Στο θαυμαστό κόσμο των διαφημίσεων κάθε εποχή χαρακτηρίζεται από κάτι. Ο χειμώνας, ας πούμε, χαρακτηρίζεται από τα χιονισμένα τοπία και τη χαρούμενη ατμόσφαιρα των Χριστουγέννων. Το φθινόπωρο έχει ένα χρώμα “καινούργιας αρχής”, με τα σχολεία που ανοίγουν και τον κόσμο που ξεκινά μια καινούργια χρονιά ανανεωμένος από τις διακοπές.
Και βέβαια το καλοκαίρι έχει το χρώμα των διακοπών: καταγάλανες παραλίες, ηλιοκαμένοι παραθεριστές, ανέμελες ασχολίες και… ένα κοκτέιλ στο χέρι.
Πιστοί, λοιπόν, στο πνεύμα της εποχής, ας κάνουμε μια βόλτα στον κυβερνοχώρο ψάχνοντας πληροφορίες και υλικό όχι μόνο για τα κοκτέιλ αλλά και για διάφορα άλλα είδη οινοπνευματωδών ποτών, ώστε να προετοιμαστούμε για τις ημέρες που έρχονται. Προτού ξεκινήσουμε, όμως, ας κάνουμε μια μικρή ιστορική ανασκόπηση.
Δώρο των θεών ή προϊόν χημείας, το αλκοόλ συνοδεύει τους ανθρώπους σε χαρές και λύπες εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια
Ο κόσμος μοιράζεται σε δύο κατηγορίες, σε αυτούς που πίνουν και σε αυτούς που δεν πίνουν. Τελεία και παύλα. Όλες οι άλλες διαφοροποιήσεις και κατηγορίες είναι επινοήσεις ανθρώπων που κατά πάσα πιθανότητα ανήκουν σε αυτούς που δεν μπορούν να εκτιμήσουν την αξία και την απόλαυση ενός καλού ποτού, με καλή συντροφιά ή χωρίς, ως συνοδεία φαγητού ή μη.
Γιατί, όμως, να είναι έτσι; Ποια να είναι εκείνη η ιδιαίτερη ποιότητα που έχουν τα οινοπνευματώδη, τα ποτά κάθε είδους, από το σεμνό κρασί μέχρι τις βότκες των 50 βαθμών, που κάνει μερικούς ανθρώπους να ορκίζονται στο όνομά τους και άλλους να τα εξοβελίζουν συλλήβδην στο πυρ το εξώτερο; Πώς εξηγείται η αμφιθυμία ανθρώπων και λαών απέναντι σε κάτι που υπάρχει κοντά μας εδώ και πολλές χιλιάδες χρόνια, μεν ενώ πολλοί χαρακτηρίζουν ως ένα από τα λίγα νόμιμα ναρκωτικά; Γιατί πράγματι, στον κόσμο συμβαίνουν παράξενα πράγματα σε σχέση με το αλκοόλ. Στη Φινλανδία, για παράδειγμα, όπου η μέση κατά κεφαλήν κατανάλωση είναι μικρότερη ακόμα και από αυτή της Ελλάδας, και αλκοόλ δεν μπορεί να αγοράσει ο καθένας, αφού επιπλέον είναι πάρα πολύ ακριβό, παρ' όλα αυτά, ακόμα και σε μικρές πόλεις, στην κεντρική πλατεία τα Σαββατοκύριακα δεν πρόκειται να συναντήσετε κάποιον που να μη βρίσκεται υπό την επήρειά του (πρόκειται για εκπληκτική προσωπική εμπειρία). Σε κάποιες χώρες απαγορεύεται εντελώς, ενώ υπάρχουν θρησκείες που μια μικρή επαφή με το αλκοόλ, συνήθως το κρασί, προβλέπεται από το τυπικό τους (κοντινότερο παράδειγμα για τους Έλληνες η Θεία Κοινωνία).
Φυσικά δεν πρόκειται να απαντήσουμε σε αυτά τα ερωτήματα, όχι μόνο γιατί δεν μας φτάνει ο χώρος, αλλά γιατί οι απαντήσεις δεν είναι γνωστές. Θα θεωρήσουμε, ωστόσο, δεδομένο ότι το καλό ποτό είναι μια από τις χαρές αυτού του κόσμου και ως κοσμοπολίτες, bon viveurs, θα τριγυρίσουμε στα στενά του Internet και των πολυμέσων, για να πάρουμε ιδέες από ολόκληρο τον κόσμο.
Το αλκοόλ στην ιστορία
Οι πρώτες αναφορές για την κατανάλωση οινοπνευματωδών ποτών από τους ανθρώπους χάνονται στις απαρχές της ιστορίας. Θεωρείται σήμερα απολύτως σίγουρο ότι η μπίρα και το κρασί ήταν γνωστά σε αρχαίους λαούς που δεν είχαν ακόμα ανακαλύψει τη γραφή. Το πιθανότερο είναι ότι τα πρώτα οινοπνευματώδη κατασκευάστηκαν κατά λάθος από φρούτα και καρπούς που είχαν αποθηκευτεί σε συνθήκες κατάλληλες, ώστε να ξεκινήσει η ζύμωση. Μπορούμε να φανταστούμε τους ανθρώπους της εποχής να βλέπουν το παράξενο υγρό, να το δοκιμάζουν και μάλλον να τους αρέσει. Μπορούμε μάλιστα να φανταστούμε τον αρχηγό της φυλής, μέσα στη γλυκιά ευφορία της μέθης να δίνει εντολή να ξανατοποθετηθούν καρποί στη σκιερή και υγρή σπηλιά, μήπως και οι θεοί ξαναστείλουν το υπέροχο δώρο τους.
Όπως και να έγιναν τα πράγματα, το σίγουρο είναι ότι, κάποια στιγμή, ο αρχαίος άνθρωπος γνώριζε το αλκοόλ και τις επιδράσεις του. Έτσι μαθαίνουμε ότι οι Σουμέριοι φαρμακοποιοί - γιατροί συνιστούσαν μπίρα ως το καταλληλότερο φάρμακο για κάθε ασθένεια, ενώ και οι Αιγύπτιοι γιατροί, όπως μας μαρτυρούν οι πάπυροι που έχουν βρεθεί, συνιστούσαν κρασί ή μπίρα στο ένα πέμπτο των ασθενών τους. Δεν γνωρίζουμε αν οι ασθενείς γίνονταν καλά, θα πρέπει, ωστόσο, να υποθέσουμε βάσιμα ότι, αν μη τι άλλο, έμεναν ευχαριστημένοι από τη θεραπεία.
Φαίνεται ότι ήταν οι κάτοικοι των χωρών της Μεσοποταμίας και της Αιγύπτου, αυτοί οι οποίοι αντιμετώπισαν το αλκοόλ όχι μόνο ως κομμάτι θρησκευτικών τελετουργιών και φάρμακο αλλά και ως κάτι απλό και καθημερινό. Για την Αρχαία Αίγυπτο αναφέρεται ότι υπήρχαν καπηλειά, στα οποία σύχναζε ο κόσμος, ελεύθεροι και δούλοι, το βράδυ, για να δροσίσει με μια μπίρα την κούραση μιας ολόκληρης μέρας. Μιλάμε για μπίρα, αλλά εννοούμε βέβαια κάτι αρκετά διαφορετικό από αυτό που γνωρίζουμε σήμερα: η αιγυπτιακή μπίρα είχε σπόρια και πινόταν με τη βοήθεια ενός ειδικού σκεύους σαν καλαμάκι.
Ο Θεός του κρασιού
Στην Αρχαία Ελλάδα το κρασί δεν ήταν καθόλου άγνωστο. Από τον Όμηρο ήδη αναφέρονται φοβερά γλέντια με κρέας και κόκκινο κρασί, το οποίοι οι αρχαίοι ημών πρόγονοι έπιναν αναμεμιγμένο με νερό. Η ίδια η λέξη κρασί προέρχεται από την έκφραση “κράσις οίνου”, δηλαδή ανάμιξη οίνου (με νερό). Το καθαρό κρασί ονομαζόταν άκρατος οίνος.
Το κρασί συνόδευε μεν τα γλέντια, τις χαρές και τις λύπες των ανθρώπων, αλλά οι αρχαίοι, επινοητικότεροι, ήθελαν άνωθεν προστασία, για κάθε ενδεχόμενο. Έτσι επιστράτευσαν τον Διόνυσο ως προστάτη του κρασιού και της μέθης. Η λατρεία του Διόνυσου ή Βάκχου εισήχθη στην κυρίως Ελλάδα από τη Φρυγία, αλλά βρήκε γόνιμο έδαφος στη φυσική, ίσως, έφεση των αρχαίων Ελλήνων για το γλέντι και τη διασκέδαση. Από την Ελλάδα η λατρεία του Βάκχου πέρασε στη Ρώμη, όπου ο θεός λατρεύτηκε υπό το όνομα Liber.
Τα ελευθέρια ήθη του μεθυσμένου θεού δεν παρέμειναν αρεστά στους πιστούς της νέας θρησκείας που άρχισε να διαδίδεται στον τότε γνωστό κόσμο, του Χριστιανισμού, και σιγά σιγά πέρασαν στη δυσμένεια. Όμως και οι σεβάσμιοι Χριστιανοί δεν θα έλεγε κανείς ότι αγνοούσαν τις χαρές του κρασιού, όπως δείχνουν οι διηγήσεις των Ευαγγελίων που παρουσιάζουν τον Χριστό να μετατρέπει το νερό σε κρασί κατά τη διάρκεια του γάμου της Κανά, για να μη μείνουν παραπονεμένοι οι τυχεροί καλεσμένοι, και να προσφέρει ψωμί και κρασί στους μαθητές του, κατά τη διάρκεια του Μυστικού Δείπνου, συμβολίζοντας με αυτά το σώμα και το αίμα του. Η συμβολική αυτή θεοφαγία συνεχίζεται στην ορθόδοξη χριστιανική παράδοση μέχρι σήμερα, όπως μας υπενθυμίζει η διαδικασία της μετάληψης στο μυστήριο της Θείας Κοινωνίας.
Η απόσταξη
Το μεγάλο άλμα στη σχέση των ανθρώπων με το αλκοόλ έγινε, όταν κατάφεραν να απομονώσουν την “ουσία” του κρασιού και της μπίρας για να φτιάξουν ποτά με αυτή. Η λέξη οινόπνευμα είναι χαρακτηριστική: το “πνεύμα” του οίνου. Ο ίδιος σεβασμός διακρίνεται και στον αγγλικό όρο Spirit (πνεύμα, με τη θεολογική έννοια του όρου αλλά επίσης αλκοολούχο ποτό).
Σύμφωνα με τους ιστορικούς οι Κινέζοι χρησιμοποιούσαν μια μέθοδο απόσταξης για να φτιάξουν δυνατά ποτά από μπίρα ρυζιού, ήδη από το 800 προ Χριστού. Στο δυτικό κόσμο τα κείμενα αρχίζουν να μιλούν για αποσταγμένα ποτά μετά τη γέννηση του Χριστού. Η μεγάλη διάδοσή τους, πάντως, φαίνεται ότι ξεκινά κατά τα χρόνια του Μεσαίωνα και συνεχίζεται στους επόμενους αιώνες, καθώς βελτιώνονται σιγά σιγά οι τεχνικές που χρησιμοποιούνταν για τη δημιουργία τους.
Ένας ολόκληρος κόσμος
Τα (απεσταγμένα) ποτά χωρίζονται σε δύο γενικές κατηγορίες: σε αυτά που υφίστανται παλαίωση, η ποιότητα των οποίων εξαρτάται από το χρόνο που χρειάστηκε για την παραγωγή τους, και σε αυτά που δεν χρειάζονται παλαίωση. Ανάμεσα στα πρώτα συγκαταλέγονται κυρίως το ουίσκι, πολλά είδη ρούμι και πολλά είδη μπράντι. Κυριότερο από τα δεύτερα είναι η βότκα, αλλά και πολλά είδη τζιν, και τα υπόλοιπα είδη ρούμι και μπράντι.
Καθένα από τα ποτά έχει τη δική του ιστορία και καταγωγή, και τα όρια μεταξύ των διαφόρων κατηγοριών είναι πολλές φορές συγκεχυμένα. Πάρα πολλά ποτά κατασκευάζονται με βάση το κρασί. Για παράδειγμα, το Βερμούτ προέρχεται από κρασί στο οποίο έχει προστεθεί άψινθος (ένα βότανο). Wermut είναι η γερμανική λέξη για τον άψινθο. Το σέρι είναι ένα είδος γλυκού κρασιού που κατασκευάζεται στην Ισπανία, στην περιοχή Jerez (εξ ου και το όνομα). Το μπράντι είναι το ποτό που παίρνουμε, όταν κάνουμε απόσταξη στο κρασί. Το ίδιο το όνομα μπράντι προέρχεται από την ολλανδική λέξη brandewijn, που σημαίνει “καμένο κρασί”.
Ποτά όπως το ουίσκι, το τζιν, η βότκα κ.λπ., είναι σχετικώς πρόσφατες επινοήσεις του ανθρώπου και προέρχονται από την απόσταξη των προϊόντων ζύμωσης πολλών και διαφορετικών υλικών. Το ουίσκι, ας πούμε, φτιάχνεται από σιτάρι και άλλα δημητριακά, η βότκα κυρίως από πατάτες, το τζιν από δημητριακά και άρωμα από καρπό κέδρου, η τεκίλα από το φυτό αγαύη και ούτω καθεξής. Πρόκειται για πραγματική επιστήμη.
Τα κοκτέιλ
Ο Σινούε ο Αιγύπτιος, γιατρός του Φαραώ και ήρωας στο ομώνυμο βιβλίο του (Φινλανδού) Μίκα Βάλταρι, διηγείται το πώς τα βράδια σύχναζε μερικές φορές στην “Ουρά του Κόκορα” μια όμορφη, και γραφική θα λέγαμε σήμερα, ταβέρνα που υπήρχε στην πόλη. Εκεί ο κόσμος έπινε μπίρα και κρασί, αλλά δεν είναι σίγουρο αν έπινε κοκτέιλ, αν και η ταβέρνα είχε αυτό το όνομα. Βεβαίως πρόκειται για “εσωτερικό” αστείο του Βάλταρι, καθώς, αν υπήρχε εκείνη την εποχή μια τέτοια ταβέρνα (πράγμα καθόλου απίθανο), μάλλον δεν θα είχε αυτό το όνομα.
Κανείς δεν ξέρει στην πραγματικότητα ποια είναι η καταγωγή της λέξης cocktail. Μπορεί να προέρχεται πράγματι από τις λέξεις cock (κόκορας) και tail (ουρά), αν και αρκετοί πιστεύουν ότι πρόκειται για παρετυμολογία και ότι κατά πάσα πιθανότητα η λέξη προέρχεται από τη γαλλική λέξη Coquetel που αναφέρεται σε ένα ανάμικτο ποτό που έπιναν οι Γάλλοι στρατιώτες στις αρχές του 19ου αιώνα.
Από την άλλη και γαλλικά ο κόκορας ονομάζεται coq· πολλοί γράφουν το κοκτέιλ ως coq-tail. Σύμφωνα με την ερμηνεία αυτή ο όρος αναφέρεται σε σχήμα μπουκαλιού και όχι στο περιεχόμενό του.
Ο σχετικός μύθος αναφέρει ότι στα 1779 η Betty Flanagan, ιδιοκτήτρια μιας ταβέρνας με το εύγλωττο όνομα “Old Tavern”, είχε φτιάξει ένα ανάμικτο ποτό, στο οποίο είχε δώσει το όνομα Bracer, και το προσέφερε σε ένα μπουκάλι coq-tail. Υποτίθεται ότι κάποιοι Γάλλοι στρατιώτες δοκίμασαν το ποτό, τους άρεσε, και το διέδωσαν ως ποτό “coq-tail”.
Βλέπουμε λοιπόν ότι Γάλλοι στρατιώτες δείχνουν να έχουν ενεργό ανάμιξη στη διάδοση των κοκτέιλ, αλλά η πραγματική ιστορία των κοκτέιλ ξεκινά με το τεύχος Μαΐου 1806 του αμερικανικού περιοδικού “The Balance”, στο οποίο εμφανίζεται η λέξη τυπωμένη για πρώτη φορά.
Από τότε έχει περάσει πολύς καιρός πειραματισμών και επινοήσεων, σε σημείο που σήμερα ένας πλήρης κατάλογος των κοκτέιλ θα περιείχε περισσότερα από 5.000 διαφορετικά ποτά.
Αρκετά καθυστερήσαμε. Οπλισμένοι με αυτές τις απαραίτητες ιστορικές πληροφορίες μπορούμε, λοιπόν, να αρχίσουμε την ξενάγησή μας στο θαυμαστό κόσμο των ποτών και των κοκτέιλ.
(πηγή: www.tovima.gr)
Αλκοόλ και κοκτέιλ
Ετικέτες γαστρονομία και ποτά
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου