρα της Καθολικής εκκλησίας, αποτελεί και σημαντικό πολιτισμικό κέντρο. Οι περισσότεροι από τους πιο γνωστούς καλλιτέχνες της Ιταλικής Αναγέννησης εργάσθηκαν, για λογαριασμό του Πάπα, στην κατασκευή των κτιρίων του Βατικανού. Το σημαντικότερο κτίσμα είναι η Βασιλική του Αγίου Πέτρου, που χτίσθηκε μεταξύ του 15-17ου αιώνα και έχει έργα καλλιτεχνών όπως ο Μπραμάντε, ο Μιχαήλ αγγελος και ο Τζιάν Λορέντζο Μπερνίνι. Το εσωτερικό της κοσμούν ορισμένα από τα ωραιότερα αριστουργήματα του κόσμου, όπως η Πιετά του Μιχαήλ αγγελου (1498). Γύρω από την εκκλησία απλώνεται η τεράστια πλατεία του Αγίου Πέτρου. Σημαντικό είναι επίσης και το Παλάτι του Βατικανού, όπου είναι ο χώρος κατοικίας του Πάπα. Είναι ένα κτιριακό συγκρότημα με περισσότερα από 1.000 δωμάτια, με τα διαμερίσματα του Πάπα, με τα κυβερνητικά γραφεία της Ρωμαιοκαθολικής εκκλησίας, με αρκετά παρεκκλήσια και τη βιβλιοθήκη. Το σημαντικότερο τμήμα του παλατιού είναι η πασίγνωστη Καπέλα Σιξτίνα (Sistine Chapel) όπου υπάρχουν μερικά από τα ωραιότερα ζωγραφικά έργα (τοιχογραφίες) του Μιχαήλ Άγγελου και του Ραφαήλ (Μοίρα, 1999: 173).
Τα μουσεία του Βατικανού φιλοξενούν εξαιρετικά εκθέματα (Ελληνιστικής, Αιγυπτιακής, Ετρουσκικής, κ.λπ. τέχνης), ενώ η Πινακοθήκη περιλαμβάνει αντιπροσωπευτικά έργα κορυφαίων Ιταλών Ζωγράφων. Η Βιβλιοθήκη διαθέτει μία ανεκτίμητη συλλογή από αρχαία χειρόγραφα και περισσότερα από ένα εκατομμύριο βιβλία.
Ολόκληρη η περιοχή υποδέχεται κάθε χρόνο χιλιάδες επισκεπτών καθώς ο ναός του Αγίου Πέτρου, αποτελεί χώρο προσκυνήματος για πιστούς. Το Βατικανό δέχεται ετησίως 7 εκατομμύρια επισκέπτες. Μάλιστα λόγω του Ιωβηλαίου, για το έτος 2000, εκτιμάται ότι οι επισκέπτες ανήλθαν στα 20 εκατομμύρια.
Η συνύπαρξη του θρησκευτικού στοιχείου και του πολιτιστικού στοιχείου ευνοεί την ανάπτυξη τουριστικού ρεύματος. Είναι όμως εξαιρετικά δύσκολο να διαχωριστεί το τουριστικό ρεύμα, ανάμεσα σε αυτούς που επισκέπτονται το Βατικανό για καθαρά προσκυνηματικούς λόγους, σε αυτούς που συνδυάζουν το προσκύνημα με την επίσκεψη σε ορισμένα από τα σημαντικότερα έργα της παγκόσμιας πολιτιστικής κληρονομιάς που στεγάζονται στους χώρους του Βατικανού και σ΄ αυτούς που επισκέπτονται το Βατικανό μόνο για πολιτιστικούς λόγους.
Η Μέκκα.
Η Μέκκα είναι πόλη της δυτικής Σαουδικής Αραβίας και πρωτεύουσα της επαρχίας Hejaz κοντά στη Τζέντα. Είναι η γενέθλια πόλη του προφήτη Μωάμεθ, κέντρο της Ισλαμικής θρησκείας και ένα από τα μεγαλύτερα προσκυνηματικά κέντρα των μουσουλμάνων. Σύμφωνα με την ισλαμική παράδοση, οι μουσουλμάνοι σε ολόκληρο τον κόσμο, κατά τη διάρκεια της προσευχής τους οφείλουν να στρέφουν το πρόσωπό τους προς τη Μέκκα. Το επίκεντρο του ενδιαφέροντος στη Μέκκα είναι η Καάμπα (Kaaba), μία κυβόσχημη κατασκευή (10Χ12Χ15μ), στο κέντρο του τζαμιού Masjid Al-Haram, χωρίς παράθυρα. Ισχυρίζονται ότι κτίσθηκε από τους πατριάρχες Αβραάμ και Ισμαήλ (από τους οποίους οι αραβες θεωρούν ότι κατάγονται), πάνω σε θεμέλια που πρωτοτέθηκαν από τον Αδάμ. Κάθε χρόνο περισσότεροι από ένα εκατομμύριο μουσουλμάνοι επισκέπτονται τη Μέκκα για να προσκυνήσουν την Καάμπα.
Κάθε μουσουλμάνος οφείλει να επισκεφθεί την ιερή πόλη και να προσκυνήσει την Καάμπα, μία τουλάχιστον φορά στη ζωή του (ιερή αποδημία ή προσκύνημα στα ιερά μνημεία της Μέκκας ή Χατζ/Hajj ). Οι πιστοί, πρέπει να ολοκληρώσουν 7 κύκλους γύρω από τον ιερό βράχο (tawaf). Επίσης οφείλουν να ασπάζονται τη μαύρη πέτρα που βρίσκεται στη βορειοανατολική γωνία στο εξωτερικό του οικοδομήματος. Σύμφωνα με την παράδοση, η πέτρα αυτή δόθηκε στον Αβραάμ από τον άγγελο Γαβριήλ. Για τους μουσουλμάνους η Καάμπα είναι ο “οίκος του Θεού”, το σημείο όπου το θείο αγγίζει τα εγκόσμια. Στη συνέχεια πρέπει να πιουν νερό (Zamzam) από τη μοναδική πηγή που υπάρχει στην περιοχή. Το νερό της, μάλιστα, μεταφέρεται ως δώρο στην οικογένεια και σε φίλους των προσκυνητών. Το ετήσιο προσκύνημα λαμβάνει χώρα τις δέκα πρώτες ημέρες του Dhu al-Hijja, του τελευταίου σεληνιακού μήνα του Ισλαμικού ημερολογίου.
Οι τελετές που σχετίζονται με το προσκύνημα διαρκούν αρκετές ημέρες. Λόγω της διάρκειας των εορταστικών εκδηλώσεων οι περισσότεροι προσκυνητές παραμένουν στην πόλη και κάνουν μικρά ταξίδια σε κοντινές επίσης ιερές περιοχές, με αποτέλεσμα την εποχή αυτή να παρατηρούνται αυξημένες ανάγκες εστίασης, διατροφής, μεταφορικών μέσων, ακόμα και ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Παράλληλα δημιουργούνται νέα μεταφορικά δίκτυα, καθώς οι πιστοί συρρέουν από κάθε κατεύθυνση.
Εξίσου σημαντική για τους πιστούς είναι και η πόλη Μεδίνα, 230 μίλια βόρεια της Μέκκας, όπου βρίσκεται ο τάφος του Μωάμεθ. Η Μεδίνα είναι ιερή πόλη και πολιτισμικό κέντρο του Ισλάμ. Από τη μουσουλμανική θρησκεία συνιστάται στους πιστούς να επισκέπτονται την πόλη αυτή, αν και δεν είναι υποχρεωτικό, είτε πριν είτε μετά το Hajj.
Και οι δύο πόλεις υποδέχονται 2 με 3 εκατομμύρια προσκυνητές από όλο τον Ισλαμικό κόσμο, Το αρμόδιο Υπουργείο της Σαουδικής Αραβίας υπολογίζει το συνολικό αριθμό των προσκυνητών στο 1,73 εκατομμύριο, από τους οποίους το 1,27 προέρχεται από άλλες χώρες και μόνο οι 464.000 είναι κάτοικοι της χώρας .
Οι επισκέπτες των πόλεων Μέκκα και Μεδίνα είναι πραγματικά προσκυνητές και όχι τουρίστες. Με δεδομένη την αυστηρότητα της μουσουλμανικής θρησκείας, η επίσκεψη στις πόλεις αυτές κυριαρχείται από το θρησκευτικό στοιχείο και είναι ξένη με την έννοια του τουρίστα των δυτικών κοινωνιών.
Από τη συνοπτική αυτή παρουσίαση δεν πρέπει να παραληφθούν και τα σημαντικότατα προσκυνηματικά κέντρα που υπάρχουν στην Ινδία και την Ιαπωνία. Στην Ινδία το μεγαλύτερο προσκυνηματικό κέντρο είναι η ιερή πόλη Μπεναρές/Βαρανάσι, στις όχθες του επίσης ιερού ποταμού Γάγγη (Μοίρα, 2000: 158). Η πόλη, η οποία θεμελιώθηκε από τον Σίβα, το δημιουργό του Σύμπαντος, θεωρείται από τους Ινδουιστές ως «η γη του ιερού φωτός » και υποδέχεται χιλιάδες προσκυνητές κάθε χρόνο. Ανάλογης σπουδαιότητας είναι το προσκύνημα των Ιαπώνων στους 88 Βουδιστικούς ναούς του νησιού Σικόκου (Shikoku), που καθιερώθηκε τον 9ο αιώνα, από τον Kobo Daishi, τον ιδρυτή της δυναστείας Shingon.
Β. Ανάμεσα στα σημαντικότερα θρησκευτικά κέντρα περιφερειακής ή τοπικής σημασίας, τα οποία συνήθως είναι τόποι όπου συνέβησαν σημαντικά θρησκευτικά γεγονότα (θαύματα, εμφανίσεις της Παναγίας κ.λπ.) συγκαταλέγονται η Παναγία της Λούρδης στη Γαλλία, η Φατίμα στην Πορτογαλία, η Γουαδελούπη στο Μεξικό, η Παναγία της Τήνου στην Ελλάδα κ.λπ.
Τα παραδείγματα χώρων, όπου παρατηρήθηκαν εμφανίσεις της Παναγίας, ή έγιναν θαύματα φυσικά δεν εξαντλούνται με την περιγραφή των παραπάνω. Σε ολόκληρο τον κόσμο υπάρχουν ναοί και τόποι προσκυνήματος που συνδέονται με την εμφάνιση της Παρθένου Μαρίας και με θαύματα που ακολούθησαν την εμφάνισή της, όπως της Παρθένου στο Montserrat της Ισπανίας (12ος αιώνας), της Μαύρης Παρθένου στην Czestochowa στην Πολωνία (14ος αιώνας), της Φατίμα στην Πορτογαλία (1917), της Παναγίας της Γουαδελούπης στο Μεξικό (Μοίρα, 2001: 157) κ.λπ. ή άλλα σημαντικά θρησκευτικά γεγονότα όπως στη Μονή Σινά στην Αίγυπτο, σημείο απ΄ όπου θεωρείται ότι ο Μωυσής παρέλαβε τις δέκα εντολές.
Παράλληλα οι πιστοί ταξιδεύουν και προς μικρότερα / περιφερειακά ιερά μέρη, αλλά και σε περιοχές που λαμβάνουν χώρα εορταστικές εκδηλώσεις θρησκευτικού ενδιαφέροντος.
3. Διάκριση τουριστικών θρησκευτικών αξιοθεάτων
Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο, θρησκευτικοί χώροι ή θρησκευτικού περιεχομένου εκδηλώσεις να έχουν αποβάλλει το πνευματικό στοιχείο του προσκυνήματος και να λειτουργούν απλά και μόνο ως πολιτισμικοί χώροι και ως χώροι για πολιτιστικές εκδηλώσεις. Έτσι το θρησκευτικό στοιχείο απομονώνεται από κάθε εκδήλωση πίστης και καθίσταται για τον οποιονδήποτε επισκέπτη, ανεξαρτήτως θρησκείας πολιτισμικό αξιοθέατο. Με αυτό τον τρόπο δημιουργείται τουριστικό ρεύμα που βασίζεται στη θρησκεία ως στοιχείο πολιτισμού και εντάσσεται στον πολιτιστικό τουρισμό. Τέτοιου είδους πολιτισμικά αξιοθέατα είναι:
Α) κτίσματα που έχουν χάσει τη θρησκευτική τους λειτουργία δηλαδή θα λέγαμε ότι είναι θρησκευτικώς ανενεργά ή «ενεργοποιούνται» σε ειδικές ημέρες, οπότε και η πρόσβαση στους τουρίστες την περίοδο αυτή είναι περιορισμένη (π.χ. (π.χ. το Αβαείο του Westminster, η Παναγία των Παρισίων, ο Καθεδρικός Ναός του Αγίου Παύλου, ο Άγιος Πέτρος στη Ρώμη κ.λπ.)
Β) κτίρια που έχουν ιστορικό – θρησκευτικό ή αρχιτεκτονικό ενδιαφέρον ή βρίσκονται σε ειδυλλιακό τοπίο που προσελκύουν τουρίστες (π.χ. η Παναγία της Chartres, το Mont Saint Michel όπου η ονομαστή μονή βρίσκεται σ΄ ένα νησί, που συνδέεται με μια λωρίδα γης με την ξηρά, γύρω από το οποίο παρατηρείται ένα από τα σημαντικότερα και θεαματικότερα παλιρροϊκά φαινόμενα, η Παναγία των Παρισίων κ.λπ.).
Γ) κτίρια με θρησκευτικό χαρακτήρα όπως μοναστήρια, ασκητήρια, θρησκευτικές σχολές, βιβλιοθήκες κ.λπ. όπου μπορούν οι επισκέπτες να διαμείνουν ή να παρακολουθήσουν διαλέξεις ή να πραγματοποιήσουν έρευνα.
Δ) κτίρια που χρησιμοποιούνται ως μουσεία ή εκθεσιακοί χώροι όπου εκτίθενται θρησκευτικά αντικείμενα.
Ε) εορταστικές εκδηλώσεις / φεστιβάλς με θρησκευτικές αναφορές.
ΣΤ) συνέδρια με θρησκευτικό περιεχόμενο.
Ζ) τελετές που δεν αφορούν τη θρησκεία του επισκέπτη αλλά προσελκύουν το ενδιαφέρον του π.χ. θρησκευτικοί χοροί στη Χαβάη και στην Ινδονησία ή τελετές Βουντού στη Ταϊτή) λόγω του «τοπικού χρώματος» και λόγω της διατήρησης «παλαιών τελετουργιών» (π.χ. η Semana Santa στην Ισπανία) θρησκευτικοί χοροί στη Χαβάη, στο νησί Μπαλί της Ινδονησίας κ.λπ.
Όλα τα παραπάνω συνδράμουν στη δημιουργία τουριστικού ρεύματος προς τα θρησκευτικά αξιοθέατα. Είναι μια μορφή πολιτιστικού τουρισμού που δεν έχει σχέση με το προσκύνημα στο οποίο ουσιώδες στοιχείο είναι η εκδήλωση πίστης σε συνθήκες κατάνυξης και εγκράτειας.
4. Η οικονομική διάσταση του φαινομένου του «θρησκευτικού τουρισμού».
Το έντονο ενδιαφέρον για τον «θρησκευτικό» τουρισμό και τις δυνατότητες ανάπτυξής του έχει αρχίσει να απασχολεί έντονα (Λύτρας, 2001: 17) τις εθνικές τουριστικές πολιτικές και τους καθ΄ ύλη αρμόδιους φορείς διεθνώς, όπως η UNESCO, η Ευρωπαϊκή Ένωση, κ.λπ. Πολλά κράτη αντιλαμβανόμενα τη σημασία που έχει η τουριστική αυτή μετακίνηση για την οικονομία τους, προβάλλουν, τον παραδοσιακό εορτασμό διαφόρων θρησκευτικών εκδηλώσεων π.χ. Χριστούγεννα στη Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία, ή τις ημέρες του Πάσχα ή του Corpus Cristi ή τις γιορτές της Παναγίας (15 Αυγούστου ή 8 Σεπτεμβρίου). Στις περιπτώσεις αυτές βέβαια υπάρχει ο κίνδυνος της εμπορευματοποίησης των θρησκευτικών συμβάντων και συχνά τα θρησκευτικά δρώμενα χάνουν τη θρησκευτική τους σημασία λόγω του τουρισμού, διότι ακόμα και όταν πραγματοποιούνται αυθεντικά δεν προκαλούν την απαιτούμενη θρησκευτική κατάνυξη στους θεατές/τουρίστες, ούτε όμως και στον τοπικό πληθυσμό. Όλα αυτά τα ρεύματα έχουν καθαρά τουριστικό χαρακτήρα, όσον αφορά το ταξίδι, την υποδοχή, τις υπηρεσίες και το εμπόριο που διενεργείται στους χώρους υποδοχής και διαμονής των πιστών. Όπως ήδη αναφέρθηκε σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μία σύνδεση του θρησκευτικού και του πολιτιστικού / καλλιτεχνικού / ιστορικού / φυσικού στοιχείου, π.χ. Μον Σεν Μισέλ, Βατικανό, Βαπτιστήριο της Φλωρεντίας, τα Μετέωρα, που δύσκολα διαχωρίζονται . Η αξιοποίηση όμως της προσκυνηματικής κίνησης είναι καθαρά οικονομική για τη χώρα / περιοχή υποδοχής και τα οφέλη είναι πολλαπλασιαστικά. Από τις χιλιάδες πιστούς που επισκέπτονται κατ΄ έτος τους ιερούς τόπους συντηρείται ένας μεγάλος αριθμός επαγγελματιών, όπως τουριστικοί πράκτορες, αεροπορικές εταιρείες, ξενοδόχοι, μικροπωλητές αντιγράφων ιερών αντικειμένων (εικόνες, κεριά, κομποσχοίνια, αγαλματάκια, κλ.π.), και άλλα άτομα που εξυπηρετούν ποικιλοτρόπως τις ανάγκες των πιστών. Παράλληλα προκαλούνται συχνά ασφυκτικές πιέσεις στην υποδομή των χωρών υποδοχής (εγκαταστάσεις εστίασης, αναψυχής, δίκτυα μεταφορών, επιχειρήσεις, κ.λπ.), που δοκιμάζονται από τους χιλιάδες πιστούς που συρρέουν στους ιερούς τόπους, με αποτέλεσμα η χώρα / πόλη υποδοχής να μεριμνά για τη βελτίωση της υποδομής, των μεταφορικών της δικτύων, των εγκαταστάσεων, έργα που ευνοούν μακροπρόθεσμα και τον ντόπιο πληθυσμό.
Αποτέλεσμα αυτού του οικονομικού ενδιαφέροντος είναι η από τρίτους, έντονη εμπορευματοποίηση των θρησκευτικών χώρων. Έτσι αποκτά ιδιαίτερη απήχηση το εμπόριο των αναμνηστικών. Αυτά ποικίλουν από προσευχητάρια, σταυρούς, εικόνες αγίων, βιβλικά σύμβολα, ροζάρια, μέχρι ενδύματα, μαντήλια κ.α. αντικείμενα όπου απεικονίζεται ο ιερός τόπος, η ιερή μορφή κ.λπ. Τα αντικείμενα αυτά μπορεί να έχουν τελετουργικά χαρακτηριστικά και να είναι δυνατόν να χρησιμοποιηθούν ως τέτοια (π.χ. σταυροί, εικόνες, προσευχητάρια κ.λπ.) ή απλά να έχουν θρησκευτικά χαρακτηριστικά (βιβλικά σύμβολα, αγαλματάκια από κερί, διακοσμητικά, μαντήλια κ.λπ). Συχνά οι ερευνητές αναφέρονται σε «χυδαία εμπορευματοποίηση» της θρησκείας.
Η έντονη οικονομική δραστηριότητα που συνοδεύει σήμερα την ανάγκη για προσκύνημα, έχει ως συνέπεια πολλά τουριστικά γραφεία σε ολόκληρο να κόσμο να εξειδικεύονται στο «θρησκευτικό/προσκυνηματικό τουρισμό» και να δραστηριοποιούνται στη διοργάνωση ταξιδιών σε περιοχές με έντονο θρησκευτικό ενδιαφέρον. Έτσι, τουριστικά γραφεία προσφέρουν «πακέτα» σε περιοχές όπου σημειώθηκαν εμφανίσεις της Παρθένου Μαρίας, άλλα διοργανώνουν ταξίδια αναζήτησης της πίστης, όπως για τους Πρεσβυτεριανούς στη Σκοτία και Αγγλία, ή τους Λουθηριανούς στη Γερμανία και τη Σκανδιναβία και άλλα οργανώνουν περιηγήσεις σε ιερούς τόπους που συνδέονται με τη Βίβλο. Μάλιστα, η El Al, ο εθνικός αερομεταφορέας του Ισραήλ, εν όψει του 2000, πρόσθεσε στις πτήσεις της, μία δωρεάν «στάση» για προσκύνημα στη Ρώμη/Βατικανό, για όλους τους Καθολικούς που επισκέπτονται τους Αγίους Τόπους. Στο σημείο αυτό πρέπει να επισημανθεί ότι οργανώνονται ακόμα και κρουαζιέρες που έχουν ως στόχο το προσκύνημα. Έτσι π.χ. κάποια εταιρεία διαθέτει δύο πλοία τα οποία εκτελούν κρουαζιέρες προσκυνήματος στα βήματα του Απόστολου Παύλου. Η εταιρεία διαφημίζει το προϊόν της στο κοινό τονίζοντας ότι είναι προσιτό σε κάθε χριστιανό που θέλει να νοιώσει μια μοναδική και εμπνευσμένη χριστιανική εμπειρία . Παράλληλα ανάλογα ταξίδια πραγματοποιούνται υπό την οργάνωση της εκκλησίας, από τοπικές ενορίες ή από θρησκευτικές εκκλησιαστικές οργανώσεις (Λύτρας, 2001 : 11). Η ζήτηση προς θρησκευτικούς τόπους αυξάνεται την εποχή του επίσημου εορτασμού της θείας εμφάνισης. Για παράδειγμα, στον Καθεδρικό ναό στο Santiago de Compostela , ο αριθμός των επισκεπτών το ιερό έτος 1999 αυξήθηκε από 30.126 το προηγούμενο έτος, στις 154.613, ενώ αντίστοιχα από 9.764 το 1992, το 1993 που ήταν επίσης ιερό έτος ο αριθμός των επισκεπτών ανήλθε στις 99.439.
Συχνά παρατηρείται το φαινόμενο οι επισκέπτες να μην ταξιδεύουν για θρησκευτικούς λόγους, αλλά για να παρακολουθήσουν, ως θεατές, το όλο τελετουργικό, όπως χαρακτηριστικά συμβαίνει στη Νότια Ισπανία, κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Εβδομάδας των Καθολικών, της «Σεμάνα Σάντα». Την εβδομάδα αυτή χιλιάδες Καθολικοί συμμετέχουν στις λατρευτικές εκδηλώσεις προς τιμήν της Παναγίας, ενώ χιλιάδες τουρίστες παρακολουθούν τη «φιέστα». Η συνύπαρξη του προσκυνηματικού και του τουριστικού στοιχείου αλλοιώνει τον χαρακτήρα της θρησκευτικής εκδήλωσης.
5. Συμπεράσματα
Η ανθρώπινη μετακίνηση στο χώρο για την αναζήτηση του θείου αποτελεί σημαντική ψυχολογική αναγκαιότητα για κάθε άνθρωπο ανεξάρτητα από φυλή, εθνικότητα ή θρησκεία. Παράλληλα, οι ανάγκες των μετακινούμενων, είτε αυτοί είναι καθαρά προσκυνητές, είτε συνδυάζουν στο ταξίδι τους τόσο το προσκυνηματικό όσο και το πολιτιστικό στοιχείο, είναι δεδομένες. Αυτό σημαίνει ότι γύρω από το θρησκευτικό στοιχείο, είτε εκλαμβάνεται ως προσκυνηματικό είτε ως πολιτισμικό, αναπτύσσεται μια σημαντικότατη οικονομική δραστηριότητα από ξενοδοχειακές μονάδες, τουριστικά γραφεία, ναυτιλιακές εταιρείες, εστιατόρια, καταστήματα πώλησης αναμνηστικών, εικόνων και άλλων αντικειμένων, κ.λπ. Το γεγονός ότι οι πιστοί σε ένα ταξίδι πρέπει να ικανοποιήσουν βασικές βιολογικές τους ανάγκες π.χ. φαγητό, στέγη κ.λπ., δεν είναι επαρκής δικαιολογία για να χαρακτηρισθεί το φαινόμενο ως τουριστικό. Και το αντίθετο, δηλαδή το γεγονός ότι οι τουρίστες έχουν θρησκευτικές ανάγκες δεν σημαίνει ότι πρέπει να θεωρηθούν ως προσκυνητές. Εξ άλλου συχνότατα πολλοί τουρίστες επισκέπτονται ιερά μέρη, κτίρια κ.λπ. άλλων θρησκειών κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους κινούμενοι από περιέργεια, ενδιαφέρον κ.λπ. Τα διαθέσιμα στοιχεία για τις δραστηριότητες αυτές δεν επαρκούν καθώς δεν γίνονται μετρήσεις της κίνησης των επισκεπτών που να τους διακρίνουν ανάλογα με το αν μετακινούνται για καθαρά προσκυνηματικούς λόγους ή όχι. Και αν έχουν γίνει, τέτοιου είδους μετρήσεις, είναι εξαιρετικά δύσκολο να διερευνηθούν τα κίνητρα του επισκέπτη αν δηλαδή είναι καθαρά προσκυνηματικοί οι λόγοι που προκαλούν τη μετακίνησή του ή αν είναι πολιτισμικοί ή συντρέχουν και οι δύο. Η αξιοποίηση αυτού του ρεύματος με τουριστικά κριτήρια δεν δικαιολογεί να μιλάμε για θρησκευτικό τουρισμό, διότι δεν συνάδουν οι έννοιες «θρησκεία» και «τουρισμός» τουλάχιστον με το περιεχόμενο που έχει αποκτήσει σήμερα στις δυτικές κοινωνίες του καταναλωτισμού η λέξη «τουρισμός». Κατά τη γνώμη μου πρόκειται για δύο διαφορετικά κοινωνικά φαινόμενα που έχουν ως κοινό στοιχείο τη θρησκευτικότητα ανεξαρτήτως αν αυτή είναι ενεργή ή ανενεργή. Τα κοινωνικά αυτά φαινόμενα είναι (α) το προσκύνημα, όπου κυριαρχεί το πνευματικό στοιχείο της πίστης και το οποίο εκδηλώνεται στις κατάλληλες συνθήκες, (β) ο θρησκευτικός πολιτισμικός τουρισμός, όπου αξιοποιείται με τουριστικά κριτήρια το θρησκευτικό στοιχείο του χώρου ή της εκδήλωσης ως πολιτιστική κληρονομιά.
-----------------------------------------------------------------
* *Γένεση 12:4, Ψαλμοί 24: 3-4, Ψαλμοί 84, και Qur/an 22:26-30 (Surah Al-Hajj) «το προσκύνημα στη Μέκκα (Hajj) αποτελεί ένα από τους 5 στύλους του Ισλάμ», Coogan, Michael D. ed. (1998), World Religions, Ch. 3 Islam, p. 116
* International Bulletin of Missionary Research, USA (January 2000), PANORAMA OF RELIGIONS IN THE WORLD. www.fides.org
* *Tourism and Hotel Services Quarterly, Vol. 25, No.3, Central Bureau of Statistics and the Ministry of Tourism, October 1997. Τα στοιχεία αφορούν το 1997 καθώς στη συνέχεια το σταμάτημα των ειρηνευτικών διαδικασιών και οι τρομοκρατικές ενέργειες έχουν ρίξει κατακόρυφα την τουριστική κίνηση.
* είναι το μικρότερο και πιθανότατα το απλούστερο (κατασκευαστικά) θρησκευτικό μνημείο που κατασκευάσθηκε ποτέ.
* εφόσον είναι φυσικά υγιής και έχει την οικονομική δυνατότητα να πραγματοποιήσει το ταξίδι.
* World-Muslim Pilgrimage to Mecca winds down, March 17,2000, www.cnn.com
* σύμφωνα με τους Ινδουιστές ο ταχύτερος δρόμος για την απελευθέρωση της ψυχής από περαιτέρω γέννηση είναι ο θάνατος στο Βαρανάσι και το σκόρπισμα της στάχτης του στο Γάγγη. Έτσι πολλοί πιστοί έρχονται στην πόλη προκειμένου να περάσουν τις τελευταίες τους μέρες. Witnessing a Hindu pilgrimage to the holy city of Varanasi, Carl Duncan, Los Angeles Times Syndicate, p. 2, March 20, 2000, www.cnn.com
* Κάθε Ινδουιστής κάνει ένα τουλάχιστον προσκύνημα στη ζωή του στο Γάγγη. Τα στοιχεία για το 2002 δείχνουν 1 εκατομμύριο αφίξεις προσκυνητών που προσήλθαν για να εξαγνισθούν στο Γάγγη. Witnessing a Hindu pilgrimage to the holy city of Varanasi, Carl Duncan, Los Angeles Times Syndicate, p. 2, March 20, 2000, www.cnn.com
* π.χ. το φεστιβάλ που γίνεται τον Ιούλιο-Αύγουστο στην ιερή πόλη Κάντι (Σρι Λάνκα) προς τιμή του ιερού δοντιού του Βούδα που φυλάσσεται εκεί ή η ημέρα του Βούδα, την πρώτη πανσέληνο του πρώτου σεληνιακού μήνα (Απριλίου-Μαΐου), βλ. World Religions, ed. Michael D. Coogan, chapter 5, Buddhism, Malcolm David Eckel, p. 190.
* Πολλά ταξιδιωτικά γραφεία λειτουργούν αποκλειστικά οργανώνοντας θρησκευτικά προσκυνήματα. Έτσι προσφέρουν ταξίδι στους Αγίους Τόπους, ή στους Αγίους Τόπους και στην Αίγυπτο, όπου συνδυάζουν το ταξίδι με επίσκεψη στο Όρος Σινά (τόπο όπου ο Μωυσής έλαβε τις δέκα εντολές), το ναό της Αγίας Αικατερίνης στην Αίγυπτο/Σινά, ή στην Ιορδανία, όπου εκτός από επίσκεψη σε μέρη που συνδέονται με την παλαιά Διαθήκη οι ταξιδιώτες επισκέπτονται και μνημεία ρωμαϊκής κ.α προέλευσης βλ. www.christian-pigrimage.com
Ο Απόστολος Παύλος στα ταξίδια του επισκέφθηκε την Αθήνα, Κόρινθο, Μακεδονία, Βέροια, Πέλλα, Θεσσαλονίκη, Φιλίππους, Νεάπολη, Κωνσταντινούπολη, Έφεσο, Ρόδο, Πάτμο, Ρώμη, Δελφούς, Καλαμπάκα, Ιεράπολη, Κουσάντασι, Ηράκλειο κ.λπ., πόλεις και χώρες που αποτελούν σταθμούς διαφορετικών διαδρομών/κρουαζιέρων, www.cruiseclub.gr www.csj.org.uk The present day pilgrimage
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Baiffal (1906), Etudes d/ histoire et de theologie posit, I, Paris
2. Vukonic, Boris (1996), Tourism and Religion, Elsevier Science Ltd
3. World-Muslim Pilgrimage to Mecca winds down, cnn.com, March 17, 2000
4. Coogan, Michael D. ed. (1998), World Religions, Ch. 3 Islam
5. International Bulletin of Missionary Research, USA (January 2000),
6. PANORAMA OF RELIGIONS IN THE WORLD.
7. Robichaud, Paul (1999), Tourist or Pilgrim? : Rescuing the Jubilee – The heart of pilgrimage is conversion, not travel; the journey is only the means to the end (religious travel to Rome, Italy as the year 2000 approaches), America Press, Inc.
8. Tourism and Hotel Services Quarterly, Vol. 25, No.3, Central Bureau of Statistics and the Ministry of Tourism, October 1997.
9. World Religions, ed. Michael D. Coogan, chapter 5, Buddhism, Malcolm David Eckel
10. Witnessing a Hindu pilgrimage to the holy city of Varanasi, Carl Duncan, Los Angeles Times Syndicate, p. 2, March 20, 2000, www.cnn.com
11. Λύτρας, Π. (2001), Θρησκευτικός τουρισμός. Μια κοινωνικο-ψυχολογική προσέγγιση, INTERBOOKS, Αθήνα
12. Μοίρα-Μυλωνοπούλου Πολ. (2000), Τουριστική Γεωγραφία. Ασία, Σταμούλης, Αθήνα
13. Μοίρα-Μυλωνοπούλου, Πολ. (1999), Τουριστική Γεωγραφία. Ευρώπη, Σταμούλης, Αθήνα
14. Μοίρα-Μυλωνοπούλου, Πολ. (2001), Τουριστική Γεωγραφία. Αφρική-Αμερική-Ωκεανία, Σταμούλης, Αθήνα
15. www.cruiseclub.gr
16. www.csj.org.uk The present day pilgrimage
(πηγή: http://www.tinos.biz/rel_tourism.htm)
Από τον προσκυνητή στον θρησκευτικό τουρίστα
Ετικέτες Βατικανό, θέματα, Ισραήλ, Σαουδική Αραβία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου