Τα προβλήματα που πλήττουν το αρχαίο ιαπωνικό άθλημα του σούμο φαίνονται τυχαία και άσχετα μεταξύ τους. Ενας αρχιπαλαιστής διαγράφηκε από την ένωση σούμο και μπορεί να του απαγγελθούν κατηγορίες επειδή σκότωσε στο ξύλο έναν 17χρονο μαθητευόμενο.
Ενας από τους δύο μεγάλους πρωταθλητές, ο Μογγόλος Ασασόρου, είναι τιμωρημένος επειδή δήλωσε τραυματισμό και μετά γύρισε στην πατρίδα του τη Μογγολία και άρχισε να παίζει ποδόσφαιρο. Επίσης κατηγορείται ότι στήνει τους αγώνες του με τους άλλους παλαιστές, μεταξύ αυτών και με τον άλλο μεγάλο πρωταθλητή, που επίσης είναι Μογγόλος.
Μόνιμη διαμάχη
Εκεί που τα πράγματα έμοιαζαν ότι δεν μπορούν να γίνουν χειρότερα, μία γυναίκα προσπάθησε να σκαρφαλώσει στο υπερυψωμένο ριγκ του σούμο, που θεωρείται απαγορευμένο για τις γυναίκες. Στην παράδοση του σούμο, οι γυναίκες θεωρούνται ακάθαρτες και δύο γιγάντιοι παλαιστές του σούμο όρμησαν να τη σταματήσουν. Ολα αυτά τα προβλήματα έχουν τις ρίζες τους στη μόνιμη ιαπωνική διαμάχη ανάμεσα στην παράδοση και τη νεωτερικότητα. Πρέπει το σούμο, όλο και λιγότερο δημοφιλές μεταξύ της νεολαίας, να αλλάξει ή να μείνει το ίδιο;
Στην πραγματικότητα, το σούμο έχει υποστεί μεταβολές σε όλη τη διάρκεια της ιστορίας του, οπότε η απάντηση στο ποιες είναι οι πραγματικές παραδόσεις του δεν είναι και τόσο ξεκάθαρη.
H παρενόχληση και η βίαιη τιμωρία των μαθητευόμενων πάντως περιλαμβάνεται στις καλώς ή κακώς εννοούμενες παραδόσεις. Ο 17χρονος Τακάσι Σαΐτο πέθανε αφού ο αρχιπαλαιστής τον χτύπησε με ένα μπουκάλι μπίρας στο κεφάλι, ενώ οι γηραιότεροι παλαιστές τον χτυπούσαν με μεταλλικά ρόπαλα στην προπόνηση. Ο Σαΐτο είχε προσπαθήσει δύο φορές να το σκάσει από την παλαίστρα, όπου οι αθλητές ζουν νύχτα-μέρα.
«Οταν ήμουν μικρός, ήταν δεδομένο ότι οι δάσκαλοι στο δημοτικό και στο γυμνάσιο θα μας τσάκιζαν στο ξύλο» έγραψε ο σκηνοθέτης Τακέσι Κιτάνο στο εβδομαδιαίο περιοδικό Σουκάν Ποστ. «Οι καιροί έχουν αλλάξει, μόνο ο κόσμος του σούμο επιμένει στο καουαϊγκάρι (σωματική τιμωρία). Τώρα το πληρώνει».
Αλλοδαποί στις παλαίστρες
Τον παλιό καιρό, ψωμομένοι έφηβοι από φτωχές αγροτικές οικογένειες έρχονταν στην πρωτεύουσα και έμπαιναν εσωτερικοί σε μία παλαίστρα. Ακόμα και σήμερα, οι αθλητές του σούμο ζουν δύσκολη ζωή στις παλαίστρες, όπου κάνουν όλες τις δουλειές και υπηρετούν τους παλαιότερους στην ιεραρχία.
Η Ιαπωνία έγινε πλουσιότερη, οι αγροτικές περιοχές δεν έχουν πια νεολαία, ενώ όλο και λιγότεροι έφηβοι θέλουν να ζήσουν τόσο αυστηρή ζωή. Πέρυσι, στις παλαίστρες μπήκαν μόνο 84 νέοι Γιαπωνέζοι, οι μισοί απ ό,τι πριν δέκα χρόνια. Για να ισοφαρίσει τις απώλειες, η ομοσπονδία σούμο έδωσε το πράσινο φως στους ξένους, αν και επέτρεψε μόνο έναν ανά παλαίστρα. Παρόλο που από τους 723 παλαιστές του σούμο, μόνο 61 είναι ξένοι, έχουν σαρώσει την κορυφή. Δεν υπάρχει Ιάπωνας που να προετοιμάζεται να γίνει μεγάλος πρωταθλητής.
Ειδικά ο μεγάλος πρωταθλητής Ασασόρου είναι κόκκινο πανί για τους οπαδούς της παράδοσης. Αν και εξαιρετικός παλαιστής, δίνει την εντύπωση ότι αντιμετωπίζει την Ιαπωνία ως τόπο δουλειάς, ενώ η καρδιά του χτυπά στη Μογγολία. Κατά καιρούς επιδεικνύει μέσα στο ρινγκ συμπεριφορές (π.χ. οργή) που οι επικριτές του θεωρούν ότι δεν ταιριάζουν με την «αξιοπρέπεια» ενός μεγάλου πρωταθλητή. Πρόκειται για μία ασαφή αρετή που μερικές φορές απλώς σημαίνει ότι δεν είναι αρκετά Γιαπωνέζος. Και εκτός όλων αυτών, προσποιήθηκε και τον τραυματία. «Αν ήταν Ιάπωνας μεγάλος πρωταθλητής, τώρα θα είχε υποβάλει την παραίτησή του» είπε ο Κουνιχίριο Σουγκιγιάμα, εκφωνητής αγώνων σούμο στην κρατική τηλεόραση εδώ και τέσσερις δεκαετίες.
Ο Σουγκιγιάμα υποστηρίζει ότι το σούμο είναι λιγότερο άθλημα και περισσότερο πολιτιστική κληρονομιά που πρέπει να προστατευτεί από «πεινασμένους» ξένους που προέρχονται από χώρες με χαμηλό βιοτικό επίπεδο.
Παράδοση και κληρονομιά
Το σούμο λέγεται ότι είναι τόσο παλιό όσο και η Ιαπωνία. Ομως, το επαγγελματικό άθλημα, όπως το αναγνωρίζουμε σήμερα, δεν έχει παράδοση μεγαλύτερη των τριών αιώνων. Επίσης, τα πρωταθλήματα, ο θεσμός του μεγάλου πρωταθλητή ως ενσάρκωση του ιδεώδους του σούμο και άλλα κεντρικά στοιχεία του σημερινού σούμο καθιερώθηκαν στα τέλη του 19ου αιώνα – ακριβώς την εποχή που ένα νέο άθλημα, το μπέιζμπολ, εισέβαλε στην Ιαπωνία.
Το 1930, οι αρχές επιχείρησαν να τονίσουν τη σχέση του σούμο με τη σιντοϊστική θρησκεία, ξαναχτίζοντας τη στέγη πάνω από το μεγαλύτερο ρινγκ του σούμο σε σχήμα στέγης σιντοϊστικού ναού. Το 1950 εισήχθη η έννοια της «αξιοπρέπειας» των μεγάλων πρωταθλητών. «Το σούμο τρέφει μια συγκεκριμένη εικόνα της Ιαπωνίας, την εικόνα μιας χώρας όπου ζουν οι παραδόσεις 1.000, 1.500 ή 2.000 χρόνων» λέει ο Αμερικανός ειδικός στο σούμο Λι Τόμσον.
«Γι’ αυτό, η έκκληση προς την παράδοση επικρατεί αντί πολλών άλλων πραγμάτων. Αν αρνηθείς την παράδοση ή αν πεις ότι δεν είναι σημαντική, το όλο πράγμα καταρρέει».
(πηγή: news.kathimerini.gr, 2/11/2007)
Το σούμο θύμα της ιαπωνικής νεωτερικότητας
Ετικέτες Ιαπωνία
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου